Την Πέμπτη 27 Φεβρουάριου η CITRONNE Gallery – Αθήνα παρουσιάζει την ατομική έκθεση- εγκατάσταση της Μυρτώς Ξανθοπούλου «Αστερίσκοι στο στόμα». «Οι αστερίσκοι που ζουν στο στόμα, απέχουν λίγα χιλιοστά από το φως και λίγα χιλιοστά από το σκοτάδι». Έτσι εξηγεί η Μυρτώ Ξανθοπούλου τον τίτλο της έκθεσης.
Η γλώσσα βρίσκεται στην νοερή ή και αισθητή βάση των έργων της- είτε υπαινικτικά είτε ως καταγραφή μιας ζώσας έκφρασης, αλλά χωρίς συνεκτικό ιστό. Πρόκειται, επομένως, για μια γλώσσα ρητή, μια σύνθεση από σκόρπιους ήχους και εικόνες- στοιχεία που παραπέμπουν τον θεατή στην οργανωμένη “σύγχυση” των ημερών μας. Διακρίνεται, επίσης, και η νοηματοδοτική προσπάθεια, κάποτε και αγωνία, της καλλιτέχνιδος ανάμεσα στις δύο βιωματικές γλώσσες (φινλαδικά και ελληνικά) που την έχουν καθορίσει
Εκφράζεται με γλυπτικές συνθέσεις και κατασκευές. Χρησιμοποιεί ευπαθή και αναλώσιμα υλικά, ίχνη της καθημερινότητας που εμπεριέχουν τον χρόνο μέσα από τη φθορά, την επανάληψη, την σωματική εξάντληση. Έτσι, τα έργα δεν εμφανίζονται απλώς ως αντικείμενα, αλλά ως χειρωνακτικές διαδικασίες. Η συνύπαρξή τους στον χώρο της γκαλερί δημιουργεί μια αφήγηση ύλης, ένα προσωπικό, άτυπο αρχείο της καλλιτέχνιδας. Ο όρος “αστερίσκοι”, καθοριστικός του τίτλου, υποσημειώνει όσα δεν γίνονται αντιληπτά, όσα αγνοούνται ή όσα παραλείπονται. Ταυτοχρόνως, ο τίτλος παραπέμπει στο στόμα—τον ορατό και αναγνωρίσιμο εκφωνητή της γλώσσας. Για την Ξανθοπούλου η οποία, σε πρόσφατα έργα της, πειραματίζεται με τις δυνατότητες των ηχητικών περφόρμανς, το στόμα σωματοποιεί τις λέξεις και τις φράσεις- όχι όμως προσδίδοντας αναγκαστικά ένα συνεχές νόημα. Δημιουργείται έτσι ένα “παράδοξο” το οποίο προκύπτει μέσα από την επανάληψη. Η επανάληψη των λέξεων αφαιρεί το νόημα, αλλά μπορεί να δημιουργήσει ρυθμό, έμφαση ή ακόμα και μια άλλη μορφή κατανόησης- όπως συχνά παρατηρούμε στην αρχάρια παιδική γλώσσα η οποία ξεκινά και στηρίζεται σε ηχητικές επαναλήψεις.
Η έκθεση “Αστερίσκοι στο στόμα” τοποθετεί τον θεατή σε έναν χώρο και χρόνο όπου διαφαίνεται με έναν απροσδόκητο αλλά οικείο τρόπο η σύνθεση λήθης και μνήμης- έννοιες καθημερινές και διακριτές στην ροή της ανθρώπινης ύπαρξης.
Γεννήθηκε στον Ελσίνκι το 1981. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Γεννημένη στο Ελσίνκι, η Μυρτώ Ξανθοπούλου όντας δίγλωσση, έδειξε από νωρίς στην δουλειά της ενδιαφέρον για την γλώσσα ως εκφραστικό εργαλείο, για τις νοηματικές παρανοήσεις, τα λογοπαίγνια και τα λεκτικά παιχνίδια.
Τα έργα της – εγκαταστάσεις, κατασκευές, σχέδια και βίντεο – πηγάζουν από ιδιότυπα αυτοσχέδια ποιήματα ή μικρές προτάσεις που θυμίζουν αποσπάσματα φανταστικών καθημερινών διαλόγων ή εσωτερικών, αυθόρμητων μονολόγων. Η καλλιτέχνιδα γράφει ή συλλέγει τα λεκτικά αυτά στοιχεία φτιάχνοντας ένα άτυπο αρχείο.
Ταυτόχρονα μαζεύει παντός είδους αναλώσιμα υλικά, διαφορετικά είδη χαρτιού (μεταξύ άλλων, αλουμινόχαρτο, γυαλόχαρτο, τσιγαρόχαρτο, χαρτί συσκευασίας ή ιχνογραφίας στα οποία επεμβαίνει με σπρέι, κόλλες, ακρυλικά κλπ.) καθώς και
«δευτερεύοντα» ή μίας χρήσης αντικείμενα της καθημερινότητας από το αστικό της περίγυρο ή το οικιακό και εργασιακό της περιβάλλον. Αυτά περιλαμβάνουν ευπαθή υλικά πολλαπλών χρήσεων, περισσεύματα ή αναλώσιμα υλικά όπως χαρτιά, καρμπόν, ξυλάκια, μολύβια, πινέζες, σακούλες σκουπιδιών, μπουκάλια, αγκάθια αχινού, φως, φλούδες φρούτων. Χρησιμοποιεί επίσης πηλό και γύψο. Επιπλέον καταγράφει με το κινητό της καρέ από την πόλη, συνήθως όψεις ή αντικείμενα που συνήθως δεν χρήζουν προσοχής.
Από αυτήν την βιωματική, ημερολογιακού τύπου «αποσκευή»-πηγή φράσεων, αντικειμένων εικόνων και υλών, οπτικών και λεκτικών σημειώσεων χτίζει έναν μικρόκοσμο, παντρεύοντας το αρχικό της υλικό και μεταποιώντας το σε έναν κώδικα με πολλαπλά νοήματα και δίπολα αντιθέσεων (όπως ελαφρύ-βαρύ, μεγάλο-μικρό, αστείο- σοβαρό).
Μέσα από μία επίμονη και συστηματική χειρωνακτική δουλειά, η καλλιτέχνιδα φροντίζει τα αντικείμενα-θραύσματα και υλικά της δίνοντάς τους νέα πνοή, χαρακτήρα και παρουσία. Με αφετηρία την γλώσσα, με παιγνιώδη, τρυφερή και στοχαστική, συχνά μελαγχολική αλλά και χιουμοριστική ματιά ανατρέπει μία πεζή αντίληψη της καθημερινότητας μεταμορφώνοντας την σε ένα παιχνίδι παραδοξότητας με την δική της εσωτερική λογική της φαντασίας και των συνειρμών.
Τα έργα της χτίζουν περιβάλλοντα από μικρές χειρονομίες στις οποίες αποτυπώνεται η δύναμη της λεπτομέρειας και του ελάχιστου, καθώς και η σωματική εμπλοκή της καλλιτέχνιδος με τα υλικά της.
Συχνά οι συνθέσεις και οι κατασκευές της θυμίζουν μακέτες (όπως στην ατομική έκθεση Mπουφάν, 2020) που αντιστρέφουν την λογική του στιβαρού έργου-γλυπτού. Πολλά έργα είναι φτιαγμένα με μία λογική ιδιοκατατασκευής (DIY) ανατρέποντας έτσι την έννοια του υψηλού έργου τέχνης. Μοιάζουν με προσωρινά, ευπαθή, αποσπάσματα της πραγματικότητας, καταστάσεων, συναισθημάτων καθώς και με στιγμιότυπα, στάδια ή παύσεις μίας διαδικασίας.
Υποδηλώνουν ένα διαφεύγον νόημα, μία απώλεια και, αντίστοιχα, μία διάθεση διάσωσης ή επούλωσης όπως στο Μπουφάν.
Η καλλιτέχνιδα αντιλαμβάνεται επίσης τα έργα που απαρτίζουν τις εκθέσεις ή τις εγκαταστάσεις της ως φράσεις, λέξεις ή σημεία στίξης που συμπληρώνουν ένα νόημα ή υποδηλώνουν την έλλειψή του. Οι τίτλοι των έργων αλλά και των εκθέσεων είναι καθοριστικοί και οι λέξεις γίνονται υλικό και «ύλη» των έργων. Συχνά μάλιστα, ο τίτλος της μία έκθεσης οδηγεί και στον επόμενο – το Μπουφάν διαδέχεται η έκθεση ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ (δεν έχω στυλό) (2022). Με τις λέξεις η καλλιτέχνιδα σκέφτεται εικόνες οι οποίες μεταφράζονται σε έργο και επανανοηματοδοτούν αντίστροφα τις λέξεις ώστε να προκύπτει ένα αδιαχώριστο σύνολο από μικρές εκπλήξεις ανάμεσα σε αυτό που δηλώνει ο τίτλος ή η φράση και αυτό που αναπαριστά το έργο.
Στο Θωρηκτό (2013, πρώτη ατομική έκθεση) ο τίτλος καθορίζει και το ύφος των έργων: η εγκατάσταση δομείται γύρω από ένα γλυπτό- ανάποδη μπανιέρα που η καλλιτέχνιδα φαντάζεται επίσης ως ζέπελιν, φάλαινα ή σωσίβιο διάσωσης παίζοντας έτσι με τη λέξη «θωρηκτό» ως σχετική με τον πόλεμο αλλά και το ευάλωτο ή το αστείο.
Με την έκθεση τραγούδα (2015) η Ξανθοπούλου εισάγει στην δουλειά της το βίντεο (σε μορφή video-still, ακίνητων πλάνων της πόλης από το σπίτι της) ενώ ταυτόχρονα περνά σε δισδιάστατα επιτοίχια έργα. Σε κάποια υιοθετεί την χαρακτηριστική στην δουλειά της, διαδοχική επανάληψη φράσεων σε γεωμετρικές διατάξεις. Στο Περιστέρια στην Αλεξάνδρας (2015, έκθεση τραγούδα) η συνεχόμενη επανάληψη της φράσης που διαβάζεται τόσο κανονικά όσο και αντίστροφα και τρέχει σε οριζόντιες και κάθετες στήλες, έχει ως αποτέλεσμα η φράση πότε να χάνει και πότε να βρίσκει το νόημά της. Η καλλιτέχνιδα παίζει με τα νοήματα και την ροή στον καθημερινό λόγο και «πλέκει» με μαρκαδόρο σε διαφανές χαρτί ένα ανάπτυγμα που θυμίζει κρυπτογραφημένο μήνυμα ή μία συμμετρική σύνθεση μοτίβων όπως σε ένα υφαντό.
Στην έκθεση μακέτα για τον ουρανό (2018), οι λέξεις γίνονται διάτρητα μοτίβα σε χαρτί μηχανογράφησης (όπως στο έργο τη νύχτα, κατασκευή με χαρτί, φως, ξυλάκια μπαμπού) ενώ αλλού η καλλιτέχνιδα κόβει τις σημειώσεις της σε πλαστικοποιημένες λωρίδες, «ρετάλια» και τα πλέκει σαν σε αργαλειό σε μία σύνθεση που παραπέμπει σε κουρελού και παίζει με το στοιχείο του σκληρού και του μαλακού. Τα ξέφτια στην περιφέρεια της σύνθεσης παραπέμπουν στην εξελισσόμενη διαδικασία όπως επίσης στο ημιτελές, ανοιχτό έργο, καθώς και στον εκτυλισσόμενο χρόνο. Μέσα από την απτόητα του υλικού και την χειρωνακτική διαδικασία, οι λέξεις αποκτούν σώμα, το νόημά τους διευρύνεται, «γίνονται» δράση και εμπειρία, εικόνα και θραύσματα μίας καθημερινότητας, μικροσυμβάντα και περαστικές σκέψεις ανούσιες αλλά και σημαντικές ταυτόχρονα.
Η αίσθηση ανθρώπινης ενέργειας, φωνής και παρουσίας είναι ιδιαίτερα διακριτή στην ατομική έκθεση της Ξανθοπούλου ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ (δεν έχω στυλό) (2022) (έκθεση ειδικά σχεδιασμένη για το μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη») όπου ενσωματωμένα στα έργα είναι φράσεις όπως «Οι αστερίσκοι πέφτουν στα πατώματα», «Η βρύση στάζει», «Δεν έχω ζάναξ». Η δράση αποτυπώνεται επίσης στην βιντεο-εγκατάσταση 100 Καρατιές (2021-2022), στο οποίο η καλλιτέχνιδα εκφωνεί μικρές φράσεις χειριζόμενη τον λόγο όχι μόνο ως περιεχόμενο αλλά και ως παύσεις και ρυθμό. Παράλληλα ακατέργαστα πλάνα εμφανίζουν λεπτομέρειες από μικρές, καθημερινές επιτελέσεις καθώς επίσης τα ίδια τα γλυπτά της καλλιτέχνιδος.
Αν και η ενσώματη παρουσία διαχέει υπαινικτικά όλο το εύρος της δουλειάς της στο έργο της το βίντεο και η επιτέλεση αποκτούν σταδιακά ακόμα μεγαλύτερο ρόλο (όπως στο κάθε φορά που καταπίνω ένα νησί, έργο με γλυπτικό και επιτελεστικό σκέλος, 2023). Η καθημερινή ζωή και ο καθημερινός περίγυρος της Ξανθοπούλου ταυτίζονται με την καλλιτεχνική της πρακτική. Μετατρέπουν το περαστικό σε εκφράσεις ψυχικών καταστάσεων και διαθέσεων που αναζητούν μικρά νοήματα μέσα στην ροή της καθημερινότητας.
Η έκθεση αυτή εγκαινιάζει τη συνεργασίας της CITRONNE Gallery με την Μυρτώ Ξανθοπούλου.
Η CITRONNE Gallery-Athens ξεκίνησε τη λειτουργία της τον Νοέμβριο του 2018 ως συνέχεια και διεύρυνση της προσπάθειας που άρχισε στον Πόρο το καλοκαίρι του 2006. Ιδρύθηκε και διευθύνεται από την ιστορικό τέχνης Δρ Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη. Συνεργάζεται με καταξιωμένους Έλληνες καλλιτέχνες και καλλιτέχνες της ελληνικής διασποράς, εξερευνώντας τις διασταυρώσεις μεταξύ του τοπικού και του παγκόσμιου. Επιπλέον, προβάλλει θεματικές εκθέσεις με νέους καλλιτέχνες και επιμελητές. Η γκαλερί στοχεύει στο να παρέχει έναν προσβάσιμο χώρο που προάγει το διαπολιτισμικό διάλογο μέσω διαλέξεων, συζητήσεων, και εκθέσεων βασισμένων σε έρευνα. Επιπλέον, η CITRONNE Gallery λειτουργεί ως πλατφόρμα για την παραγωγή λόγου και την τεκμηρίωση καλλιτεχνικών ρευμάτων, παράγοντας επιμελημένες εκδόσεις. Από το 2013, η CITRONNE-Poros συνεργάζεται με το Αρχαιολογικό Μουσείο του Πόρου, οργανώνοντας περιοδικές εκθέσεις που αναδεικνύουν το έργο σύγχρονων καλλιτεχνών. Επίσης, η γκαλερί έχει συνεργαστεί με διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου του ΟΟΣΑ στο Παρίσι.
“Αστερίσκοι στο στόμα”
27 Φεβρουαρίου, 2025 – 29 Μαρτίου, 2025
Σχόλια για αυτό το άρθρο