Τις βλέπαμε κάθε καλοκαίρι. Πυγολαμπίδες, αναλαμπίδες, λαμπυρίδες τις έλεγαν οι δάσκαλοι. Τα παιδιά τις λέγαμε κωλοφωτιές. Δίπλα από τη γειτονιά μας ήταν ένα μεγάλο περιβόλι, με δέντρα. Μουριές, συκιές, δυο κυπαρίσσια, ελιές, φοινικιές, μέχρι και λωτούς είχε μέσα. Το περιποιόταν και τον φρόντιζε ένας Ιταλός, ο Πέππος. Σκυφτός, άσχημος, αδύνατος, καμιά 50ριά χρονών. Φορούσε χειμώνα-καλοκαίρι ένα καφέ δερμάτινο τζάκετ, ήταν πάντα μεθυσμένος και μας κυνηγούσε όταν μπαίναμε για να παίξουμε κρυφτό ή να ξαπλώσουμε στα χόρτα και να κάνουμε τα “ζευγάρια”. Ερχόταν μέσα στο σκοτάδι, “Filio di putana!” φώναζε και μας κυνηγούσε με μια λουρίδα. Σπανίως πετύχαινε κάποιον από εμάς, του ξεφεύγαμε μέσα στα δέντρα, έμενε μόνος του και μαστίγωνε τους θάμνους μπας και πετύχει κάποιον που είχε κρυφτεί εκεί μέσα.
Tα ζεστά καλοκαιρινά βράδια, οι γονείς μας έριχναν νερό στα καυτά πεζοδρόμια και έβγαζαν έξω καρέκλες, τραπεζάκια και σκαμνιά. Κάθονταν εκεί μέχρι αργά, έτρωγαν, συζητούσαν με τους γείτονες, έλεγαν σόκιν ανέκδοτα. Oι μανάδες μας καθάριζαν φρέσκα φασολάκια στη δροσερή αυλόπορτα και κουτσομπόλευαν. Από το περιβόλι του Πέππου ακούγονταν το τρι-τρι-τρι απ΄τα τριζόνια, το γκιων-γκιων από τον γκιώνη, το κουκουβάου από τις κουκουβάγιες. Εμείς ξεφεύγαμε από την επιτήρηση των δικών μας και πηγαίναμε σε ένα ρυάκι που πότιζε το περιβόλι του Πέππου. Δεξιά κι αριστερά μέσα στις βατομουριές κρύβονταν οι κωλοφωτιές. Τα κορίτσια είχαν μαζί τους κλαδιά και μ΄αυτά ανασκάλευαν τις βατομουριές. Τότε από μέσα, πεταγόταν ένα σμήνος από πυγολαμπίδες. Πετούσαν εκνευρισμένες εδώ κι εκεί, ενώ τα κωλαράκια τους φώτιζαν την παύρη νύχτα.
Οι πυγολαμπίδες είναι κολεόπτερα της οικογένειας Lampyridae. Στην κοιλιά τους έχουν μια χημική ουσία που λέγεται λουσιφερίνη και όταν αυτή η ουσία ενωθεί με το οξυγόνο και με ένα ένζυμο που λέγεται λουσιφεράση, γίνεται μια χημική αντίδραση που κάνει την κοιλιά να φωσφορίζει. Όταν βλέπαμε τις κωλοφωτιές να λάμπουν, τρέχαμε προς το μέρος τους και τις αρπάζαμε στον αέρα, με τα χέρια μας. Μερικοί είχαν και κουτόσπιρτα μαζί τους και τις έβαζαν μέσα. Πιάναμε την κωλοφωτιά από το κεφάλι και τρίβαμε τον πισινό της πάνω στα μπλουζάκια μας. Γράφαμε τα αρχικά από το όνομα μας, ζωγραφίζαμε σχέδια, πολλοί τις έτριβαν στο πρόσωπό τους και φωσφόριζε. Εγώ έγραφα ένα Γ και ένα Π. Μετά πήγαινα στο σκοτάδι, και περίμενα να έρθει κάποιο κοριτσάκι να τριφτεί επάνω μου, να πάρει λίγη από την αστερόσκονη και να παίξουμε μετά τα “ζευγάρια”.
Μικρός δεν το ήξερα, τώρα μεγάλος έμαθα γιατί έχουν πορτατίφ στον πισινούλι τους οι πυγολαμπίδες. Ο λόγος λοιπόν είναι… τρεις! Ο πρώτος είναι για να ζευγαρώσουν. Ο κωλοφωτιός φωτίζει την κοιλιά του σε ένα συγκεκριμένο μήκος κύματος και η κωλοφωτιά που το βλέπει, απαντάει φωτίζοντας τη δική της κοιλιά στο ίδιο μήκος κύματος για να σιγουρευτεί ότι ανήκει στο είδος της. Οι κωλοφωτιές είναι 2.000 είδη και καμιά δεν πάει με ξένο.
Δεύτερον για να προσελκύσουν τη λεία τους. Και επειδή οι κωλοφωτιές έχουν κανιβαλιστικές τάσεις, δεν είναι λίγες οι φορές που τα θηλυκά αναβοσβήνουν το κωλαράκι τους για να δελεάσουν τα αρσενικά και στη συνέχεια να τα φάνε. Ο τρίτος λόγος είναι για να αποτρέψουν τα αρπακτικά ζώα. Είναι σαν να λένε: “Κοίτα με, είμαι γεμάτη χημικές ουσίες. Μην κάνεις καμιά βλακεία και με φας, η λουσιφερίνη μου θα σου κάτσει στο λαιμό!”
Όλα τα έντομα του καλοκαιριού ζούνε λίγο. Οι πυγολαμπίδες δεν ξεφεύγουν από τον κανόνα. Τα ενήλικα αρσενικά ζουν μερικές βδομάδες και πεθαίνουν αμέσως μόλις ζευγαρώσουν. Τα θηλυκά ζουν λίγο παραπάνω, μέχρι να γεννήσουν τα αβγά τους. Τα αβγά μετά από μερικές εδβομάδες εκκολάπτονται και παραμένουν ως προνύμφες για ένα ή δύο καλοκαίρια. Τρυπούν το χώμα ή τρυπώνουν σε φλοιούς των δέντρων περιμένοντας την άνοιξη για να εμφανιστούν. Τρέφονται με μικρά σαλιγκάρια. Αφού πρώτα τα παραλύσουν, στη συνέχεια τα πιπιλάνε, αφήνοντας στο τέλος τα κελύφη άδεια.
’Ενοιωθα ενοχές όταν έτριβα τις πυγολαμπίδες πάνω στο μπλουζάκι μου. Δεν ήξερα πως τρώγονται μεταξύ τους, πως αυτό το φως που έχουν οι θηλυκές, είναι κάτι σαν το πορτατίφ που ανάβουν μερικές εγκληματικές γυναίκες και περιμένουν τον άντρα-θύμα τους να έρθει για να τον κατασπαράξουν. Ούτε πως ζουν λίγες βδομάδες ήξερα. Τότε ήμουν παιδί και κάθε καλοκαίρι κρατούσε μια ζωή. Κι αν νοσταλγώ κάτι από εκείνη την εποχή, είναι η αίσθηση που είχα, πως ο χρόνος είναι απεριόριστος, το υγρό γρασίδι θα είναι πάντα πράσινο, στον ουρανό θα πετούν συνέχεια οι πυγολαμπίδες κι εμείς οι δύο θα είμαστε για πάντα αγκαλιασμένοι και θα παίζουμε τα “ζευγάρια”…
Βαρέθηκα το μέσα... αποφάσισα να βγαίνω μέσα στην παύρη νύχτα, να βλέπω λίγη κίνηση του δρόμου, να συναντάω ανθρώπους, να φεύγει λίγο το μυαλό... ότι βλέπω, ότι σκέφτομαι, ότι μου αρέσει, θα το γράφω το βράδυ και κάθε βράδυ στην cosmopoliti... εκεί μπορείτε να ακούτε "το τρίτο στεφάνι" του Κώστα Ταχτσή, τραγούδια σε αποκλειστική πρώτη μετάδοση, παρουσιάσεις βιβλίων και παραστάσεων... ευχαριστώ Χριστίνα Πολίτη, που με έβγαλες από το σπίτι και με έκανες cosmopoliti!
Σχόλια για αυτό το άρθρο
Κλείστε διακόπες με σκάφος απο την BednBlue.com και λάβετε έκπτωση χρησιμοποιώντας το κούπονι: cosmopoliti
Σχόλια για αυτό το άρθρο