Έχεις φάει; Έχω μπιφτέκια στον ατμό! Ήταν η πρώτη φράση που μου είπε μόλις άνοιξε την πόρτα του υψηλής καλαισθησίας διαμερίσματός της για να με υποδεχτεί και να με καλωσορίσει. Η υποδοχή της αυτή, ήταν αρκετή για να καταλάβω ότι έχω μπροστά μου μια γυναίκα που τα έχει βρει χρόνια με τον εαυτό της, μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα που χαίρεται την κάθε στιγμή της ζωής. Η Σόνια Θεοδωρίδου φάνταζε στο μυαλό μου σαν μία σοπράνο που κυκλοφορεί αψεγάδιαστη στο σπίτι της και κάνει οικονομία φωνής για να μην σκορπίζει το πολύτιμο ταλέντο της. Όμως η συνάντηση μαζί της, ήταν ανατρεπτική, όπως είναι και η ίδια για τον περισσότερο κόσμο.
Αφορμή για τη συνάντησή μας, είναι η συναυλία που θα δώσει στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη», την Τετάρτη 15 Ιουνίου 2022 στις 21:00 με τίτλο “Από τη Μεσόγειο ως τα πέρατα του κόσμου!” Με μια μικρή παραλλαγή, θα μπορούσε να είναι και ο τίτλος της ζωής της αν κάποτε γίνει βιβλίο: Σόνια Θεοδωρίδου, Από τη Βέροια ως τα πέρατα του κόσμου!
Η ζωή της είναι σαν μυθιστόρημα, που έχει ρομαντισμό, ίντριγκες , δόξα, ταξίδια, λύπες, αισιοδοξία, έρωτες και τρεις γάμους. Η Σόνια -που το όνομά της είναι Σοφία και λόγω ποντιακής καταγωγής έγινε Σόνια- είναι διορατική, ελεύθερο πνεύμα, πρωτοποριακή, το γέλιο της σε γεμίζει χαρά και αισιοδοξία, έχει απίθανο χιούμορ που δεν το φαντάζεσαι και θα μπορούσε να είναι σε κάποιο από τα σόου της τηλεόρασης, να γνωρίσουμε και αυτή την πλευρά του εαυτού της, που θα αρέσει -είμαι σίγουρος- σε πολύ κόσμο. Έχει έμφυτο ταλέντο επίσης στην ηθοποιία, είναι Ιχθύς (προς το τέλος, άρα πήρε και λίγο από τον Κριό) με ωροσκόπο Δίδυμο και όταν τελειώσαμε την κουβέντα μας, μου έπαιξε στο πιάνο και τραγούδησε ένα από τα αγαπημένα της κομμάτια τζαζ, το “Fly me to the moon” και τότε την φαντάστηκα σε ένα μεγάλο θέατρο, με μια μαύρη ριχτή τουαλέτα μπροστά σε ένα μικρόφωνο μόνη της, σε μια κατακόκκινη σκηνή… Ίσως γίνει κάποτε πραγματικότητα…
Μιλήσαμε για όλα, από τα παιδικά της χρόνια μέχρι το γάμο της που θα γίνει το Σεπτέμβριο. Από επιλογή, δεν αναφέρθηκα καθόλου στα πολύ δυσάρεστα γεγονότα της ζωής της, διότι ήθελα αυτή η συνέντευξη να έχει συναισθήματα χαράς και αγάπης. Όπως λέει και η Σόνια: Μία είναι η δύναμη στη ζωή, η αγάπη!
Μέχρι 17μιση χρονών μεγάλωσα στη Βέροια, επαρχιωτάκι. Δεν ήξερα που παν΄ τα τέσσερα. Όμως δεν μεγάλωσα μέσα στη βρόμα, μεγάλωσα με δύο συγκλονιστικούς γονείς, με έναν πατέρα που γύρισε από την εξορία, με ιστορία, μάθαμε να είμαστε αγαθοί με την αρχαιοελληνική έννοια, να είμαστε ταπεινοί, περήφανοι, ειλικρινείς, να δίνεις το χέρι στον φίλο κι όταν σε φιλοξενώ πρώτα να σε ταϊσω. Έτσι μεγάλωσα. Το να είσαι με κάποιον κι όταν φεύγει να αρχίζει το θάψιμο, δεν τα ήξερα αυτά. Γι αυτό προσαρμόστηκα και στη νοοτροπία του εξωτερικού. Ήμουν έτοιμη μέσα μου, καταρτισμένη, μορφωμένη… ήμουν γεννημένη γι΄αυτό! Ήμουν έτοιμη να ανεβώ στις σκηνές, ήμουν έτοιμη να τραγουδήσω για τους βασιλείς, έτοιμη να τραγουδήσω για όλο τον κόσμο, ήμουν έτοιμη γι΄αυτό που έκανα. Για αυτό γεννήθηκα, το ήξερα. Μου έλεγε η Εβραία δασκάλα μου του τραγουδιού, αν σου δώσουν έναν ουρανοξύστη δολάρια κι ένα συμβόλαιο, τι θα πάρεις; Το συμβόλαιο έλεγα. You are very stupid but I love you, μου απαντούσε.
Άκουσα στο ραδιόφωνο μία φωνή, ήταν της Μαρίας Κάλλας. Ήμουν 4-5 χρονών και όπως μου είπε η μητέρα μου αργότερα, είπα: εγώ έτσι θα γίνω. Και το είπα σε ένα περιβάλλον που δεν υπήρχε τίποτα σχετικό. Όταν με ρωτούσαν τι θα γίνω έλεγα χορεύτρια, τραγουδίστρια , ηθοποιός. Αυτά τα τρία σε ένα! Άρα είχε έρθει η στιγμή της πραγμάτωσης αυτού που έμελλε να γίνει. Ήμουν μικρή και έβλεπα τις ελληνικές ταινίες, την Αλίκη Βουγιουκλάκη και έκανα τα ίδια. Ανέβαινα στα θρανία της τάξης και έκανα την Αλίκη να τινάζει τα μαλλιά. Με απορροφούσε αυτό. Επίσης, είχα παρατηρήσει από μωρό, ότι όποτε τραγουδούσα, ξεχώριζα και με κοιτούσαν. Εγώ δεν ήμουν η ωραία της ιστορίας, η αδελφή μου η δίδυμη ήταν. Ήταν ξανθιά εκείνη, εγώ ήμουν πιο ντροπαλή και εσωστρεφής. Βρήκα ένα τρόπο να με αγαπούν, τον τρόπο να στρέψω την προσοχή πάνω μου.
Τα τραγούδια από τις ταινίες, τα έλεγα στο σχολείο μόνο. Αλλά, στην τριώροφη πολυκατοικία που ήμασταν, στο κάτω μέρος, υπήρχε ένα ταβερνείο με πόρνες, που ερχόντουσαν οι αγρότες με τα τρακτέρ. Όταν έπαιζα στην αυλή , άκουγα τα τραγούδια που έβαζαν κι άκουγα μια δωρική φωνή, την Σωτηρία Μπέλλου και άλλα βαριά λαϊκά. Όλο αυτό, το λαϊκό και το κλασικό, το συνέδεσα κάπως μέσα μου. Στο σπίτι μας τραγουδούσαμε καντάδες, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι. Επειδή όμως είμαι Πόντια από την πλευρά της μητέρας μου, είχα γεμίσει τη ζωή μου με ποντιακά γλέντια και τραγούδια, ενώ από τον πατέρα μου (Θράκη και Κωνσταντινούπολη) είχα άλλη κουλτούρα. Είχα ένα παράξενο μείγμα από ήχους.
Πήρα το πρώτο βραβείο της υποτροφίας «Μαρία Κάλλας» και πήγα στην Ακαδημία της Κολονίας, στη Γερμανία όπου έκανε το μάστερ μου. Βρέθηκα στο φυσικό μου χώρο, λάτρευα και ήθελα να είμαι εκεί, από την άποψη της μόρφωσης. Είχα όλα τα εφόδια και όλα τα εργαλεία, είχα μια καταπληκτική δισκοθήκη στην Ακαδημία που σπούδαζα, παρτιτούρες, και πάνω από όλα την υποστήριξη του Χρήστου Λαμπράκη με χρήματα -που τον ευγνωμονώ και δεν τον ξεχνάω όσο ζω- είχα ό,τι χρειαζόμουν. Τότε ήρθε η στιγμή μου, όπως λέω, και εκτοξεύτηκα, ήμουν η πιο μικρή σολίστ στην Όπερα της Φραγκφούρτης. Και μετά πήγα στο Λονδίνο.
Στη Γερμανία τα πράγματα ήταν άσχημα, αλλά εύκολα από την άποψη ότι δεν αρκεί να είσαι καλός, πρέπει να είσαι άριστος. Στο επάγγελμά μας είσαι ή πρώτος ή εμένα τουλάχιστον δεν με αφορά το από κάτω. Όταν είσαι καλός, οι πόρτες ανοίγουν από μόνες τους. Δεν κάνεις καμία προσπάθεια, ούτε χρειάζεται να είσαι σε καμιά φατρία ή παρέα. Αν είσαι καλός, είσαι εκεί. Με αυτή τη νοοτροπία ήρθα στην Ελλάδα. Όποιος βγει από τον τροχό της όπερας, είναι δύσκολο να ξαναμπεί. Έχει αλλάξει η αγορά. Τώρα πολύ μικρές τραγουδάνε και πολύ μικρές τελειώνουν, δύσκολο να κρατήσουν οι καριέρες πια, όπως κρατούσαν στη γενιά μου, κι ακόμα πιο παλιές. Ξεκινούσες με ένα μικρό ρόλο, να ωριμάσεις μέσα σε αυτό, να πας στον επόμενο μεγάλο ρόλο και σιγά σιγά να ανθίσεις. Τώρα πια αυτό δεν υπάρχει. Αν είσαι τυχερή τελειώνει η καριέρα στα 50. Οι φωνές φθείρονται πολύ γρήγορα. Αυτό λείπει από τη σοβαρή και βασική εκπαίδευση. Επίσης, το ότι οι άνθρωποι ακούνε με τα μάτια, έχει μεγάλο αντίκτυπο στην ποιότητα του τραγουδιού.
Η καριέρα μου έξω ήταν και είναι πολύ επιτυχημένη. Στην Ελλάδα ερχόμουν να τραγουδήσω στο Μέγαρο και έφευγα. Όταν ήρθα να μείνω μόνιμα, επαγγελματικά ήταν το μεγαλύτερο χαστούκι που έφαγα στη ζωή μου. Όλες οι πόρτες κλειστές. Δεν είχε για μένα πουθενά τίποτα. Δεν το λέω με πικρία, ήταν η πραγματικότητα. Όμως επειδή είμαι και αγωνίστρια, είπα θα επιβιώσω. Κι έτσι με την δική μου ορχήστρα και του τότε συζύγου μου, κάναμε για αρχή, περιθωριακά κοντσέρτα. Μέσα μου έλεγα: δεν πειράζει που θα τραγουδήσεις, αν θα είναι επαρχία ή μεγάλη πόλη, τραγούδα για τον κόσμο. Στους κύκλους μου, της κλασικής μουσικής δηλαδή, με κοιτάζουν κάπως. Αλλά εγώ είμαι πολύ πλήρης μέσα μου κι αυτά δεν με ενδιαφέρουν. Ευτυχώς είμαι τόσο πλήρης ώστε να λέω ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να τιμά τον εαυτό του και να τιμά τα όνειρά. Να κάνει αυτό που πραγματικά θέλει γιατί όταν κλείσουν οι πόρτες, δεν ενδιαφέρει τον άλλον πώς είσαι εσύ στο σπίτι σου. Οπότε θα κάνω πάντα αυτό που με οδηγεί το ένστικτό μου και η αγάπη μου για τη μουσική. Στο εξωτερικό οι θεατές είναι πιο εκδηλωτικοί γιατί η όπερα είναι η καθημερινότητά τους. Εμείς σαν λαός είμαστε εκδηλωτικοί στη λαϊκή μουσική, που χορεύουμε. Έχουμε ένα είδος κουλτουριάρικης σοβαροφάνειας που είναι για μένα λάθος. Ήρθε η ώρα να αποδεσμευτούμε από όλα αυτά, να απελευθερωθούμε και να χαρούμε.
Έχω κάνει ανατρεπτικά –για τον κόσμο- πράγματα. Το κοντσέρτο με τον Σάκη Ρουβά ήταν σούπερ και πραγματικά ο Σάκης ήταν στα καλύτερά του. Τραγούδησε μία χαρά το παιδί. Έκανα το Cats, έπαιξα την γυναίκα του μαφιόζου στο Μικρό Ψάρι του Γιάννη Οικονομίδη, με σκηνοθέτησε ο Νίκος Μαστοράκης στα ποιήματα του Jacques Brel, αλλά αυτή είμαι εγώ, είμαι ο χαρακτήρας μου, δεν θέλω κανέναν να προκαλέσω. Όταν τραγούδησα Τα σχοινιά σου στην εκπομπή “Στην υγειά μας” η μαμά του Παντελίδη με πήρε εκείνο το βράδυ τηλέφωνο. Τόσες όπερες έχω πει, στο δρόμο για τον Παντελίδη με χαιρετούσε ο κόσμος, γιατί εγώ πιστεύω ότι αυτό το παιδί είχε ταλέντο, δεν έχει σημασία από ποιο χώρο είναι, το ταλέντο είναι πάντα ταλέντο. Το τραγούδι αυτό με άγγιξε πολύ και οι στίχοι και η μελωδία. Έχω στα σκαριά ένα cd ανατρεπτικό, που θα το ανακοινώσω αργότερα.
Μετά το θάνατο του πατέρα μου, έδωσα το πρώτο μου κοντσέρτο στη Βέροια που είχα υποσχεθεί ότι θα πάω, σολίστ εγώ τότε, στην Όπερα της Φραγκφούρτης . Ήταν οι θείες μου, οι θείοι μου, ξαδέλφια, συμμαθητές μου από το νηπιαγωγείο ακόμα, οι δασκάλες μου, οι καθηγητές μου, οι τοπικές αρχές, ήταν όλη η Βέροια σ΄αυτό το κοντσέρτο. Στα μάτια των ανθρώπων αυτών, ήμουν όλες οι δικές τους προσδοκίες. Αυτό είναι κάτι αξέχαστο. Βέβαια, έγιναν τρομερά αστεία πράγματα, όπως όταν βγήκα στη σκηνή, η θεία μου η Γιωργίτσα είπε: Σόνια πουλάκι μου, εδώ είμαι. Λέω: Απόψε τραγουδάω στη μνήμη του πατέρα μου, μην κλαις πουλάκι μου, ακούγεται η θεία μου, ορφανό είναι το καημένο! Ήταν τόσο αστείο και συγκινητικό μαζί.
Το πιο ωραίο που μου έχει συμβεί, είναι όταν ήταν ο γιος μου ο Μαξιμίλιαν μωρό κι εγώ τραγουδούσα στη σκηνή, τον πρόσεχε η νταντά του. Της ξέφυγε όμως κάποια στιγμή που ήταν απασχολημένη και ήρθε μπουσουλώντας στη σκηνή φωνάζοντας μαμά, μαμά. Σταματάνε όλοι, ο κόσμος χειροκροτούσε, τον παίρνω αγκαλιά κι έγινε χαμός.
Ξεχωρίζω ένα κοντσέρτο στην Οδησσό όπου τραγούδησα Καβάφη με τη συμφωνική ορχήστρα σε 2500 ακροατήριο. Δεν έχω ξαναζήσει τέτοια ποιότητα ακροατού, από τα πιο σπάνια πράγματα που μου έχουν συμβεί. Επίσης στην Αρμενία, μετά το κοντσέρτο ήρθε ένας κύριος μεγάλης ηλικίας που δεν έγραφε ελληνικά, ήταν Πόντιος. Η οικογένειά του είχε φύγει από τον Πόντο, βρέθηκαν στην Αρμενία και είδε μια Ελληνίδα να τραγουδάει εκεί και ήρθε.
Θυμάμαι, ξεχωριστά επίσης, το κοντσέρτο στη Βασιλική Όπερα των Βρυξελλών, ήταν καλεσμένοι οι πάντες. Τραγουδάω ένα ρόλο κι όταν τελείωσε η παράσταση, κλείνει η αυλαία και περιμένω να χειροκροτήσει ο κόσμος. Και δεν ακούω τίποτα. Ανοίγει η κουρτίνα να υποκλιθώ κι ακούω τον κόσμο να κλαίει γοερά, όλο το θέατρο. Όσο ζω δεν θα το ξεχάσω. Είπα ότι αν πεθάνω εκείνη τη στιγμή, εκπλήρωσα το σκοπό της ζωής μου.
Στο κοντσέρτο που θα κάνω στο Θέατρο Βράχων, βάλαμε όλα τα παιδιά μέχρι 10 ετών να έρθουν δωρεάν. Θέλω πάρα πολύ να έρθουν παιδιά. Ξέρω πόσο δύσκολες είναι οι εποχές, φανταστείτε μια τετραμελή οικογένεια με δύο παιδιά, να μην μπορεί να τα πάρει. Αν πάει καλά και βγουν επιπλέον χρήματα, θα δώσω υποτροφίες –που δίνω έτσι κι αλλιώς- σε παιδιά να σπουδάσουν μουσική. Αυτός είναι ο σκοπός μου. Έχω 120 άτομα χορωδία. Θέλω να διδάσκω σε ανθρώπους που δεν ξέρουν μουσική. Θα τραγουδήσω σε 12 γλώσσες, τραγούδια της Μεσογείου σε όλες τις ιδιωματικές γλώσσες. Θα τραγουδήσω και γλώσσες που δεν μιλάω αλλά τις τραγουδάω, ανάμεσά τους μικρασιάτικα, ποντιακά, κυπριακά, εβραϊκά, πορτογαλέζικα, γαλλικά, κορσικανά, ισπανικά και άλλες. Τη λαχταράω πολύ αυτή την παραγωγή, γιατί είναι ένα παγκόσμιο πράγμα
Με την Νατάσα Θεοδωρίδου μας μπέρδεψαν μια φορά. Τραγουδάω στα εγκαίνια του Μεγάρου Μουσικής στη Θεσσαλονίκη και μένω σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο. Είχα μακριά μαλλιά τότε, μου λέει η αδελφή μου θα σε πάω στο κομμωτήριο του ξενοδοχείου, αν και δεν μ αρέσουν τα κρεπαρίσματα. Κλείνει ραντεβού στο όνομά μου, πάω, ήταν μια Πόντια κομμώτρια, λέω Θεοδωρίδου, πού ΄ντην μου λέει, εγώ είμαι. Τι είσαι εσύ; Τραγουδίστρια της όπερας. Ψωνάρες, Σούλλλα λλλούστην! Με έκανε κούκλα όμως, ήρθε και στο Μέγαρο κι όταν τέλειωσε ήρθε στο καμαρίνι και μου λέει χτυπώντας το κούτελό της: Ρε κορίτσι μου, παξιμάδι μας άφησες. Με ρωτούν γιατί έχω τα μαλλιά μου κοντά. Αραίωσαν μωρό μου, τι να κάνω, με το ζόρι να τα κρατάω; Μια χαρά μου πάνε και τα κοντά. Πρέπει να συμβαδίζουμε με την ηλικία μας και με αυτά που μπορούμε.
Η πιο μεγάλη μάχη που έδωσα στη ζωή μου είναι με τα κιλά. Και τώρα ακόμα. Όλα είναι κοκαλέξ πια. Αν και τώρα δεχόμαστε τον καθένα όπως είναι, μιλώ για το status του απολύτου άριστου. Νιώθω όμως πολύ καλά με τον εαυτό μου, ποτέ δεν ήμουν 1,80 αλλά εμένα με ερωτεύτηκαν οι άνθρωποι αλλιώς. Υπάρχουν και άνθρωποι που τους αρέσω, δεν είμαι άσχημη, ούτε τέρας (κάνει γκριμάτσες με το πρόσωπό της και γελάμε) αλλά πιστεύω πάρα πολύ σ΄αυτό που αναβλύζει από την ψυχή.
Έχω μια καλή ζωή, στο εσωτερικό της ζωής μου, αυτό που κατέκτησα με το λαρύγγι μου, γιατί όταν έφυγα στο εξωτερικό δεν είχα ούτε παλτό. Εκεί το αγόρασα πρώτη φορά, κι ό,τι βλέπετε κι ό, τι σας αρέσει, είναι από τη φωνή μου. Είμαι αυτοδημιούργητη. Κι όσο μεγαλώνεις, θες περισσότερη… όχι πολυτέλεια, άνεση. Μ΄αρέσει να μαγειρεύω, να τακτοποιώ –το τι συρτάρι έφτιαξα στην καραντίνα- και να διορθώνω. Με ευχαριστεί η καλή παρέα, η μόρφωση, γράφτηκα στο Πανεπιστήμιο και πήρα δίπλωμα στη βοτανολογία, μ΄αρέσει να μαθαίνω γλώσσες, έξι γλώσσες μιλάω και μ΄αρέσει να έχω ένα καλό σύντροφο να περνάω ωραία. Μου αρέσει επίσης να βοηθάω ανθρώπους που έχουν ανάγκη, ξεκίνησα στην καραντίνα –και συνεχίζω- να μαγειρεύω για 20 άτομα, μία φορά την εβδομάδα. Έτσι γνώρισα και τον σύντροφό μου, τον Δημήτρη. Ήρθε να με βοηθήσει να μεταφέρουμε τα φαγητά κι έτσι γνωριστήκαμε και ερχόταν κάθε μέρα να πηγαίνουμε τα πράγματα. Μην με ερωτευτείς, του είπα, είμαι καμένη, τελειωμένη. Εκείνος δεν έλεγε τίποτα, είναι πολύ ευγενικός και καλός. Και μια μέρα μου λέει: εγώ εσένα θα σε παντρευτώ. Και παντρευόμαστε το Σεπτέμβριο.
Αν ξεκινούσα από την αρχή, μερικά πράγματα θα τα άλλαζα. Όμως πιστεύω ακράδαντα, ότι ο κάθε άνθρωπος παίρνει το μάθημά του στη ζωή. Αυτά που με πόνεσαν πάρα πολύ, με έκαναν και έμαθα , κι εκείνα που με χαροποίησαν πάρα πολύ, άμβλυναν τον πόνο. Έτσι έμαθα να συγχωρώ, αυτό ήταν το μεγαλύτερο δώρο που πήρα στη ζωή μου. Να συγχωρώ αυτούς που μου έκαναν τόσο κακό. Η συγχώρεση είναι η μεγαλύτερη λύτρωση στον άνθρωπο. Υπάρχουν στιγμές που έχω αρκετό θυμό, ειδικά σε αυτούς που με αδικούν. Τα προσπερνάω όμως γιατί δεν θέλω στην καρδιά μου και γενικότερα στην αύρα μου, να επικρατεί κακία και να λερώνομαι με βρομιές τέτοιου είδους.
Υ.Γ.: Σόνια-Σοφία, σε ευχαριστώ πολύ για όλα, περισσότερο για αυτά που μοιράστηκες μαζί μας και δεν λέγονται δημόσια…
Bonus: Η Σόνια Θεοδωρίδου στην πρώτη τηλεοπτική της εμφάνιση το 1980, σε διαγωνισμό της ΕΡΤ για νέους μουσικούς της τζαζ, όπου ξεχώρισε με τη φωνή της και διακρίθηκε ιδιαίτερα. Στο πιάνο ο Τάκης Χαρίτος
Φωτογραφίες: Σπύρος Σιακαντάρης
Πληροφορίες και εισιτήρια για τη συναυλία εδώ
Σχόλια για αυτό το άρθρο