Είναι η πρώτη φορά που απευθύνομαι σε καλλιτεχνικό διευθυντή κρατικής σκηνής χωρίς να χρησιμοποιώ τον πληθυντικό ευγενείας στο ερωτηματολόγιό μου κι αυτό, όχι γιατί θέλω να αποδομήσω τον καθ’ όλα άξιο Γιάννη Αναστασάκη – άλλωστε τον έχω δει πρόσφατα και με τη σκηνοθετική του ιδιότητα, στην «Τρελλοβγενιώ» με την έξοχη Μαρία Τσιμά και την υποκριτική στο «Βιολιστή στη στέγη», όπου απέδειξε περίτρανα το ταλέντο του – αλλά είναι τόσο απλός, τόσο προσηνής, τόσο χαμηλών τόνων που σε κάνει να νιώθεις άνετα και οικεία μαζί του. Δεν θα ξεχάσω το περασμένο καλοκαίρι την απόδειξη όλων αυτών που περιγράφω. Τον είδα στις «Τρωάδες» του Εθνικού στο θέατρο ΔΑΣΟΥΣ, να έρχεται ως απλός θεατής, αναζητώντας μία θέση, όχι στις πρώτες σειρές ή στον θώκο, ως είθισται, αλλά σε όποια κερκίδα υπήρχε διαθεσιμότητα. Αυτό δείχνει πολλά! Ότι, πρώτα από όλα, δεν αποδέχτηκε τη θέση αυτή για το θεαθήναι, για να καμαρώνει και να απολαμβάνει των προνομίων της. Δείχνει έναν άνθρωπο με όραμα, με όνειρα, με ουσία, που ανέλαβε τα ηνία της διεύθυνσης του Κ.Θ.Β.Ε. , για να κάνει δουλειά, να «νοικοκυρέψει» επιτέλους το πολύπαθο αυτό θέατρο – το μοναδικό πολιτιστικό στολίδι της βορείου Ελλάδος – να το επαναφέρει στις παλιές του δόξες και να του προσδώσει την παλιά λάμψη και αίγλη του. Και είμαι βέβαιος ότι θα το καταφέρει. Ίσως χρειαστεί να πάρει επώδυνα μέτρα, αλλά πρέπει να το κάνει. Ίσως πρέπει να το εξυγιάνει σε όλους τους τομείς αλλά πρέπει να το κάνει. Ίσως πρέπει να αλλάξει άρδην το ρεπερτόριό του και να ανοίξει τις πόρτες του για το ευρύ κοινό… Διαφορετικά, το τέλμα στο οποίο βρίσκεται το Κ.Θ.Β.Ε. – ιδίως οικονομικά – θα βαθαίνει όλο και πιο πολύ, με αποτέλεσμα την ολοκληρωτική καταστροφή του… Κι αυτό είναι κρίμα και για το ίδιο το θέατρο, και για τους εργαζόμενους, και για το θεατρόφιλο κοινό και, αναντίρρητα, για εμάς τους Θεσσαλονικείς…
- Ποιο ήταν το σκεπτικό σου στην απόφασή σου να αναλάβεις τα ηνία της καλλιτεχνικής διεύθυνσης του Κ.Θ.Β.Ε.;
Σκέφτηκα ότι δεν μπορούσα να πω «όχι». Η Θεσσαλονίκη εκτός από γενέθλια πόλη, ήταν και η πόλη που μου έμαθε το θέατρο – σπούδασα στη Σχολή του Κ.Θ.Β.Ε. – γι’ αυτό ένιωσα υποχρεωμένος στο να αναλάβω αυτήν την ευθύνη. Γνώριζα, πριν επιστρέψω στη Θεσσαλονίκη, τα πολλά προβλήματα που ταλανίζουν χρόνια το Κ.Θ.Β.Ε. Πολλές φορές βρέθηκα κι εγώ στη θέση του κριτή και ήταν μία ευκαιρία να αναμετρηθώ με αυτά τα προβλήματα και να κάνω ό,τι μπορώ, ώστε το Κ.Θ.Β.Ε. να ξαναβρεί το δρόμο του…
- Ποιο είναι το όραμά σου; Τι σκοπεύεις να αλλάξεις, να βελτιώσεις ή και να καταργήσεις ακόμη;
Το όραμα συμπυκνώνεται στη φράση που υπήρξε από τις πρώτες μέρες το motto του θεάτρου: «Ένα θέατρο ανοιχτό». Ανοιχτό στην κοινωνία, ανοιχτό στα νέα καλλιτεχνικά ρεύματα, στο καλλιτεχνικό δυναμικό της πόλης και όχι μόνο, ανοιχτό σε συνεργασίες και συμπράξεις με όλους τους πολιτιστικούς φορείς της Βόρειας Ελλάδας, ανοιχτό στις ανταλλαγές με τις χώρες των Βαλκανίων και της υπόλοιπης Ευρώπης. Το πρώτο που πρέπει να αλλάξει είναι η νοοτροπία του ότι το Κ.Θ.Β.Ε. παράγει μονάχα θεατρικές παραστάσεις και ότι μπορεί να λειτουργεί ηγεμονικά στη Βόρεια Ελλάδα. Στους πρώτους τρεις μήνες, έχω προσπαθήσει πολύ όχι μόνο να διατηρήσω τις επαφές του θεάτρου με τα πανεπιστήμια, τους δήμους, τις ορχήστρες, τις ΜΗ.ΚΥ.Ο. που δρουν στην πόλη αλλά και να διευρύνω το πλαίσιο της συνεργασίας μαζί τους, να φέρω κι άλλους σ’ αυτή τη μεγάλη συνάντηση, πιστεύοντας ότι μόνο με τη σύμπραξη όλων των φορέων και τη σύνδεση των δράσεων με την κοινωνία μπορούν υλοποιηθούν στόχοι ενός κρατικού θεάτρου. Θέλω να πολεμήσω την αναξιοκρατία, τις «αγκυλώσεις» που υπήρξαν στο παρελθόν, την αρτηριοσκλήρυνση που έχουν απλώσει τα πλοκάμια τους στην πόλη και δεν αισθάνομαι ότι είμαι μόνος στον αγώνα αυτό. Ευτυχώς, υπάρχουν πολλοί που συμπαραστέκονται και μέσα από το θέατρο και εκτός θεάτρου. Και η παρουσία τους με κάνει αισιόδοξο…
- Σε τι είδους ρεπερτόριο σκοπεύεις να επικεντρωθείς;
Το Κ.Θ.Β.Ε. έχει τρεις μεγάλες σκηνές και το Μικρό θέατρο της Μονής και οφείλει να παρουσιάζει μεγάλη γκάμα έργων στο ρεπερτόριό του. Δεν έχω εμμονές σε σχέση με το ρεπερτόριο, πιστεύω ότι πρέπει να υπάρξει μία μίξη κλασικών έργων με έργα της σύγχρονης πρωτοπορίας, μία συνύπαρξη του ελληνικού αλλά και του ξένου ρεπερτορίου, ένα νοιάξιμο για ένα σχέδιο δράσης που θα αφορά και στο μεγάλο κοινό και στους νέους και στο «ειδικό» θεατρόφιλο κοινό. Σε αυτή τη λογική χωρούν και ο Μπρεχτ και ο Ταχτσής και ο Φεϋντώ και οι σύγχρονοι συγγραφείς τα έργα των οποίων παρουσιάζονται στην Ευρώπη σήμερα. Κάτι που θα επιδιώξω από το ρεπερτόριο της επόμενης χειμερινής σεζόν είναι το ρεπερτόριο να είναι εναλλασσόμενο. Δηλαδή, οι παραστάσεις να μην «πεθαίνουν», επειδή πρέπει να ανέβει η επόμενη παραγωγή αλλά να παραμένουν και να εντάσσονται στο ρεπερτόριο και της επόμενης χρονιάς.
- Λένε, ότι η «καρέκλα» του διευθυντή κρατικής σκηνής είναι σαν την ηλεκτρική. Συμφωνείς με την άποψη αυτή;
Ναι, είναι δύσκολο να διευθύνεις μια κρατική σκηνή και θα ήταν ψέμα, αν έλεγα, ότι είχα μια ανάλογη εμπειρία στο παρελθόν, αλλά νομίζω ότι πρέπει να τολμούμε να αναλαμβάνουμε τέτοιες θέσεις ή να καθόμαστε σε τέτοιες καρέκλες χωρίς φόβο πέρα από τις ευθύνες που προκύπτουν και τους κινδύνους που καιροφυλακτούν, δημιουργούνται και προϋποθέσεις να δημιουργήσεις κάτι νέο, να αναθερμάνεις κάτι καλύτερο, να αφήσεις χώρο στις πρωτοβουλίες των άλλων, να χαράξεις ένα δρόμο που θα δίνει τη δυνατότητα στους μετά από εσένα να οδηγήσουν το θέατρο σε πιο ενάερες περιοχές…
- Το θέατρο είναι για «πολλούς» ή για «λίγους»;
Το θέατρο είναι για όλους! Έχω δει ανθρώπους να συγκινούνται ή να γελούν σε μια παράσταση και να βρίσκουν τρόπο επικοινωνίας με αυτό που γίνεται στη σκηνή, είτε είναι μυημένοι είτε βλέπουν για πρώτη φορά θέατρο. Και φυσικά ένα κρατικό θέατρο δεν πρέπει να επιλέγει το κοινό του. Όσο θα βρίσκομαι σε αυτήν τη θέση, θα έχω στο νου μου και το κοινό της Θεσσαλονίκης και το κοινό της περιφέρειας και τους αστούς του κέντρου και τους πολίτες που ζουν στα δυτικά…
- Μπορεί το Κ.Θ.Β.Ε. να αποκτήσει ξανά την αίγλη και την λάμψη που είχε τα παλιά χρόνια;
Αν δεν πίστευα ότι μπορεί δεν θα βρισκόμουν σε αυτή τη θέση σήμερα. Θέλω να πιστεύω ό,τι υπάρχει χώρος και για ακόμη μεγαλύτερη αίγλη και για ακόμη περισσότερη λάμψη, ιδιαίτερα σε αυτούς τους καιρούς που είναι τόσο σκοτεινοί. Δεν μιλώ για λαμπρά σκηνικά ή για μεγαλειώδη θεάματα αλλά για την ουσιαστική αίγλη, που δικαιούται να έχει το Κ.Θ.Β.Ε.
- Είναι εφικτοί οι στόχοι σου με τη δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται θέατρο;
Σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση βρίσκεται όλη η χώρα και όχι μόνο το Κ.Θ.Β.Ε. Το υπουργείο πολιτισμού έχει υποσχεθεί να συμπαρασταθεί έμπρακτα και άμεσα στην προσπάθεια που ξεκινήσαμε… Ξέρω, όμως, ότι για να επιτευχθούν οι στόχοι μας, ίσως, χρειαστεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι θα συνέβαινε μερικά χρόνια πριν. Υπάρχουν στόχοι που μπορούν να επιτευχθούν με γρήγορα βήματα και προσανατολίζομαι σε αυτούς και άλλοι που θα απαιτήσουν μεγάλη προσπάθεια και περισσότερο χρόνο. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, δεν είμαι εδώ για να διαιωνίσω μία κατάσταση ούτε να καμθεί η επιμονή μου να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο…
- Για την εξυγίανση του θα προχωρήσεις σε «σκληρές» αποφάσεις που, ίσως, απαιτήσουν και την απόλυση έμψυχου δυναμικού τόσο στον καλλιτεχνικό όσο και στο διοικητικό τομέα;
Προσπαθώ μέρα με τη μέρα να αξιολογήσω το προσωπικό του θεάτρου. Είναι επόμενο, στο πρώτο διάστημα, να πάρω κάποιες λανθασμένες αποφάσεις ή να αδικήσω κάποιους. Αλλά ο στόχος μου είναι να βρω τους ανθρώπους που αγαπούν αυτό το θέατρο και τη δουλειά τους, να ενισχύσω την πίστη τους και από την άλλη να απαλλάξω το θέατρο από όσους δεν θέλουν πραγματικά να δουλέψουν γι’ αυτό… Δεν έχω έρθει ως εξυγιαντής, όμως, πρέπει το Κ.Θ.Β.Ε. να βρει το βηματισμό του και να εργάζονται σε αυτό όσοι είναι πραγματικά χρήσιμοι και απαραίτητοι.
- Ποια είναι τα προσωπικά καλλιτεχνικά σου σχέδια; Σκέφτεσαι να παίξεις ή να σκηνοθετήσεις κάποιο έργο;
Ναι, σκέφτομαι να σκηνοθετήσω στην επόμενη καλλιτεχνική περίοδο, όπου ελπίζω να έχω περισσότερο χρόνο για να ασχοληθώ με αυτή τη σκηνοθεσία. Η φετινή χρονιά έχει ακόμη πολλή «λάντζα» και τα προσωπικά καλλιτεχνικά σχέδια, ας πάνε λίγο πίσω…
- Πιστεύεις ότι θα τα καταφέρεις στο δύσκολο εγχείρημά σου αυτό;
Ναι, το πιστεύω! Έστω και λίγα από αυτά που έχω στο νου μου, αν καταφέρω να γίνουν πράξη, θα είμαι ευχαριστημένος. Είμαι φύσει αισιόδοξος και αυτό δεν μπορεί να αλλάξει στα 51 μου χρόνια. Εξάλλου, και θέλω να το ξαναπώ αυτό, δεν νιώθω μόνος μου στην προσπάθεια αυτή. «Μόνος γίνεσαι κανένας» που λέει και η αναπληρώτρια καλλιτεχνική διευθύντρια Μαρία Τσιμά…
Σχόλια για αυτό το άρθρο