Το μεγάλο φινάλε των διακοπών στην πανέμορφη Κρήτη έγινε στη θρυλική Ελούντα. Εκτός από την επίσκεψη στο συγκλονιστικό Elounda Peninsula, ένα ξενοδοχείο παράδεισο κανονικό με το ωραιότερο spa στην Ελλάδα, το Six Senses ..το απόλυτο highlight ήταν η επίσκεψη στη Σπιναλόγκα. Χρόνια τώρα βλέπω το νησί από μακρυά και φυςικά παρακολούθησα όλο το hype με τη σειρά , βασισμένη στο βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ, που έβαλε μία ταφόπλακα στην απομόνωση και στις προκαταλήψεις φέρνοντάς το στην επιφάνεια.
Πήγαμε με σκάφος του ξενοδοχείου και αφού χαζέψαμε τα ωραία ξενοδοχεία, τις βίλες των ρώσων και τα πανέμορφα βράχια αποβιβαστήκαμε στο νησί. Είναι αδύνατον να μη νιώσεις το βάρος και τη θλίψη που κουβαλάει αυτό το μέρος, όσο και ανέμελος είσαι όταν φτάσεις.
Η ενέργειά του ξεπερνάει την ένδοξη ιστορία του πριν γίνει ένα νεκροταφείο υπό προθεσμία, η εξορία των νοσούντων που εκτός από το δράμα της λέπρας και μίας ζωής χωρίς ελπίδα, ζούσαν και τη φρίκη της προκατάληψης. Το περπατήσαμε γύρω γύρω χωρίς να γνωρίζουμε πολλά. Εγώ είχα αποφύγει να δω και τη σειρά γιατί σφίγγεται η ψυχή μου με τόσο δραματικές αληθινές ιστορίες. Στο τοιχάκι που προστατεύει από το γκρεμό στο πίσω μέρος του νηςιού ήταν παντού χαραγμένα από το 1939 το «Αδελφότης ασθενών Σπιναλόγκας ο Άγιος Παντελεήμων» και το όνομα του Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη. Στην αρχή βγάζαμε φωτογραφίες σαν τουρίστες με τα χαλάσματα πίσω, μετά σιγά σιγά σκέτα τα κτίρια και μετά τίποτα. Φύγαμε σιωπηλά και αυτή η γλυκόπικρη γεύση που μου άφησε αυτή η επίσκεψη με έκανε να σερφάρω αρκετές ώρες και να διαβάσω τα πάντα για το νησί που έχει υλικό για εκατοντάδες βιβλία.Ιςτορίες αληθινών ανθρώπων,δραματικά μυθιστορήματα από μόνες τους. Φυσικά έψαξα τα πάντα για τον Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη και ευτυχώς γιατί αυτός ο γενναίος και εμπνευσμένος άνθρωπος ήταν πολύ πιο σημαντικός από οποιονδήποτε ηγέτη έχει περάσει από αυτή τη χώρα. Αν τον δείτε σε βίντεο θα ανατριχιάσετε με τη δύναμή του και αυτό που είπε είναι και αυτό που σου μένει:
«Περπατώντας στον δρόμο της Σπιναλόγκας, σταμάτησε και κράτησε την αναπνοή σου. Από κάποιο χαμόσπιτο τριγύρω σου θα ακούσεις τον απόηχο από κάποιο μοιρολόγι μιας μάνας, μιας αδελφής ή τον αναστεναγμό ενός άνδρα. Αφησε δύο δάκρυα από τα μάτια σου και θα δεις να λαμπυρίζουν εκατομμύρια δάκρυα που πότισαν αυτόν τον δρόμο»
Αφού δείτε τις φωτογραφίες διαβάστε αυτό το ενδιαφέρον απόσπασμα για τον άνθρωπο που άλλαξε τα πάντα στο νησί. Τον ιεραπόστολο της Σπιναλόγκας..Ενα φοιτητή που στα 21 του τριτοετής φοιτητή της Νομικής, ίδρυσε την «Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας» και αγωνίστηκε για την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των ασθενών.
Μην ψάχνετε το μοντέλο του ηγέτη στους έλληνες πολιτικούς ή στο εκπαιδευτικό υλικό μαθημάτων ΜΒΑ και διοίκησης επιχειρήσεων. Αρκεί να μελετήσετε τη ζωή του Επαμεινώνδα Ρεμουνδάκη, η περίπτωση του οποίου θα πρέπει να διδάσκεται σε όσους ψάχνουν αντίδοτο στη νόσο των «διαχειριστών» που οδήγησε στον πολιτικό θάνατο πολλών φερέλπιδων ηγετών..
Ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, ήταν εικοσιενός ετών, τριτοετής φοιτητής της Νομικής, όταν το 1936 πληροφορήθηκε ότι πάσχει από την Νόσο του Χάνσεν. Λίγο καιρό πριν, η αδελφή του είχε οδηγηθεί στην Σπιναλόγκα χτυπημένη από την ίδια ασθένεια. Ο ίδιος εξαιτίας της ασθένειάς του, χρόνια αργότερα θα τυφλωθεί και θα χάσει το χέρι του. Όπως γράφει και σχολιάζει ο Ρεμουνδάκης στην ανέκδοτη αυτοβιογραφία του «Αητός χωρίς φτερά», όταν έφτασε στην Σπιναλόγκα, η αδελφή του τον υποδέχθηκε λέγοντάς του «Καλώς τον» κι όχι «καλώς όρισες». Αυτόν τον χαιρετισμό χρησιμοποιούσαν οι άρρωστοι στο νησί…». Η αδελφή του θα πεθάνει λίγα χρόνια αργότερα…
Ο Ρεμουνδάκης, ένας απ’ τους λίγους μορφωμένους ανθρώπους που υπήρχαν στο νησί, δεν ήταν διατεθειμένος να περιμένει μοιρολατρικά το τέλος της ζωής του, ζώντας ως «ζωντανός νεκρός». Αγωνίστηκε για να καλυτερεύσει την ζωή των λεπρών και απαίτησε από την πολιτεία καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και νοσηλείας.
Για την πρώτη του νύχτα στο κολαστήρι του ξερού και άνυδρου βράχου, ο Ρεμουντάκης, αφηγείται, «…αυτή ήταν η πρώτη νύχτα που πέρασα δεσμώτης σαν τον Προμηθέα πάνω στο βράχο της Σπιναλόγκας σε ηλικία 21 ετών, την εποχή των ονείρων κάθε ανθρώπου που έρχεται στη γη. Με μια διαφορά, ότι, του Προμηθέα ο αετός, κατέτρωγε το συκώτι που αναγεννάτο στο διάστημα της νύχτας, ενώ εις εμένα και τους άλλους συνασθενείς μου, η ασθένεια του Χάνσεν καταβρόχθιζε και αισθήσεις και σάρκες και οστά. Τίποτα δεν άφηνε ανέπαφο και σε όλα ήθελε να επιβάλει την κυριαρχία της. Σύμμαχο και βοηθό της είχε την στενοχώρια και την απελπισία των αρρώστων…»
Την επαύριον το πρωί, πήγαν μερικοί φίλοι να τον καλωσορίσουνε και μετά πήγανε όλοι μαζί, σ’ ένα από τα τρία καφενεία που λειτουργούσαν στο νησί. Καθίσανε στη βεράντα με θέα την λιμνοθάλασσα προς τη μεριά της Πλάκας και της Ελούντας. Αμέσως ήρθανε και καθίσανε γύρω του, κάμποσοι ασθενείς που του εξέφρασαν πρώτα τη λύπη τους για το ατύχημα του και ύστερα του εξομολογηθήκανε, πως πόθος τους και επιθυμία τους ήτανε, να έλθει ένας άρρωστος που να ξέρει πολλά γράμματα και να μπορεί να διεκδικήσει τα δίκαια αιτήματα τους.
Με μια πρώτη ματιά, διαπιστώνει ο Ρεμουντάκης, ότι εκεί πέρα υπήρχε ένας κόσμος αγνός, απλοί χωρικοί, που ενώ ήξεραν πως είχανε δίκιο, δε μπορούσανε να το διεκδικήσουνε. Από την πρώτη μέρα γεννιέται στο μυαλό του η ιδέα της οργάνωσης με τη ίδρυση και λειτουργία ενός Συλλόγου.
Μετά μια βδομάδα, από την είσοδο του στο Νησί, πεθαίνει στις 18 του Μάρτη του 1936, Ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Αμέσως συλλαμβάνει την ιδέα ο Ρεμουντάκης να διοργανώσει όταν συμπληρωθούν οι σαράντα μέρες, 40/ήμερον Μνημόσυνο υπέρ του Βενιζέλου. Τυπώνει και τοιχοκολλά αγγελτήρια όχι μόνο στο Νησί αλλά και στα γύρω χωριά. Παραγγέλλει κόλλυβα σε ζαχαροπλαστείο του Ηρακλείου με την εντολή να γράψουνε πάνω τους με ασημένια κουφέτα το όνομα του Εθνάρχη. Τη μέρα του Μνημόσυνου κατασκευάζει μέσα στην Εκκλησία κενοτάφιο και το στολίζει με τη φωτογραφία του νεκρού, πλαισιωμένη με μαύρο κρεπ. Το Νησί γέμισε κόσμο από τα γύρω χωριά, που ήρθανε να τιμήσουνε τη μνήμη του επιφανούς πολιτικού. Στο τέλος του Μνημόσυνου εκφωνεί λόγο, εξάρας τις αρετές του τιμώμενου Νεκρού και η όλη τελετή ολοκληρώθηκε με πολλή επιτυχία και μετά πολλών επαίνων στο πρόσωπο του οργανωτή.
Σε λίγες μέρες ήρθε και το Πάσχα. Οργανώνει τελετή περιφοράς της εικόνας της Αναστάσεως, γύρω από το Νησί, το μεσημέρι της Κυριακής του Πάσχα. Οι κάτοικοι ενθουσιασμένοι προσφέρουν καλιτσούνια, κόκκινα αβγά και τσουρέκια. Ο Ρεμουντάκης καθιερώνεται, στη συνείδηση των συμπασχόντων του, αρχηγός
Αποφασίζει να ιδρύσει την «Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας». Ο ίδιος αναφέρει τους λόγους που τον ωθήσανε σ’ αυτή την ενέργεια. «Σκέφτηκα πολύ και κατέληξα εις το ότι, για να επιτύχει ο αγώνας της βελτίωσης της θέσεως των αρρώστων, έπρεπε να υπάρχει ένα επίσημο νομικό πρόσωπο, ένα σωματείο των ασθενών αναγνωρισμένο από το Πρωτοδικείο, για να αναγνωρίσει, υπεύθυνα και επίσημα, τα αιτήματα των αρρώστων. Μοιρασμένοι σε μονάδες χωρίς οργάνωση η φωνή μας έσβηνε». Συντάσσει ο ίδιος το καταστατικό και το υποβάλλει στο Πρωτοδικείο Λασιθίου. Οι δυο κυριότεροι όροι του καταστατικού ήτανε, η βελτίωση των όρων διαβίωσης των ασθενών και η απόκτηση των μέσων πολιτισμού που θα άμβλυναν τον μαρασμό και την απόγνωση των αρρώστων. Σ’ ένα μήνα το καταστατικό είχε αναγνωριστεί από το Πρωτοδικείο, με την επωνυμία «Αδελφότης ασθενών Σπιναλόγκας ο Άγιος Παντελεήμων» και με εκατόν εξήντα ιδρυτικά μέλη. Αμέσως μετά γίνονται αρχαιρεσίες με όλους τους νόμιμους τύπους, κατά τις οποίες, ο Ρεμουντάκης, εκλέγεται παμψηφεί Πρόεδρος. Όλοι οι ασθενείς το χαρήκανε γιατί ‘χανε καιρό να συμμετάσχουνε στη συνταγματική διαδικασία «του εκλέγειν και εκλέγεσθαι.
Στις 27 Ιουλίου, εορτή του Αγίου Παντελεήμονος, ο Ρεμουντάκης διοργάνωσε γιορτή προς τιμήν του αγίου και προστάτη του Σωματείου του οποίου ηγείτο. Το Μνημόσυνο του Βενιζέλου, ο εορτασμός του Πάσχα και η οργάνωση της πανηγύρεως επιδράσανε θαυματουργικά και αλλάξανε τον τρόπο σκέψεως τόσο των ασθενών όσο και των υγιών. Λέει σ’ αυτό το σημείο ο Ρεμουντάκης, που δείχνει την ταπεινοφροσύνη του και το μεγαλείου της ψυχής του. «Μια άλλη μεγάλη προσπάθεια που κατέβαλα ήταν ότι, ενώ αγωνιζόμουν για την οργάνωση, στην κατάλληλη ώρα αποσυρόμουν και άφηνα να προβάλλονται τα άλλα μέλη του Συμβουλίου και άλλη που ήσαν απλά μέλη, για να τους κεντρίσω τον εγωισμό ότι απ’ αυτούς έγιναν όλα».
Πρώτη μεγάλη επιτυχία της Οργάνωσης των Χανσενικών ήτανε η εξεύρεση οδοντιάτρου για την οδοντο-ιατρική τους περίθαλψη. Μέχρις εκείνης της χρονικής στιγμής, δεν δεχότανε κανείς οδοντίατρος να πάει στη Σπιναλόγκα. Με τις ενέργειες του Προέδρου της, βρέθηκε κάποιος συνταξιούχος οδοντίατρος, ονόματι Ιωάννης Βλαστός, ο οποίος έθεσε τις υπηρεσίες του εθελοντικά, για τις ανάγκες των ασθενών-χανσενικών. Στα πολλά άλλα επιτεύγματα του Ρεμουντάκη, ως Προέδρου της αδελφότητας των Χανσενικών, συμπεριλαμβάνονται. Η διοργάνωση τελετών, γάμων, βαπτίσεων και κηδειών. Η διοργάνωση γλεντιών με ορχήστρα κρητικής μουσικής. Η επισκευή και συντήρηση των δέκα επτά δεξαμενών συλλογής όμβριων υδάτων και η κατασκευή δυο ακόμη. Η προμήθεια επιδεσμικού υλικού. Μέχρις εκείνης της ώρας, χρησιμοποιούνταν, ως επιδεσμικό υλικό, κομμάτια από παλιά εσώρουχα, που τα έπλεναν και τα ξανάπλεναν ειδικές πλύστρες. Η δημιουργία περιφερειακού δρόμου τσιμεντοστρωμένου. Η κατεδάφιση των ερειπίων και στη θέση τους, η κατασκευή τοίχου. Η κατασκευή στηθαίου στην άκρη του δρόμου, ώστε να διευκολύνονται οι τυφλοί και να αναπαύονται οι περιπατητές. Η πάταξη της χαρτοπαιξίας επί χρήμασι μέσα στα τρία καφενεία, ένεκα της οποίας, μερικοί αετονύχηδες ξαργυρώνανε το φτωχό επίδομα αθώων θυμάτων. Με διαμαρτυρίες και συνεχείς παραστάσεις προς τους αρμοδίους, ψηφίστηκε νέος κανονισμός του νοσηλευτηρίου με αύξηση του νοσηλευτικού προσωπικού.
Έφερε ασβέστη για να απολυμανθούν τα σπίτια και να φύγει η δυσοσμία που «τρυπούσε» τις μύτες και φύτεψαν δένδρα. Αποκτήθηκε ηλεκτρογεννήτρια και η Σπιναλόγκα απέκτησε ρεύμα, πριν ακόμη κι από την Πλάκα που βρισκόταν απέναντι και στον «έξω κόσμο». Διοργάνωσε υπηρεσία καθαριότητας των εξωτερικών και κοινόχρηστων χώρων και χάρις σ’ αυτόν, το νησί απέκτησε θέατρο, κινηματογράφο, καφενεία και κουρείο, ενώ τοποθετήθηκαν και μεγάφωνα στους δρόμους που έπαιζαν κλασική μουσική. Άρχισαν να ασκούνται επαγγέλματα, να λειτουργεί υποτυπώδες εμπόριο, δημιουργήθηκε σχολείο με δάσκαλο έναν λεπρό, ενώ είναι χαρακτηριστικό μάλιστα, ότι άρχισε να εκδίδεται και σατιρικό έντυπο.
Το πιο σημαντικό ίσως που πέτυχε ο ηγέτης Ρεμουνδάκης, ήταν η τόνωση του αισθήματος της αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας. Άνθρωποι ερωτεύτηκαν, παντρεύτηκαν κι έκαναν παιδιά, µερικά από τα οποία µεγάλωσαν µαζί τους, χωρίς να αρρωστήσουν ποτέ. Έτσι, η ζωή των λεπρών άρχισε να θυμίζει κάτι από την προηγούμενη ζωή τους, ή όπως μαρτυρεί κι ένας μετέπειτα θεραπευμένος χανσενικός, ο Μανώλης Φουντουλάκης, «Από μια στιγμή και μετά το νησί δεν ήταν το κολαστήριο. Ήταν ένα χωριό εγκλείστων, με τους καλούς, τους κακούς, τους τζαναμπέτηδες και τους ζαμανφουτίστες».
Γράφει ο Ρεμουνδάκης σε ένα σημείο της αυτοβιογραφίας του «…..36 χρόνια είμαι φυλακισμένος, χωρίς έγκλημα. Μέσα σε αυτά τα χρόνια πολλοί άνθρωποι μας επισκέφτηκαν. Άλλοι να πάρουν φωτογραφίες, άλλοι από φιλολογική άποψη να δουν ένα είδος ανθρώπων αλλιώτικους. Γιατί άλλοι θέλαν να μας δείξουν την απέχθεια και άλλοι τη συμπόνια. Εμείς όμως δε θέλουμε ούτε να μας απεχθάνονται, ούτε να μας συμπονούνε. Εμείς έχουμε ανάγκη από το ωραίο αίσθημα, την αγάπη...».
Το 1948, θα ανακαλυφθεί στην Αμερική το πρώτο φάρμακο για την αντιμετώπιση της λέπρας και σταδιακά η Σπιναλόγκα θα αδειάζει μέχρι και το 1957 που αποχώρησαν και οι τελευταίοι ασθενείς, οπότε και έκλεισε. Οι εναπομείναντες χανσενικοί που δεν είχαν θεραπευτεί ακόμη, μετακομίστηκαν στο λεπροκομείο της «Αγίας Βαρβάρας» στο Αιγάλεω (ή «λοιμωδών νόσων», όπως επικράτησε να λέγεται), μεταξύ αυτών κι ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης. Πιο συγκεκριμένα τον Μάρτιο του 1956, καταφτάνουν τρία πετρελαιοκίνητα καΐκια στο Νησί, που αποβιβάσανε μια μεγάλη ομάδα επισήμων με επικεφαλή, τον τότε Υπουργό Υγείας Πολυζογόπουλο. Μετά την προσφώνηση που του έκαμε ο Ρεμουντάκης, ο Υπουργός, τον ρώτησε. «Ποια είναι τα αιτήματα σας;» άμεση ήτανε η απάντηση του Ρεμουντάκη που με υψωμένη τη γροθιά είπε. «Ένα και μόνο να φύγομε απ’ εδώ ζωντανοί και πεθαμένοι».
Ο φιλέλληνας ελβετός οδοντίατρος Julien Grivel που αφιέρωσε μεγάλο μέρος της καριέρας του στη βοήθεια των Χανσενικών συναντά το 1972 τον Ρεμουντάκη στο λοιμωδών στην Αγία Βαρβάρα, και σημειώνει τα εξής: «Ο πρώτος ασθενής μου ήταν ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης, ένας κύριος “ζωντανός”, ευθυτενής, αξιοπρεπής. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση όχι μόνον με το στιγματισμένο κορμί του,αλλά ιδίως με τη συμπεριφορά του.Μία απίστευτη δύναμη ακτινοβολούσε από αυτόν τον ακρωτηριασμένο άνθρωπο.
Ηταν τυφλός 25 χρόνια όταν τον συνάντησα. Γι΄ αυτό αποκαλούσε τη διακριτική γυναίκα του, η οποία όμως ήταν πάντα δίπλα του, “λυχνάρι μου”. Σε εκείνη την πρώτη επαφή μας τον ακολούθησα στο “σπίτι” του, ένα καλύβι στον περίβολο του νοσοκομείου. Μου έδωσε ένα κρητικό μαχαίρι και με κέρασε μία ρακή με μέλι ζεστό που με βοήθησε να χαλαρώσω λίγο…».
Σχόλια για αυτό το άρθρο