Τι ανάταση ψυχικής και πνευματικής ευφορίας σου προκαλεί να συνομιλείς- και μάλιστα με δέος- για τον τεράστιο Οδυσσέα Ελύτη με την σπουδαία και intellectual, Άννα Μυκωνίου, Πρόεδρος του Κέντρου Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας , που η καλλιέπεια της ρέει σαν λογοτεχνική διατριβή υψηλής διανόησης. Η κυρία Μυκωνίου καταπιάνεται, τη φετινή σεζόν, με τον ογκόλιθο και βραβευμένο Νομπελίστα της ποίησης, Οδυσσέα Ελύτη, με αφορμή την παρουσίαση του στο τέταρτο φεστιβάλ Επταπυργίου με τίτλο ”Οδυσσέας Ελύτης με Φως Ελληνικό” που θα παρουσιαστεί στις 20 & 29 Ιουνίου στον ατμοσφαιρικό αυτό χώρο. Ευρυμαθής και ειδήμων στα Γράμματα και τις Τέχνες αποκαλύπτει εις βάθος την προσωπικότητα και το έργο του , ενώ, παράλληλα, με τον επιτυχημένο θεσμό του φεστιβάλ Επταπυργίου προσδοκά να αναδείξει τη Θεσσαλονίκη πολιτιστικό πόλο έλξης και θα το επιτύχει ακράδαντα. Η φωτεινή και πασπαλισμένη με χρυσόσκονη από πολλά θεία τάλαντα και ψήγματα αδαμαντίνης κομψοέπειας, επαϊουσα της ελληνικής γλώσσας και απόλυτης μόρφωσης, Άννα Μυκωνίου σε αποκλειστική συνέντευξη.
– Τι σας τράβηξε στο ”φως” του Οδυσσέα Ελύτη και αποφασίσατε να τον ζωντανέψετε επί σκηνής;
Γνώρισα την ποίηση του Ελύτη στην εφηβεία μου. Την αγάπησα, την μελέτησα, καταπιάστηκα πολλά χρόνια μαζί της, καθώς ήταν το αντικείμενο της διδακτορικής διατριβής μου. Η πρώτη ποιητική συλλογή του που έπεσε στα χέρια μου ήταν «Ο ήλιος ο Ηλιάτορας», μια συλλογή που είναι το ίδιο το φως. Αυτό με γοήτευσε στο έργο του. Έβγαινα από μια περίοδο εσωστρέφειας και στους στίχους του βρήκα, αισιοδοξία, φως, ορίζοντα. Είναι η φωτεινή πλευρά της ποίησης, που διαβάζεται με τις αισθήσεις και με τα μάτια της ψυχής. Ο Ελύτης «θήτευσε» στον ήλιο και τον «κλείδωσε» μέσα του δημιουργώντας το προσωπικό του αλφάβητο. Είναι το πολύτιμο κλειδί, για να αποκρυπτογραφήσουμε τον προσωπικό του μύθο, το γοητευτικό, γεμάτο ελληνικότητα ποιητικό του σύμπαν.
– Εκτός από υπερρεαλιστή, πώς αλλιώς θα τον χαρακτηρίζατε;
Ο Ελύτης δεν ήταν «ορθόδοξος» υπερρεαλιστής. Κράτησε κάποια στοιχεία από τον υπερρεαλισμό στην πρώτη ποιητική του περίοδο και στη συνέχεια διατηρεί, από τις υπερρεαλιστικές ιδέες, αυτές που θα ευνοούν αισθητικά τα ποιήματα του: την χρήση του ονείρου, την υπερρεαλιστική εικόνα. Με αυτά τα νέα εκφραστικά μέσα, ξεπερνά τις συστολές και τα αδιέξοδα που κληρονόμησε και βελτιώνει αισθητικά τους στίχους του. Τέλος μετά το 1944 ο ποιητής περνάει στην ώριμη φάση της ποίησης του, στην οποία ανακαλύπτει και τη προσωπική του φωνή μέσα από την εικόνα της Ελλάδας.
-Υπήρξε ένας από τους εκπροσώπους της λογοτεχνικής γενιάς του ’30, που ακροβατούσε ανάμεσα στην ελληνική παράδοση και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Επηρέασε αυτό τους μεταγενέστερους του και ποιους;
Η γενιά του ’30 θα επιβάλλει τη δική της συνείδηση. Θα αποκηρύξει τους χαμηλούς τόνους και θα δημιουργήσει, σε άμεση συνάρτηση με τα ευρωπαϊκά ρεύματα, τη νέα μορφή έκφρασης της Ελληνικής ποίησης. Η νέα αυτή τάξη πραγμάτων θα προκαλέσει πραγματική ρήξη με το κατεστημένο και η «Στροφή» του Σεφέρη και οι «Προσανατολισμοί» του Ελύτη θα γυρίσουν σελίδα στην ιστορία της ελληνικής ποίησης, επηρεάζοντας όλους τους μεταγενέστερους.
– Με το ”Άξιον Εστί”, μία από τις κορυφαίες δημιουργίες του, διεκδίκησε θέση στην εθνική λογοτεχνία. Πόσο τιμητικό και σημαντικό είναι αυτό;
Στη βραδιά ποίησης που θα παρουσιάσουμε φέτος στο Επταπύργιο θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε αυτό το κορυφαίο έργο της ελληνικής λογοτεχνίας, ένα από τα σημαντικότερα της παγκόσμιας. Το Άξιον Εστί δημοσιεύτηκε το 1959. Ένα έργο τόσο γνωστό, μα και πόσο άγνωστο στην ουσία του, στο περιεχόμενο του, στα μηνύματα του;; Πόσο βαθύ και πολυεπίπεδο στην γραφή του, πόσο δομημένο αρχιτεκτονικά, πόσο μεστό, ελληνικό και ταυτόχρονα πανανθρώπινο;;
Το Άξιον Εστί αποτελεί μια σύνθεση ελληνική, όχι μόνο ως θέμα αλλά και ως μορφολογική αντίληψη. Υιοθετεί πολλά στοιχεία από τη διάρθρωση της Θείας λειτουργίας αλλά υπάρχουν και αρκετές ομοιότητες που παραπέμπουν στην δομή της αρχαίας τραγωδίας. Στο στίχο του ποιητή έχει εισχωρήσει η Ελλάδα – η ιστορία της, τα τοπία της, τα πάθη του λαού της, αλλά και η μοίρα και τα κελεύσματά της. Σας προσκαλώ όλους στο Επταπύργιο να ταξιδέψουμε στο μεγαλείο του Άξιον Εστί.
-Θα μπορούσατε να παραλληλίσετε τον Ελύτη με κάποιον αντίστοιχο της παγκόσμιας λογοτεχνίας στο ύφος και τη γραφή του;
Θα μπορούσα να παραλληλίσω τον Ελύτη με τον μέντορα του, τον Πoλ Ελιάρ. Δυο ποιητές, που έζησαν τον 20 αιώνα και σημάδεψαν με το έργο τους, όχι μόνο τη γενιά τους, αλλά και τις επόμενες γενεές. Το συγγραφικό έργο τους υπήρξε μεγάλο σε εκτόπισμα και πολύπλευρο. Και αναμφισβήτητα υπάρχει μια έντονη πνευματική συγγένεια ανάμεσα στον Νομπελίστα Οδυσσέα Ελύτη, που τον γνωρίζουμε καλά και τον Γάλλο Paul Eluard, που υπήρξε ο πιο ερωτικός και αισθαντικός ποιητής στη χώρα του την περίοδο του μεσοπολέμου. Ο Ελύτης πρωτοδιάβασε Ελιάρ στα 1929, σε ηλικία περίπου 18 χρονών και οι πρώτες αυτές αναγνώσεις ήταν καθοριστικές και συνέβαλλαν στην απόφαση του να ασχοληθεί με την ποίηση. Ο Ελύτης εντοπίζει σε αυτές τις πρώτες αναγνώσεις της ποίησης του Ελιάρ, πρώτα απ΄όλα, το στοιχείο της πρωτοτυπίας, της τόλμης αλλά και τη διάθεση της ποιητικής ανατροπής που αισθάνεται έντονα μέσα του και ο ίδιος.
Η ποίηση του Ελιάρ θα συμβάλει ώστε να επαναπροσδιορίσει ο Ελύτης την σχέση του με την ποίηση. Θα αποτελέσει το έναυσμα που χρειαζόταν για να μπορέσει να αποτυπώσει ποιητικά το δικό του προσωπικό σύμπαν. Γοητεύεται από την εικόνα -καταρράκτη των στίχων του Ελιάρ, τον ανοιχτό ορίζοντα, το φως που μετουσιώνεται σε ηθική αξία, την ανατρεπτική έκφραση, αλλά και τη χρήση του ονείρου.
-Τι είναι εκείνο που κάνει το έργο του Ελύτη να αντέχει στο χρόνο;
Ο Χαλίλ Γκιμπράν είπε ότι «Η καλή ποίηση είναι μια ανάσα αθανασίας». Και η ποίηση του Ελύτη είναι αναμφισβήτητα καλή ποίηση.
– Πότε κάποιος είναι σε θέση να απολαύσει την πραγματική Τέχνη;
Πάντα! Δεν υπάρχει χρόνος, δεν υπάρχει τόπος, δεν υπάρχουν στεγανά! Η πραγματική Τέχνη είναι σπάνια και οφείλουμε να υποκλινόμαστε, όταν την συναντούμε…
– Προτιμάτε να σας αγαπούν ή να σας θαυμάζουν;
Προτιμώ να εκτιμούν τη δουλειά μου και να αγαπούν τα αποτελέσματα της.
– Στην εποχή μας υπάρχουν πρόσωπα που με τη στάση τους μπορούν να επιβάλλουν το μέτρο;
Μα και βέβαια υπάρχουν πρόσωπα που με το έργο τους και τη στάση ζωής του προωθούν την αίσθηση του μέτρου, σε μια κοινωνία που διευκολύνεται μέσα από τον φετιχισμό του απόλυτου. Εγώ προσωπικά είμαι υπέρ της κριτικής αφομοίωσης στην Τέχνη, στην πολιτική, στην φιλοσοφία, στη ζωή. Μια τέτοια αντίληψη απορρίπτει την αυθεντία σε όλες τις μορφές, εγκυμονεί τη σωφροσύνη και γεννά το μέτρο. Δυστυχώς στην εποχή μας το απόλυτο, είτε στη μορφή του άμετρου θαυμασμού, ή της πλήρους καταδίκης είναι πιο εύπεπτο και πουλάει περισσότερο, αλλά αφαιρεί το ανθρώπινο στοιχείο από την υπόσταση τόσο την δική μας, όσο και της κοινωνίας μας. Η αίσθηση του μέτρου επιτρέπει το δημιουργικό διάλογο και τον αυτοέλεγχο. Είναι επάνω στο χώμα της γόνιμης και δημιουργικής «αμφιβολίας» που γεννιούνται τα δένδρα με τους ωραιότερους καρπούς. Πρέπει λοιπόν στην ζωή, όπως και στην Τέχνη να κρατάμε ανοιχτά παράθυρα.
– Πώς βλέπετε την εξέλιξη του ”Φεστιβάλ Επταπυργίου”;
Με γοητεύει αλλά και με αγχώνει η προετοιμασία του, την αισθάνομαι ως ένα χρέος στην πόλη μου. Μακροπρόθεσμα θα ήθελα να προσφέρει στο κοινό μας ακόμα μεγαλύτερες παραγωγές: Όπερες, μιούζικαλ, χορό με πολύ προσιτό εισιτήριο αλλά και να γίνει πόλος έλξης πολιτιστικού τουρισμού, κατατάσσοντας τη Θεσσαλονίκη αλλά και γενικά την περιφέρεια από απλό «πέρασμα» σε «προορισμό».
Σχόλια για αυτό το άρθρο