Ο Μέγας Αθανάσιος γεννήθηκε το 295 μ.Χ. από φτωχούς αλλά ενάρετους γονείς, γεγονός που του στέρησε τη δυνατότητα για ανώτερες σπουδές. Όμως ο Θεός τον προίκισε με πλούσια πνευματικά προσόντα. Λαμβάνει τη στοιχειώδη εκπαίδευση και στη συνέχεια μελετά μόνος του για να φθάσει σε υψηλότατα επίπεδα γνώσης και σοφίας.
Από πολύ νέος έδειξε την κλίση του προς την Εκκλησία. 25 ετών χειροτονείται διάκονος από τον πατριάρχη Αλεξανδρείας Αλέξανδρο, τον οποίο ακολουθεί στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325 μ.Χ., στη Νίκαια της Βιθυνίας. Αναδεικνύεται πρωτεργάτης στην καταδίκη της αιρετικής διδασκαλίας του Αρείου.
Το 328 μ.Χ. και σε ηλικία 33 ετών εκλέγεται πανηγυρικά πατριάρχης Αλεξανδρείας. Από τη θέση αυτή αντιμετωπίζει ένα φοβερό πόλεμο εκ μέρους των αιρετικών οπαδών του Αρείου. Με ραδιουργίες και συκοφαντίες, τον κατηγορούν ότι ανάξια και παράνομα κατέλαβε το θρόνο του Πατριάρχη, ότι είναι εχθρός του βασιλιά, ότι φορολογεί τους κληρικούς, ότι είναι φιλοχρήματος και άδικος.
Η χειρότερη συκοφαντία ήταν ότι έκοψε το χέρι κάποιου Αρσενίου και με αυτό έκανε μάγια. Ο Αρσένιος ήταν ένας αναγνώστης, που θέλησε να ανέβει στα εκκλησιαστικά αξιώματα. Κατηγόρησαν λοιπόν, τον πατριάρχη Αθανάσιο και ζητούσαν και την καταδίκη του. Στο τέλος έφτιαξαν και μια θήκη και έβαλαν μέσα ένα χέρι και το παρουσίαζαν για να αποδείξουν την κατηγορία τους. Όταν έγινε η δίκη, ο Αθανάσιος εμφάνισε τον Αρσένιο για να δουν όλοι ότι έχει δύο χέρια, οπότε δεν ίσχυαν οι κατηγορίες.
Οι κατηγορίες δεν σταμάτησαν, ο Άγιος κατόρθωσε να βγει νικητής απ’ όλες αυτές τις δοκιμασίες ακόμη και από τις πέντε εξορίες που του επιβλήθηκαν, καθώς ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Β΄ ήταν οπαδός του Αρειανισμού. Το 373 μ.Χ. έκλεισε τα μάτια του εν ειρήνη
Σχόλια για αυτό το άρθρο