Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένα λαμπρό αστέρι. Είχε ακούσει τόσα για τη γη που ήθελε πολύ να την επισκεφτεί. Μεταμορφώθηκε σε κουκουνάρι. Στέκοταν ακίνητο πάνω στο κλαδί μαζί με τους συντρόφους του. Όλη η ύπαρξή του, ψιθύριζε «Όλος ο κόσμος είναι εδώ». Ένιωθε τα πρώτα του βήματα στη γη κι ήταν πολύ χαρούμενο. Το ίδιο έλεγε μια Φωνή μέσα σε κάθε κουκουνάρι. Όσα έβλεπε το κουκουνάρι για τη γη ήταν όλα από ψηλά.
«Πώς να’ ταν άραγε αν μπορούσε να τη δει από ψηλότερο σημείο;» Αναρωτήθηκε. Κι έγινε πουλί. Με Δυο φτερά που έλεγαν κι αυτά, «Όλος ο κόσμος είναι εδώ». Συναντούσε κι άλλα πουλιά στο πέταγμά του. Θαύμαζαν τη Δημιουργία από διαφορετικά σημεία κάθε φορά. Ωστόσο υπήρχε μια φωλιά που επέστρεφαν σ’ αυτή. Πέταγμα, ανάπαυση, πέταγμα, ανάπαυση.. αυτό ήταν το ταξίδι τους. Το πουλί πέταξε μια μέρα τόσο ψηλά που έβλεπε τη γη σα μια κουκίδα. «Πόσο μικρή φαίνεται από’ δω, σκέφτηκε. Μήπως θα’ ταν καλύτερα να πάω πιο κοντά;» Τότε μεταμορφώθηκε σε άνθρωπο. Τα φτερά του έγιναν χέρια, τα ποδαράκια του άλλαξαν μέγεθος. Το ράμφος του έβγαζε άλλη λαλιά και έβρισκε χίλια νοήματα σε αυτή. Εκείνο ήξερε τη σιωπή. Του ήταν δύσκολο να καταλάβει μια τέτοια γλώσσα. Ξέχασε τη χαρά του γιατί έδωσε όλη του την προσοχή στην προσπάθεια να κατανοήσει τι συμβαίνει στη γη. Η φωνή του ίσα που ακουγόταν, δεν μπορούσε να επικοινωνήσει όπως γνώριζε κι όπως είχε συνηθίσει. Συλλάβιζε πάνω στη γη όσα δε χρειάστηκε ποτέ να αντιληφθεί τον καιρό που ήταν ένα κουκουνάρι ή ένα πουλί. Χαμένος μέσα στο κόσμο έψαχνε να βρει ,γιατί ζήτησε να δει τη γη από κοντά; Η Φωνή τού είπε, «Όλος ο κόσμος είναι εδώ». Ο άνθρωπος πίστεψε ότι όλος ο κόσμος είναι μόνο εδώ στη γη και ξέχασε τα πετάγματα που είχε κάνει πιο ψηλά. Ούτε τη μύτη του δεν έβλεπε ώρες ώρες. Κι αυτό τον πείραξε πάρα πολύ. Δεν είχε κανένα ενδιαφέρον αυτό που΄ χε ζητήσει. Γέμισε θυμό, απελπισία, εγωισμό, και πάρα πολλά άλλα πρωτόγνωρα για αυτό παρακλάδια του κλαδιού που είχε κάποτε υπάρξει. Ένιωθε φοβισμένο, αβοήθητο κι ανήμπορο να καταφέρει να γνωρίσει τη γη όπως περίμενε.
Για μια στιγμή ένα πουλί πέταξε ακριβώς πάνω απ’ το κεφάλι του, σήκωσε το βλέμμα κι είδε τον ουρανό. Θυμήθηκε τα πετάγματά του κι από τότε είχε στραμμένο το βλέμμα του μόνο στον ουρανό. Με τη μύτη ψηλά περπατούσε και τίποτα άλλο δεν τον ένοιαζε. Μια μέρα σκόνταψε σ’ ένα πεζούλι και ένιωσε τα πόδια του. Κατάλαβε πως τα βήματά του χρειάζονταν την προσοχή του. Έτσι, κοιτούσε συνέχεια κάτω μπας κι αποφύγει να ξανασκοντάψει. Τα μαλλιά του πιάστηκαν σ’ ένα κλαδί και μπλέχτηκαν με ένα κουκουνάρι. Τρόμαξε να τα ξεμπλέξει και δεν ήξερε που να πρωτοκοιτάξει τώρα. Στέκονταν αμήχανος. Ένιωσε να βρίσκεται μπροστά σε ένα χάος. Η Φωνή είπε «Όλος ο κόσμος είναι εδώ» κι εκείνος έμεινε για ώρες ακίνητος για να μη ξεφύγει απ’ το σημείο όπου ήταν όλος ο κόσμος. Τίποτα δε συνέβαινε. Η Φωνή επέμενε, μα ο άνθρωπος δεν καταλάβαινε που ήταν όλος ο κόσμος.
Κοίταξε το χώμα που πατούσε, τον ουρανό ψηλά, το κουκουνάρι στο δέντρο, το πουλί που πετούσε και κούρνιαζε στη φωλιά του κι έναν άλλο άνθρωπο δίπλα του ακίνητος κι αυτός.
«Κάποιος μου φωνάζει όλος ο κόσμος είναι εδώ μα εγώ δε βλέπω από δω όλο τον κόσμο.» είπε. Οι δύο άνθρωποι κοιτάχτηκαν στα μάτια. «Όλος ο κόσμος είναι εδώ» ξανά η Φωνή. Κι έμειναν να κοιτάζονται στα μάτια συνεχώς. Έβλεπαν πολλά ο ένας μέσα απ’ τα μάτια του άλλου κι άρχισαν να ανακαλύπτουν ποιοί είναι. «μήπως να κάνουμε ένα βήμα να δούμε κι άλλο;» Ένιωσαν την ανάγκη να αγγίξουν ο ένας τον άλλον έπειτα να αγκαλιαστούν, έτσι ένιωθαν τις αισθήσεις τους και ξυπνούσε κάτι ιδιαίτερο στη καρδιά τους.
«Ο Κόσμος είναι ΕΔΩ!» άκουσαν τη Φωνή να λέει. Αλλά δεν άκουσαν τη λέξη Όλος.. κι απογοητεύτηκαν. Δεν υπήρχε καμιά περίπτωση να δουν τη γη κι όλο τον κόσμο της.
Πάγωσαν οι καρδιές τους και δεν έβλεπαν τίποτα μπροστά τους. Ένιωσαν να κοιτούν στο χάος όπως την πρώτη φορά που πάτησαν το πόδι τους εδώ. Ήταν δίπλα μα ένιωθαν χαμένοι. Αποπροσανατολισμένοι. Έψαχναν, αναζητούσαν κάποιο νόημα, τους κυρίευε το αίσθημα του ανικανοποίητου. Δεν χωρούσαν πουθενά. Πίστεψαν πως είχαν κάνει κάποιο λάθος. Δάκρυα γέμισαν τα μάτια τους. Ξαφνικά ένιωσαν το βλέμμα να καθαρίζει.
Με την επιμονή της Φωνής συνειδητοποίησαν ότι μιλούσε μέσα απ΄ τη ψυχή τους. Ο κόσμος είναι εδώ, άκουσαν.. Κοίταξαν το κουκουνάρι, τα πουλιά, τα πόδια τους, τον ουρανό, το χώμα και τα βλέμματά τους συναντήθηκαν, «ΌΛΟΣ», είπε δυνατά η φωνή. Πέρασαν πολλά να κατανοήσουν τον εαυτό τους που είχε τον «κόσμο» τους εκεί και το Όλον που βρισκόταν τριγύρω. Αυτή την ματιά ζητούσε η Φωνή κι ο άνθρωπος ένιωσε κλαδί, πουλί, κουκουνάρι, άνθρωπος. Αισθάνθηκε μια πρωτόγνωρη ευγνωμοσύνη για τα πάντα γύρω του και μέσα του. Τότε συνέβη ένα θαύμα. Οι άνθρωποι ανακάλυψαν πως αυτό το έλεγαν Αγάπη κι η Πηγή βρισκόταν στους ουρανούς όπου δεν έφτανε το βλέμμα τους. Γνώριζαν όμως πια πως από κει ερχόταν η Φωνή για να τους βοηθήσει να δουν και να καταλάβουν.
Μέγας είσαι Κύριε και θαυμαστά τα έργα σου είπε το αστέρι καθώς είχε νιώσει πόσο υπέροχο είναι να βρίσκεσαι μεταμορφωμένο σε άνθρωπο. Μπορούσε να πραγματώσει τον εαυτό του με τις εμπειρίες του στη γη. Η ευγνωμοσύνη γέμισε τη καρδιά του με το Φως και τη λάμψη όπως ενός αστεριού! Πλημμύρισε από χαρά καθώς ανακάλυπτε πως κι ο σύντροφος στο ταξίδι του στη γη ήταν επίσης ένα λαμπρό αστέρι που είχε ζητήσει να έρθει για να συναντηθούν και να γνωρίσουν Μαζί όλο το Θεϊκό μεγαλείο που υπηρετούσε την επιθυμία της ύπαρξής τους. Ναι, είχαν διαλέξει το ταξίδι τους στη γη. Θυμήθηκαν την δική τους απόφαση που περιείχε μια σημαντική ευθύνη στα βήματά τους πάνω σε αυτή. Να λάμψουν στη γη όπως έλαμπαν όταν βρίσκονταν στον ουρανό. Κι αυτό δεν ήξερε κανείς να τους πει τον τρόπο παρά μονάχα η Φωνή. Έτσι, περπάτησαν στη γη με ένα καινούργιο τρόπο. Με τη λαχτάρα της ψυχής να ξανασυστηθεί σε αυτό το κάλεσμα με όλα τα κουκουνάρια, τα πουλιά και τους ανθρώπους.
Όλος ο κόσμος είναι εδώ, είπε η ΦΩΝΗ, Και είναι ΟΛΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ!
Υ.Γ. Καθώς έγραφα αυτή την αλληγορική ιστορία ταυτόχρονα συνειδητοποιούσα
πως μπορεί να είναι δυνατόν να συμβεί η αλλαγή που όλοι ζητάμε.
Να δούμε με τα μάτια της ψυχής.
Οι καρδιές όλων μας λαχταρούν να χτυπούν σε έναν άλλο ρυθμό, αληθινό και διψούν να τους αποκαλυφθεί ένα άλλο βλέμμα, καινούργιο. Εύχομαι να γίνει.
Με πολλή αγάπη και χαρά σας αφιερώνω το δικό μου παραμύθι.
Σχόλια για αυτό το άρθρο