Παιδί του θεάτρου Τέχνης, θεατρίνα με μεγάλη πορεία στο σανίδι, αφοσιωμένη και συνεπής στη σκηνή, πολιτικοποιημένη με στόχους, ασυμβίβαστη και ακέραια, η Εύα Κοταμανίδου ξεχώρισε σε παραστάσεις που άφησαν το στίγμα τους και είχε μια σημαντική πορεία τόσο στη μεγάλη όσο και στη μικρή οθόνη. Στον κινηματογράφο έγινε γνωστή ως η πρωταγωνίστρια του Θεόδωρου Αγγελόπουλου με τις υπέροχες ερμηνείες της στις ταινίες “Ο θίασος”, “Μεγαλέξαντρος”, “Οι κυνηγοί”, “Τοπίο στην ομίχλη”, “Τριλογία: Το λιβάδι που δακρύζει” και “Το βλέμμα του Οδυσσέα“. Σημαντικές όμως ήταν και οι ταινίες Ρόζα, Το ευτυχισμένο πρόσωπο της Λεωνόρας, Καγκελόπορτα, Ζωή χαρισμένη, Το αίμα των αγαλμάτων, Δονούσα που συμμετείχε. Στην τηλεόραση αγαπήθηκε ως Κασσάνδρα στο σίριαλ Λεηλασία μιας ζωής (1978), ως Μερόπη στο Φως του Αυγερινού (1980) και ως Ουρανία στο Προς Οφρύνιο (1984), ενώ συμμετείχε σε πολλά έργα στο “Θέατρο της Δευτέρας”. Τελευταίες τηλεοπτικές εμφανίσεις της στις σειρές Η φυλή των ανθρώπων (1995) και Χωρικά ύδατα (1998).
Η Εύα Κοταμανίδου γεννήθηκε το 1936 στη Νέα Φιλαδέλφεια, όπου και μεγάλωσε. Δεύτερη κατά σειρά από τις τρεις κόρες της οικογένειας, κοινωνική από πολύ μικρή ηλικία, ήταν πάντα «μέσα σ’ όλα», με ιδιαίτερα άριστες επιδόσεις – τελείωσε το Γυμνάσιο με βαθμό απολυτηρίου 19 και 2/14 – που της επέτρεπαν να συμμετέχει στα κοινά της «κλειστής» μαθητικής της κοινωνίας. Εκτός από τις σχολικές παραστάσεις που λάμβανε μέρος, με σκετς, θεατρικά και ποιήματα, έψελνε τις Κυριακές μαζί με την μεγαλύτερη αδελφή της στην εκκλησία, ενώ παρακολουθούσε ανελλιπώς τις εκπομπές του Μαμάκη. Η μελωδική της φωνή είχε κάνει τους καθηγητές της να πιστεύουν ότι θα ακολουθήσει επαγγελματικά το τραγούδι.. Η ίδια, αλλά και οι γονείς της, ίσως γιατί δεν είχαν δώσει την απαιτούμενη σημασία, επιθυμούσαν να σπουδάσει. Μετά το τέλος του Γυμνασίου έδωσε εξετάσεις στη Γαλλική Φιλολογία και παράλληλα με τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο εργαζόταν στον ΟΤΕ ως τηλεφωνήτρια.
Η αγάπη της για το θέατρο είχε μπει σε δεύτερη μοίρα, μια και την πρώτη είχε κερδίσει το Πανεπιστήμιο. Φοιτήτρια πια και αφού είχε μεταπηδήσει στο Γαλλικό Ινστιτούτο της οδού Σίνα, παρακολουθώντας το τμήμα Speciale, εφάμιλλο της Γαλλικής Φιλολογίας ως προς την επάρκεια, πήρε το πτυχίο της, που της έδωσε την ευκαιρία να ανοίξει με μία φίλη της, Γαλλικό Ινστιτούτο στη Νέα Ιωνία. Η φλόγα και το πάθος που είχε γεννηθεί στην ψυχή της για το θέατρο, είχε φουντώσει και την οδήγησε σε μία μεγάλη απόφαση. Μπλεγμένη όπως ήταν μέσα στις πολλές δραστηριότητές της, σκέφτηκε πως θα μπορούσε να σπουδάσει θέατρο όχι για να γίνει ηθοποιός, όπως δικαιολογούσε τον εαυτό της στο κοντινό της περιβάλλον, αλλά μόνο και μόνο για να σπουδάσει την τέχνη της υποκριτικής.
Το μεγάλο άλμα στη ζωή της είχε γίνει. Το 1962 περνάει επιτυχώς τις εξετάσεις της Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και από την πρώτη χρονιά παίρνει υποτροφία. Παράλληλα αποχώρησε, λόγω φόρτου εργασίας, από το Γαλλικό Ινστιτούτο, ενώ δύο χρόνια μετά αποφοίτησε με άριστα από τη Δραματική Σχολή του Κ. Κουν και ταυτόχρονα παραιτήθηκε από τον ΟΤΕ. Η συνεργασία της με τον Κάρολο Κουν άρχισε το 1964 και διήρκεσε ως το καλοκαίρι του ’71, ανεβάζοντας έργα ρεπερτορίου. Από τα αγαπημένα της ήταν το «Μάρα Σαντ», τα έργα του Ιονέσκο «Καρέκλες», «Φαλακρή τραγουδίστρια» και «Το παιχνίδι της σφαγής», καθώς και το έργο του Μπέκετ «Το τέλος του παιχνιδιού». Το αρχαίο δράμα, που τότε ξεκινούσε ο Κουν, απέκτησε έναν ακόμη υποστηρικτή του. Έλαβε μέρος με μικρούς ρόλους στα έργα «Πέρσες», «Όρνιθες», «Λυσιστράτη» και «Βάτραχοι».
Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας της, το 1970, την οδήγησε στο οριακό σημείο να εγκαταλείψει τη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης για έναν ολόκληρο χρόνο. Επανέρχεται το 1972, στο πλάι της Άννας Συνοδινού, με το έργο «Ηλέκτρα» που ανέβηκε στο Ηρώδειο και συνεχίζει μαζί της στο θέατρο «Βρετάνια», παρουσιάζοντας τρία έργα: «Μαριάννα Πινέτα», «Τα παιχνίδια» του Ζορζ Μισέλ και την «Αντιγόνη» του Μπρεχτ. Το επόμενο καλοκαίρι περιοδεύει στην επαρχία με τον Δημήτρη Μυράτ με το έργο «Αντιγόνη» του Σοφοκλή.
Η πόρτα του κινηματογράφου ανοίγει διάπλατα για την Εύα Κοταμανίδου, από τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο, ο οποίος της προτείνει να πρωταγωνιστήσει στην ταινία του «Θίασος», που της χάρισε το α’ βραβείο γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Το 1975 ανεβαίνει για πρώτη φορά στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας και πρωταγωνιστεί μαζί με τον Μάνο Κατράκη στο έργο «Ο θάνατος του Διγενή». Η πρόταση για να αντικαταστήσει την Μελίνα Μερκούρη στο έργο «Η όπερα της πεντάρας» το 1976, της έδωσε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τον Ζιλ Ντασέν και τον Νίκο Κούρκουλο. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς ανεβάζει τις «Τρωάδες» στην παράσταση του Τσαρούχη και ένα χρόνο μετά παίζει πάλι στο ίδιο έργο μαζί με την Ασπασία Παπαθανασίου. Το Λαϊκό Πειραματικό Θέατρο του Λεωνίδα Τριβιζά της δίνει το ρόλο της Ηλέκτρας στο έργο «Ορέστης» που παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών, ενώ η συνεργασία της ολοκληρώνεται με τα έργα «Επτά επί Θήβαις» και «Αντιγόνη». Η Εύα Κοταμανίδου και η Αλίκη Γεωργούλη εγκαινιάζουν το 1980 το θέατρο «Αποθήκη» με το έργο «Όλο σπίτι, κρεβάτι και εκκλησία» των Φράνκα Ράμος και Ντάριο Φο. Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος τη δέχεται στο δυναμικό του από το 1986 έως το 1991, όταν παραιτήθηκε κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας.
Με την ταινία “Ρόζα” κερδίζει ξανά το Α΄ Βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το 1981 εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής του Κ.Κ.Εσ. Στις εκλογές του Ιουνίου και του Νοεμβρίου του 1989 εξελέγη βουλευτής Β’ Αθηνών με το Συνασπισμό, ενώ στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου 2012 ήταν υποψήφια βουλευτής Επικρατείας με τη Δημοκρατική Αριστερά.
Η Εύα Κοταμανίδου πέρασε στην αιωνιότητα στις 26 Νοεμβρίου 2020.
Σε συνέντευξή της στο περιοδικό Φουαγιέ το 2006, είχε δηλώσει ότι πίστευε στη δυνατότητα του μυαλού, κι όχι σε Θεούς ούτε σε θαύματα. “Δεν σημαίνει ότι δεν σέβομαι όσους πιστεύουν. Από διαβάσματα και εμπειρίες ζωής ξέρω, έχω αποδεχτεί το γεγονός ότι οποιαδήποτε θρησκεία γεννήθηκε από την αγωνία του ανθρώπου να πιαστεί από κάπου, να πιστέψει κάπου, να απαλύνει την αγωνία του θανάτου. Να απαντήσει στα κρίσιμα ερωτήματα: Πού πάω όταν πεθάνω, υπάρχει ζωή μετά το θάνατο;”
Είπα πάρα πολλά όχι στη ζωή μου, αλλά το πίστευα αυτό. Ήταν το πιστεύω μου. Υπηρέτησα την τέχνη με ακεραιότητα και δεν μπόρεσα να κάνω παραχωρήσεις. Γι΄αυτό δεν έβγαλα και λεφτά. Ένα σπίτι 62 τετραγωνικά με δάνειο το πήρα. Κι ένα Ρενό νούμερο πέντε με τη βουλευτική ασυλία το πήρα. Αυτά είναι όλα όσα έχω. Αν βεβαίως είχα άλλη στοχοκατεύθυνση θα κέρδιζα χρήματα. Αυτό όμως για κάποιους είναι και η καταστροφή τους, και των ίδιων και της τέχνης τους.
Ξέρω ηθοποιούς που έλαμψαν σ΄ένα θεατρικό είδος εύκολο κι επαναλαμβανόμενο, ένα θέατρο καθαρής “τυποποίησης”. Όμως στην ηλικία που άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι δεν τους μένει χρόνος πια, εξέφρασαν την επιθυμία να πλάσουν ρόλους απαιτητικούς που να υπερβαίνουν τα μέχρι τότε όριά τους. Ανάλογα με τον χαρακτήρα του καθενός, ανάλογα με το πού στοχεύει και τι θέλει να κερδίσει. Το θέατρο με έχει πλουτίσει πάρα πολύ. Διαβάζοντας και ερμηνεύοντας ένα ρόλο, πρέπει να τον τοποθετήσεις σε ένα πλαίσιο κοινωνικοπολιτικό. Να μπω στην εποχή, να μελετήσω, να καταλάβω γιατί ο συγγραφέας έγραψε το έργο του, από τι εμπνεύστηκε, από τι επηρεάστηκε. Τα μεγάλα έργα μιλάνε για πανανθρώπινες αξίες, την αγάπη, το μίσος, τον έρωτα…
Δεν ξέρω αν έχω κάνει λάθος σε ερμηνεία ρόλων. Δεν αποκλείεται να έχω κάνει. Μόνο που δεν το συνειδητοποιείς την ώρα που το κάνεις. Όταν ξαναπιάνω ένα ρόλο μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, ανακαλύπτω ότι πολλές πτυχές της προσωπικότητας της ηρωίδας δεν μου είχαν αποκαλυφθεί. Δεν σταματά ποτέ η Τέχνη, αν πεις τα κατάφερες έχεις τελειώσει.
Δολοφονία του Μαρά (1966)
Φρεναπάτη (2010)
Η Αγνή του Θεού (2006)
Βραβείο ερμηνείας για την Ανάκριση, το 2014, στα Κορφιάτικα Βραβεία
Οικογενειακές στιγμές ευτυχίας με τους γονείς της και την αδελφή της
Οι κυνηγοί (1977)
Οι κυνηγοί (1977)
Στη σειρά “Λεηλασία μιας ζωής”
Κάτω η ταινία “Ο θίασος”
https://www.youtube.com/watch?v=aPEKdwuZdks
Η συγκλονιστική σκηνή του χορού στην ταινία “Μεγαλέξανδρος”
Ο εμβληματικός μονόλογος στην ταινία “Ο θίασος”
https://www.youtube.com/watch?v=x2NA82Aa5ro
Σχόλια για αυτό το άρθρο