Τον συνάντησα στο σπίτι του με θέα ένα μεγάλο κήπο με γκαζόν, παρέα με τη βαφτιστήρα του, την Πολυτίμη και τα δυο σκυλάκια του, τη Ντόλλυ και τη Μαρίτσα. Ο Μάκης Δελαπόρτας, ανάμεσα στις παραστάσεις στο προαύλιο του Badminton με τις Μέρες Ραδιοφώνου (που θα συνεχίσουν πάλι το Σεπτέμβριο) και τις παρουσίασεις του βιβλίου του Ξέρω κάποια αστέρια, βρήκε το χρόνο να ανοίξει το σπίτι του αποκλειστικά για το Cosmopoliti και να μου μιλήσει για τη ζωή του, την καλλιτεχνική του διαδρομή, για τους μύθους που γνώρισε και έζησε μαζί τους, καθώς για το σήμερα και τα μελλοντικά του σχέδια. Μετά την κουβέντα μας, είχα την αίσθηση πως γνώρισα περισσότερο κάποια αστέρια αλλά και τον ίδιο. Κυρίες και κύριοι, ο Μάκης Δελαπόρτας.
Καλωσορίσατε στο σπίτι μου. Περάστε μέσα.
Να σερβίρω καφεδάκι; Απαραίτητο πριν την κουβεντούλα μας.
Ο Μάκης Δελαπόρτας ως φιλόξενος οικοδεσπότης σερβίρει καφε, και η ξενάγηση – συνέντευξη αρχίζει!
Μπαίνοντας στο σπίτι του Μάκη, συναντάς μια γωνιά με όλα τα βραβεία και τις τιμητικές πλακέτες που έχει πάρει για την προσφορά του στην τέχνη και κυρίως για τους δίσκους και τα λευκώματα του.
-Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή –σαν παιδί- με τον ελληνικό κινηματογράφο;
Δίπλα ακριβώς από το σπίτι μου στην Αργυρούπολη, υπήρχε ένα θερινό σινεμά. Όλα τα καλοκαίρια της σχολικής και μετασχολικής ηλικίας, τα πέρασα σκαρφαλωμένος σε ένα μαντρότοιχο του κιν/φου να βλέπω ελληνικές ταινίες και να ταξιδεύω στο όνειρο. Είχα αδυναμίες στις κωμωδίες και στα μιούζικαλ. Η πρώτη ταινία που είδα ήταν τα Χτυποκάρδια στο Θρανίο και η πρώτη έγχρωμη Η Αλίκη στο Ναυτικό. Η Αλίκη, η δική μου Αλίκη, ήταν αυτή που με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στη χώρα των θαυμάτων. Κάθε φορά που γύριζα από το σινεμά ήθελα να λέω τα τραγούδια, αλλά με μια φορά δεν μπορούσα να τα μάθω και πήγαινα με κασετοφωνάκι και τα μαγνητοφωνούσα. Αυτό ήταν σαν καλλιτεχνικό απωθημένο γι’ αυτό όταν μπήκα στο χώρο, πήγα στους συνθέτες να βρω τα τραγούδια και να τα σώσω λίγο πριν οδηγηθούν στη χωματερή.
-Οι γονείς σου πως σε αντιμετώπιζαν;
Όπως λέει η Μάρθα Καραγιάννη «εμείς οι καλλιτέχνες ανήκουμε σε μια άλλη ράτσα ανθρώπων». Αυτό σίγουρα σε μένα, υπήρχε. Ήμουν ένα ξεχωριστό παιδί από το σχολείο. Είχα καλλιτεχνική φύση από τα γεννοφάσκια μου νομίζω. Οι γονείς μου δεν είχαν σχέση με τα καλλιτεχνικά, έλεγαν «άστον τώρα να κάνει την τρέλα του και το ψώνιο του». Δεν περίμεναν ποτέ ότι θα ασχοληθώ με το χώρο. Αντιμετώπισα πρόβλημα αργότερα όταν αποφάσισα να γίνω ηθοποιός. «Και σιγά μην πετύχεις εσύ με τον χαρακτήρα που έχεις! Θα σε φάνε λάχανο, κακομοίρη μου. Εσύ είσαι αρνί. Άσε που όλοι θα θέλουνε να σου πιάσουνε τον κώλο. Είσαι λεπτούλης, ομορφούλης, έτσι νομίζεις θα σε αφήσουνε. Για να τελειώνουμε, εγώ σπίτι μου δεν θέλω ηθοποιούς και τέτοια ρεζιλίκια. Άμα θέλεις να πας στο θέατρο, δεν έχεις θέση σ’ αυτό το σπίτι. Πάει και τελείωσε!» ήταν τα λόγια του πατέρα μου, αλλά έλυσε το πρόβλημα η Αλίκη που τον πήρε τηλεφωνο και είπε «Θέλω το Μάκη για το Καμπαρέ, θα΄ναι μαζί μου» και έτσι επείσθη για να ξεκινήσω αυτή τη διαδρομή.
-Σε καμάρωνε αργότερα;
Ήταν πολύ περήφανος, αλλά δεν πρόλαβε, πέθανε το 1990 λίγο πριν ξεκινήσει το Ρετιρέ. Οπότε δεν είδε τη μεγάλη μου άνοδο σε πράγματα άλλα, βιβλία, δίσκους…ούτε τις ωραίες στιγμές που έζησα μέσα στο χώρο.
Το πρόσωπο της Αλίκης με την αφίσα από τη Μανταλένα, κυριαρχεί στο διάδρομο του σπιτιού
-Η γνωριμία σου με την Αλίκη Βουγιουκλάκη πως έγινε;
Πήγα να δω το Καμπαρέ και αυτό ήταν η τύχη μου. Πήγα να δω την παράσταση και έγινα κομμάτι της παράστασης. Περίμενα για να πάρω αυτόγραφο στο τέλος, εκείνη με είδε, με ξεχώρισε και μου είπε να ξαναπάω στο θέατρο. Διέκρινε τη φλόγα στο μάτι μου και το κέφι που είχα, όπως έλεγε αργότερα. Τα υπόλοιπα μετά το μαγικό άγγιγμα της Αλίκης, ήταν μια αλυσίδα.
Ο καθρέφτης, το σαλόνι, η τηλεόραση αλλά και η τραπεζαρία, ήταν της Αλίκης και τώρα βρίσκονται στην κατοχή του Μάκη, που δεν τα αποχωρίζεται, όσο κι αν κάποια δεν ταιριάζουν στο γούστο και στην αισθητική του. Ανήκαν όμως στην Αλίκη κι αυτό έχει μεγαλύτερη αξία για το Μάκη.
Άποψη της τραπεζαρίας με καθρέφτη στον τοίχο.
Η άλλη πλευρά της τραπεζαρίας με φόντο τον αγαπημένο πίνακα του Μάκη.
Στο μεγάλο καναπέ του σαλονιού με τη Ντόλλυ και τη Μαρίτσα
Η αγαπημένη γωνιά της Ντόλλυ (ή μήπως είναι η Μαρίτσα; Είναι ίδιες βλέπετε!)
H συνέχεια στην επόμενη σελίδα…
Σχόλια για αυτό το άρθρο