
Υπάρχουν καριέρες και υπάρχει η Άννα Βίσση. Μια πορεία που δε φτιάχτηκε με τύχη ή συγκυρίες, αλλά με τόλμη, αυθεντικότητα, κόντρα σε όλους όσοι την υποτίμησαν, τη σύγκριναν, την πολέμησαν. Σήμερα, με αφορμή τις συναυλίες της στο Καλλιμάρμαρο, η αλήθεια είναι μία: όποιος την αμφισβήτησε, σήμερα χειροκροτεί όρθιος.

Η αρχή ενός φαινομένου
Ξεκίνησε από τη Λάρνακα και βρέθηκε στην Αθήνα στις αρχές των ’70s, φοιτήτρια στη Φιλοσοφική αλλά με βλέμμα αλλού. Η μουσική ήταν προορισμός – όχι όνειρο. Μέσα σε λίγα χρόνια, η Άννα γίνεται το next big thing στη σκηνή, κερδίζει το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1977 και από εκεί, η άνοδος είναι ραγδαία. Με τον Νίκο Καρβέλα στο πλάι της, χτίζει μια δισκογραφία που ακόμα γράφει ρεκόρ: Travma, Antidoto, Kravgi – εμβληματικά, πολυπλατινένια, ζωντανά στο μυαλό όλων.
Και πάντα, ένα βήμα μπροστά από την εποχή της.
Ο πόλεμος – και η δικαίωση
Όσοι σήμερα τη χειροκροτούν, δεν ήταν πάντα στο πλευρό της. Την είπαν «extreme», «προκλητική», την κατηγόρησαν ότι «προσπαθεί να αντιγράψει ξένα πρότυπα», την έβαλαν απέναντι από άλλες γυναίκες της ποπ – γιατί έτσι λειτουργεί η ελληνική αγορά: φτιάχνει “στρατόπεδα”.
Η Βίσση δεν μπήκε σε κουτιά. Δεν έπαιξε «ασφαλή» παιχνίδια. Δεν έγινε «εύπεπτη». Έμεινε πιστή στον εαυτό της. Και στο Νίκο Καρβέλα. Και σήμερα, βλέπει όλο αυτό να επιστρέφει με φόρα: το κοινό την αποθεώνει. Όχι για αυτό που «έπαιξε» να είναι, αλλά γι’ αυτό που είναι. Η Άννα Βίσση δεν ήταν ποτέ κατασκευή. Ήταν – και παραμένει – αυθεντική.
Η ιστορική στιγμή στο Καλλιμάρμαρο
Στο Παναθηναϊκό Στάδιο, 70.000 άνθρωποι τραγούδησαν μαζί της. Μια βραδιά – εμπειρία, μια συναυλία που έμοιαζε με ύμνο σε μια ζωή αφιερωμένη στη σκηνή. Ήταν εκεί, ντυμένη με haute couture του Βρεττού Βρεττάκου, ανάμεσα σε γενιές που μεγάλωσαν μαζί της, να τραγουδά “Δώδεκα” και “Κραυγή” με την ίδια δύναμη όπως το ’97 και το 2000.
Η ίδια, μετά το live, δήλωσε:
«Ουσιαστικά ονειρευόμουν να γίνω αυτό που έγινα.»
Δεν ήταν μια απλή συναυλία. Ήταν επισφράγιση.
Και τώρα, αυτό το Σαββατοκύριακο, επιστρέφει ξανά στο Καλλιμάρμαρο, με δύο sold-out βραδιές.
Γιατί το κοινό ξέρει.
Και γιατί το timing της Άννας είναι πάντα τέλειο.

Oσα χρόνια την ξέρω, πάντα, υπάρχει κάτι καινούργιο. Σε μια από τις πιο ειλικρινείς στιγμές της, μου είπε:
«Δεν ερωτεύεσαι ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ αλλά ερωτεύεσαι ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ.»
Αυτός είναι ο τρόπος που λειτουργεί η Άννα – και στη μουσική και στη ζωή. Δεν επιλέγει με ασφάλεια. Επιλέγει με ένστικτο. Με πάθος. Σε μια άλλη συνέντευξή μας, με φόντο το θέατρο Pantheon, μου είπε:
«Το ταλέντο μου έχει κατακριθεί πιο πολύ απ’ όσο έχω κατακριθεί εγώ σαν άνθρωπος.»
Η Βίσση είναι πάντα γυμνή πάνω στη σκηνή. Συναισθηματικά. Δεν παίζει ρόλους – τους καίει.
Από τη Θεσσαλονίκη στην Ευρώπη – και πίσω στο Hotel Ermou
Η πορεία της δεν σταματά ποτέ. Στη Θεσσαλονίκη γεμίζει το Barbarella κάθε σεζόν με φανατικούς. Στην Ευρώπη, έχει κάνει εμφανίσεις σε εμβληματικές σκηνές και έχει μεταφέρει την ελληνική ποπ εκεί που δεν την περίμενε κανείς. Και στην Αθήνα, κάθε χειμώνα, δημιουργεί μια μυσταγωγία στο Hotel Ermou – έναν χώρο που έγινε συνώνυμο με το όνομά της. Εκεί που η σκηνή είναι σπίτι και οι fans οικογένεια.
Αυτός ο χειμώνας προβλέπεται ξανά εκρηκτικός – και φυσικά, το Hotel Ermou θα είναι και πάλι η βάση της Άννας.
Ποια είναι η Άννα Βίσση σήμερα;
Είναι αυτή που απέδειξε ότι μια γυναίκα δεν χρειάζεται να μπει σε καλούπια για να μείνει στην κορυφή. Ότι μπορεί να μεγαλώνει δημόσια, χωρίς φίλτρα, χωρίς φόβο. Ότι μπορεί να μιλά για αγάπη, θλίψη, μοναξιά, με τον ίδιο παλμό κάθε φορά. Και ότι όταν ανεβαίνει στη σκηνή, ο χρόνος παγώνει.
Και τώρα, με τις συναυλίες του Καλλιμάρμαρου να γράφουν το νέο της κεφάλαιο, ένα είναι σίγουρο:
Η Άννα Βίσση δεν είναι “η πιο διαχρονική”.
Είναι απλώς η πρώτη.












































Σχόλια για αυτό το άρθρο