O TAZ μπαίνει σε αγέλη για να καταλάβει την τρυφερότητα των Λύκων στο θρυλικό μεταμιούζικαλ του Λαρς Φον Τρίερ.
O Δημήτρης Καρατζιάς πρέπει να εξεταστεί από επιτροπή ψυχιάτρων. Γιατί είναι αδύνατο να φανταστεί κάποιος το σπαραχτικό κινηματογραφικό μεταμιούζικαλ σε θεατρική διασκευή. Kι όμως ο Δημήτρης το προσπάθησε και τα κατάφερε, πατώντας πάνω στη διασκευή του Πάτρικ Ελσουέρθ μεταφέροντας σου μια χαρμολύπη που στο τέλος καταλήγει σε σπαρακτικό κλάμα. Χορεύοντας στο σκοτάδι του Λαρς Φον Τρίερ σε θεατρική μεταφορά και μάλιστα στη μικρή σκηνή ενός black box theater.
Η ιστορία είναι γνωστή. Η Σέλμα, μια Τσέχα μετανάστρια και ανύπαντρη μητέρα στην επαρχία της πολιτείας Ουάσιγκτον στις ΗΠΑ του 1967 έχει ένα οδυνηρό μυστικό. Πάσχει από μια σπάνια κληρονομική ασθένεια, χάνει σταδιακά την όραση της. Δουλεύει ασταμάτητα και μαζεύει χρήματα, προκειμένου ο γιος της να εγχειριστεί για να μην έχει τη δική της τύχη. Η μόνη της διαφυγή από τη σκληρή της πραγματικότητα, είναι τα αμερικάνικα μιούζικαλ. Ακόμη και στη ζωή της μετατρέπει, με τη φαντασία της, τους ήχους που ακούει σε μουσική, μιούζικαλ με πρωταγωνίστρια την ίδια, όμοια με εκείνα που παρακολουθεί. Όταν όμως, συμβεί ένα ατύχημα στη δουλειά της που θα την αναγκάσει να παραδεχτεί πως έχει προβληματική όραση κι ένας απελπισμένος γείτονας κλέβει τις οικονομίες της, το δράμα της ζωής της μετατρέπεται σε τραγωδία που κλιμακώνεται σε ένα κοφτό αλλά ανυπέρβλητα συναισθηματικό στην εκτέλεσή του, φινάλε. Πώς χωράνε αυτά σε ένα ουσιαστικά μη σκηνικό; Ακολουθώντας τις επιταγές του κειμένου σε συνάρτηση με τις επιταγές του χώρου που κινείται η ηρωίδα. Το σκοτάδι.
Η Δήμητρα Κολλά στο ρόλο της Σέλμα είναι μια κινούμενη αγκαλιά μπροστά στο ικρίωμα. Δυστυχώς ο Δημήτρης έχει τόσο μαγευτεί από το χαρακτήρας της που ψιλοαδιαφορεί για τους άλλους ρόλους αλλά εν προκειμένω δεν φταίει μόνο αυτός. Το ίδιο το κείμενο έχει βάλει τους πάντες σε δεύτερη μοίρα γιατί εστιάζει ασφυκτικά πάνω στη Σέλμα, που μοιάζει με αβοήθητο ζώο να προσπαθεί να διασχίσει μια διασταύρωση. Ο Καρατζιάς εστιάζει στη σχεδόν χριστιανική διαδρομή της μέχρι το φινάλε κι εσύ θες να σηκωθείς από τη θέση και να της πεις, «Σέλμα ακούς; Ακούς τη μουσική; Τότε ζεις». Η δεύτερη τόλμη του Καρατζιά είναι πως τα τραγούδια και η μουσική και δύο τρία καταπληκτικά χορευτικά μέσα στο σκοτάδι που πάλλεται από φως, δεν πρόκειται για τα γνωστά της ταινίας. Πρόκειται για συνθέσεις του με μεγάλο συναισθηματικό E.Q. Μάνου Αντωνιάδη που ακολουθούν τα ανεβοκατεβάσματα του έργου. Στην αρχή γκαζάρουν, και προς το τέλος καταλήγουν σε μια ρομαντική ειρωνεία του εαυτού τους. Οι στίχοι του Γεράσιμου Ευαγγελάτου και γενικότερα το μουσικό κομμάτι της παράστασης οφείλει να κυκλοφορήσει σε cd. Σε βάζει σε μια αγέλη στην οποία για να ενταχθείς πρέπει πρώτα να κατανοήσεις την τρυφερότητα των λύκων.
Είναι μεγάλο λάθος να συγκρίνεις το φιλμ με την παράσταση. Προσωπικά ήμουν σίγουρος ότι ο Καρατζιάς θα φάει τα μούτρα του με αυτό το εγχείρημα. Όμως μέσα στο black box, τα συναισθήματα πολλαπλασιάζονται για να εξισορροπήσουν την απώλεια της όρασης της Σέλμα, δεν έχεις από πού να κρατηθείς για να πάρεις αποστάσεις ασφαλείας και της παραδίνεσαι ολοκληρωτικά. Η αγάπη, ο φόβος, η καχυποψία, ο δόλος, το έγκλημα και η τιμωρία, η θυσία, το όνειρο υπάρχουν όλα πάνω της. Το όνειρο είναι που τσακίζει και η αγάπη της να ακούει κλακέτες γιατί έτσι στο μυαλό της μπορεί να παρακολουθεί τα βήματα των χορευτών στις ταινίες την ώρα που χωρίς να το καταλαβαίνει, η αθωότητα της στήνει γύρω της το δικό της τραγικό μιούζικαλ.
Στη διάρκεια της παράστασης, οι υπόλοιποι ηθοποιοί σαν βουβό χορικό αρχαίας τραγωδίας, κάθονται στη θέση τους πάνω στη σκηνή, περιμένοντας να έρθει η σειρά τους για παρέμβαση με έναν ή έναν άλλο ρόλο. Η Σέλμα είναι τυφλή, αυτοί όμως μένουν σιωπηλοί μέσα στην αμηχανία τους, σαν να παρακολουθούν μια παράσταση. Ή ένα μιούζικαλ που δεν μπορούν να το κατατάξουν σε συγκεκριμένο είδος και τους παγώνει η ιδέα ότι εδώ δεν πρόκειται να γελάσεις. Όχι, εδώ πρόκειται να μπεις σε ένα φαντασιακό εργοστάσιο μεταλλικών ενός άκαρδου λούνα παρκ, με μια λάμπα του δρόμου που τρεμοσβήνει και τα χέρια σου να μαυρίσουν και να πληγώνονται από τις επισκευές. Η ιστορία φλερτάρει επίτηδες με το εξευγενισμένα ακραία μελό για να σε αναγκάσει να κάνεις μια έστω μικρή βουτιά στα δάκρυά σου. Ο Καρατζιάς μειώνει λίγο αυτό τα στοιχείο προσπαθώντας να σε κάνει να δακρύσεις για την χαμένη ανθρωπιά σου σε ένα προλεταριακό μιούζικαλ (Θεέ μου, τι αντίφαση). Τα χορευτικά μαζί με τους φωτισμούς είναι ένα θαύμα το πώς εκτελούνται μέσα σε μια τόσο μικρή αίθουσα που τελικά λειτουργεί υπέρ του έργου, γιατί όλοι είμαστε φυλακισμένοι χορεύοντας στο σκοτάδι. Κι όταν όλα τελειώσουν, θα πρέπει να επανεφεύρουμε το φως, χωρίς όμως να φοβόμαστε τις κηλίδες που μας έχει χαρίσει ο χρόνος. Αν έκλαψα; Μπα, κάτι μπήκε στο μάτι μου.
Πολυχώρος Vault: Μελενίκου 26 (Ιερά Οδός, Βοτανικός), 2130356472. Παραστάσεις: Δευτέρα στις 20.00, Τρίτη στις 21.15
Σχόλια για αυτό το άρθρο