“Το βράδυ θα πάμε στον Δημήτρη Μητροπάνο. Θέλεις να έρθεις; Θα είναι και η Ζωή Λάσκαρη μαζί” μου λέει στο τηλέφωνο η φίλη μου Χρύσα Κοροπούλη. Είναι η εποχή του “και βάφω τις κουρτίνες στο χρώμα που μισούσες“, με είχε εντυπωσιάσει αυτό το τραγούδι, ένας άντρας που κάθεται και βάφει κουρτίνες για να εκδικηθεί την αγαπημένη του. “Πάμε” της λέω. Περάσαμε υπέροχα,και όταν κατά τις 6 τελείωσε το πρόγραμμα και πήγαμε στο καμαρίνι του “μην φύγετε”, μας λέει ο Μητροπάνος, “Θα πάμε σπίτι μου να φάμε”. Φτάσαμε σπίτι του, φόρεσε μια ποδιά και άρχισε να μαγειρεύει μπριζόλες, πατάτες τηγανητές, έφτιαξε μια ντοματοσαλάτα και καθήσαμε στο τραπέζι. Φάγαμε, ήπιαμε, κουβεντιάσαμε και κάποια στιγμή που μιλούσε για τη ζωή του “έχω πληρώσει ακριβά τα λάθη μου” γυρίζει και μου λέει “αλλά μυαλό δεν θα βάλει αυτό το κεφάλι”.
Γύρισα σπίτι και το σημείωσα σε ένα ιδιαίτερο μπλοκάκι που έχω για τα “δύστυχα δίστιχα”, δύο στίχοι δηλαδή που άλλες φορές γίνονται τραγούδι και άλλες παραμένουν για πάντα δύο στίχοι.
”Εχεις κανά στίχο για τον Μητροπάνο;” μου λέει μετά από χρόνια ο Τάκης Μπουγάς. Θυμήθηκα το “δύστυχο δίστιχο” που είχα σημειώσει, έκατσα και έφτιαξα τους στίχους για το “Μυαλό δεν θα βάλει αυτό το κεφάλι” και τους έστειλα στον Τάκη. Με πήρε τηλέφωνο μετά από ένα μήνα, “Το άκουσε ο Μητροπάνος και του άρεσε” μου λέει. “Επειδή όμως έχει προβλήματα με την υγεία του, θα πάει στο Παρίσι για μια εγχείρηση. Αν όλα πάνε καλά, θα γυρίσει πίσω και θα το πει”.
Ο Θεός βοήθησε και γύρισε στην Ελλάδα, μπήκε στο στούντιο και το τραγούδησε με το μοναδικό δωρικό του τρόπο, με αυτό το γρέζι στη φωνή, που τόσο είχα αγαπήσει. Το άκουγα σήμερα που είναι η επέτειος του θανάτου του, και για μια ακόμα φορά κατάλαβα ότι τα ωραία τραγούδια είναι σαν τα διαμάντια. Όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν χάνουν τη λάμψη τους. “Μυαλό δεν θα βάλει, αυτό το κεφάλι και κλαίει υποφέρει πονά, μα όσα κι αν πάθει, τα ίδια τα λάθη, θα κάνει ξανά και ξανά και ξανά…”
Σχόλια για αυτό το άρθρο