Έχει δημιουργήσει το δικό του θεατρικό χώρο, το Vault, με πολλές θυσίες, αλλά και με πολύ μεράκι και πολλή αγάπη και κατόρθωσε μέσα σε λίγα χρόνια να τον κάνει γνωστό στο θεατρόφιλο κοινό και όχι μόνο με τις εξαιρετικές παραστάσεις που ανεβάζει. Το Vault θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω σαν ένα μικρό πολιτιστικό πυρήνα, γιατί εκτός από θεατρικές παραστάσεις, δίνεται «βήμα» και σε άλλου είδους δρώμενα που αφορούν την τέχνη του χορού, των εικαστικών και της μουσικής. Και για όλα αυτά φρόντισε – και φροντίζει – ο ακάματος και δημιουργικά ευρηματικός σκηνοθέτης και ηθοποιός Δημήτρης Καρατζιάς. Αγαπά με πάθος αυτό που κάνει, είναι η «ψυχή» του Vault και δίνει το 100% των δυνάμεών του και του «είναι» του για αυτό. Οι παραστάσεις που γράφει και σκηνοθετεί «σπάνε ταμεία», επαναλαμβάνονται για δεύτερη συνεχή σεζόν και αποσπούν τις καλύτερες κριτικές των αρμοδίων και μη. Κατόρθωσα να δω την «Πνιγμονή» του –μην την χάσετε, πρέπει οπωσδήποτε να δείτε αυτήν την παράσταση – και πραγματικά συγκλονίστηκα! Δεν ήξερα τί να πρωτοθαυμάσω, τις καθηλωτικές ερμηνείες των ηθοποιών, το «δυνατό κείμενο» ή την εμπνευσμένη σκηνοθεσία του και την καλοδουλεμένη μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια δουλειά του. Του αξίζουν πολλά μπράβο! Θα ήθελα όμως, να «δοκιμαστεί» και σε μεγάλη σκηνή. Είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρει γιατί διαθέτει και τα φόντα και τα προσόντα. Και του αξίζει. Είδα, παράλληλα, και τη σκηνοθεσία του στο καινούργιο έργο του ταλαντούχου Πάνου Μπρατάκου «Μικρές ιστορίες φόνων», που «σπάει κόκκαλα» με τη δύναμη του λόγου του και το μόνο που έχω να πω, ότι τέτοιο ιδανικό «πάντρεμα» συγγραφέα και σκηνοθέτη, είχε καιρό να γίνει, για αυτό και το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό! Βγάλτε εισιτήριο και τρέξτε πάραυτα στο Vault, χωρίς δεύτερη σκέψη. Είναι μια θεατρική εμπειρία που δεν πρέπει να χάσετε με τίποτα και ένα θεατρικό στέκι που θα το λατρέψετε και θα γίνετε φανατικοί θαυμαστές του, γιατί πάντα θα απολαμβάνετε καλές παραστάσεις. Οι φανατικοί του Cosmopoliti γνωρίζουν το Vault -μας αρέσουν οι δουλειές του και τις στηρίζουμε πάντα- ας γνωρίσουμε τώρα και τη ψυχή του!
-Το φιλόξενο θέατρό σου Vault ήταν το απάγκιο σου, για να στεγάσεις τα όνειρα και τα οράματά σου;
Το Vault είναι ένας χώρος, όπου δόθηκε η ευκαιρία σε μια ομάδα καλλιτεχνών (σκηνοθέτες, ηθοποιοί κλπ ) να συναντηθεί και να δημιουργήσει. Το Vault είναι οι άνθρωποι του. Αυτό είναι το μεγαλύτερο κέρδος μας. Αυτή η συνάντηση. Κι αυτό είναι που αγαπάω σε αυτό το χώρο. Δεν πιστεύω σε χώρους. Πιστεύω σε ανθρώπους. Κι έχω την ευτυχία και την τύχη να συνεργάζομαι και να συναναστρέφομαι εδώ και τρία χρόνια με πολλούς άξιους καλλιτέχνες. Δεν εμπνέομαι από το Vault για να δημιουργήσω, αλλά από τους ανθρώπους που το περιβάλλουν, που κινούνται δίπλα μου, που έχω δίπλα μου. Φυσικά και τα όνειρα και τα οράματα μου βρήκαν στέγη σε αυτό το χώρο που με πολύ κόπο και αγάπη μαζί με το Μάνο Αντωνιάδη δημιουργήσαμε. Αλλά το Vault είναι φιλοσοφία, ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε την τέχνη μας, τους συνανθρώπους μας, τους ηθοποιούς, τους συνεργάτες τους θεατές μας. Όχι οι τοίχοι που μας περιβάλλουν. Θα μπορούσα άνετα να μεταφέρω “όνειρα και οράματα” σε κάθε πρόθυμο Vault, φτάνει να υπήρχαν ανάλογες συνθήκες, κοινή ματιά, αγάπη και σεβασμός για την τέχνη μας.
-Εκτός από τον καλλιτεχνικό προγραμματισμό, πόσο δύσκολο είναι να έχεις και την οικονομική ευθύνη;
Τέχνη μες στην κρίση. Χώροι αυτοδιαχειριζόμενοι, με μόνο τους έσοδο τα εισιτήρια. Και μόνο αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα. Κάνουμε θέατρο, από το τίποτα, με το τίποτα. Φυσικά και δεν έχουμε τα σκηνικά που θα θέλαμε, τους φωτισμούς που θα θέλαμε, τα κοστούμια που θα θέλαμε. Στύβουμε το μυαλό μας για να έχουμε τις φτηνότερες λύσεις και το καλύτερο αποτέλεσμα. Και δουλεύουμε άπειρες ώρες. Ώρες που δεν τις πληρώνεσαι ούτε κατά διάνοια. Ώρες που μόνο το χειροκρότημα και μια καλή κουβέντα από τους θεατές μπορούν να ξεπληρώσουν. Και φυσικά είναι αδύνατο να είσαι καλλιτέχνης και παραγωγός. Πάντα θα μπαίνεις “μέσα”. Είναι αδύνατο να βγάλεις λεφτά από τέτοιους χώρους. Μπορείς στην καλύτερη απλά να επιβιώνεις.
-Με ποια κριτήρια επιλέγεις το ρεπερτόριο που ανεβάζεις κάθε χρόνο;
Πέρσι είχαμε κάνει ένα μεγάλο αφιέρωμα στο Lorca. Φέτος στους Νεοέλληνες συγγραφείς. Το δεύτερο έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Διάβασα υπέροχα κείμενα ανθρώπων που γράφουν για τη χώρα μας , τα προβλήματα μας και τους συμπολίτες μας. Κείμενα που άμεσα μας αφορούν. Γνωρίζουμε και συστήνουμε στο κοινό μια σειρά από πολύ ενδιαφέροντες Έλληνες συγγραφείς (Τσίτας, Μπρατάκος, Ζουγκός, Τσιπιανίτης κλπ) που πιστεύω ότι θα μας απασχολήσουν πολύ τα επόμενα χρόνια.
-Στο φετινό ρεπερτόριο έγραψες, αλλά και σκηνοθέτησες, δύο πολύ ενδιαφέροντα έργα. Μίλησέ μου για τις καινούργιες σου δουλειές.
Η “Πνιγμονή”, βασισμένη στο Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, είναι ουσιαστικά διασκευή-μεταφορά του έργου του F.G. Lorca από την Ισπανία του 1936 στην Ανατολική Τουρκία σήμερα. Ένα έργο που παίζεται για δεύτερη χρονιά και που πραγματεύεται τη σκληρή ζωή 8 γυναικών μέσα σε μια Ισλαμική ανδροκρατούμενη κοινωνία. Μια κοινωνία όπου η γυναίκα θεωρείται κτήμα, ιδιοκτησία, χωρίς καμία ελευθερία και με άπειρους περιορισμούς. Οι “Μικρές Ιστορίες Φόνων”, πραγματεύεται την καταστροφική δύναμη της αγάπης και ταυτόχρονα μιλάει για τον κιτρινισμό της δημοσιογραφίας. Ένα έργο σκληρό σαν τηλεοπτικό reality, ακατάλληλο για παιδιά κάτω των 16 ετών και που παρουσιάζεται σε δύο διαφορετικές εκδοχές, με διπλή διανομή και διαφορετικό φινάλε κάθε Δευτερότριτο και κάθε Σαββατοκύριακο. Και τα δύο έργα κοινωνικά, σκληρά, βαθιά πολιτικοποιημένα κι επίκαιρα αλλά τελείως διαφορετικά μεταξύ τους. Τόσο στη δομή όσο και στον τρόπο αφήγησης της ιστορίας τους.
-Συμβαδίζει η ποιότητα με την επιτυχία στα καλλιτεχνικά πράγματα;
Όχι απαραίτητα. Σε μερικές παραστάσεις αρκεί ένα γερό marketing. Έχω δει κι εξαιρετικές παραστάσεις να κατεβαίνουν από λάθος επικοινωνιακούς χειρισμούς. Σαφώς μια καλή παράσταση θέλει επιμονή, υπομονή και χρόνο. Βέβαια αυτό είναι και λίγο πολυτέλεια στην Αθήνα των 1000 παραστάσεων.
-Ποιος είναι ο ρόλος της Τέχνης;
Η τέχνη πρέπει να διασκεδάζει, να ψυχαγωγεί, να λυτρώνει. Πρέπει όμως, στις μέρες μας και να έχει να πει και “κάτι”. Οφείλεις μέσα από αυτή να προβληματίσεις το θεατή, να του δώσεις το έναυσμα για σκέψη, έρευνα, συζητήσεις. Να τον προβληματίσεις. Να δει με άλλο τρόπο καταστάσεις και πρόσωπα που είχε αλλιώς στο μυαλό του. Να του δώσει χαρά, κουράγιο, δύναμη. Έχει μεγάλη δύναμη η τέχνη, ας μην το ξεχνάμε αυτό.
-Ποια είναι η κινητήρια δύναμη στη ζωή σου;
Η οικογένεια μου, η σχέση μου, οι φίλοι μου, οι άνθρωποι μου…
-Τι σου αρέσει και τι σε απογοητεύει στη ζωή;
Με απογοητεύουν η μικροπρέπεια, η ματαιοδοξία, ο συμφεροντολογισμός, η τσιγγουνιά, η έλλειψη αυτογνωσίας. Οι δήθεν φίλοι. Η κακία. Αντίθετα μου αρέσουν πολύ απλά πράγματα. Ένα καλό βιβλίο, μια καλή ταινία, μια καλή παράσταση. Το χαμόγελο στους ανθρώπους. Η ευγένεια. Η δοτικότητα.
-Εμείς πηγαίνουμε προς τη γνώση ή έρχεται η γνώση προς εμάς;
Πολύ θα ήθελα να πιστεύω ότι εμείς πάμε σε αυτή, αλλά δυστυχώς από την όποια εμπειρία μου βλέπω ότι αυτή έρχεται σε εμάς , τις περισσότερες φορές με τον πιο σκληρό τρόπο και χωρίς κανένα οίκτο.
-Ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σου σχέδια;
Στο στάδιο προετοιμασίας βρίσκονται το “Αρκετά πια με την Αντέλα”, το πρώτο μου καθαρά θεατρικό έργο που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Λίλλυς Μελεμέ από Φεβρουάριο στο Θέατρο Βικτώρια, και σε σκηνοθεσία δική μου δύο νέες παραγωγές. Η ”Ψιλικατζού” της Κωσταντίνας Δελημήτρου και ο “Cliff” του Alberto Conejero. Δύο εξαιρετικοί μονόλογοι, ένας γυναικείος και ένας ανδρικός. Ο πρώτος βασισμένος πάνω στο ημερολόγιο μιας αξιολάτρευτης ψιλικατζούς από τη Νίκαια, τις ιστορίες της μέσα από το ψιλικατζίδικο και τις προσπάθειες της να κάνει παιδί και ο δεύτερος βασισμένος στη ζωή του χολυγουντιανού σταρ Montgomery Clift μετά το ατύχημα που του κατέστρεψε το πρόσωπο, τις πλαστικές, το “σύστημα”, τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και την ομοφυλοφιλία.
Mάθετε περισσότερα εδώ
Σχόλια για αυτό το άρθρο