Όσοι αιώνες και να περάσουν, όσο και να εξελιχτεί το ανθρώπινο είδος, οι ατάκες της Ελληνίδας μάνας θα παραμείνουν ίδιες και απαράλλαχτες όπως παλιά. Σαν να της έχουν βάλει ένα τσιπάκι στον εγκέφαλο, σαν να είναι γραμμένο στα γονίδιά της, η Ελληνίδα μάνα συνεχίζει να λέει τα ίδια ακριβώς πράγματα που έλεγε η μάνα της και η μάνα της μάνας της.
Ας υποθέσουμε ότι έχεις μέρες να επισκεφτείς τη μάνα σου. Σε παίρνει τηλέφωνο: “Ελα Νίκο, έφτιαξα μουσακά που σου αρέσει, δεν έρχεσαι να τον πάρεις;” σου λέει με γλυκιά φωνή. ¨Ασε ρε μάνα, που να έρχομαι τώρα, βαριέμαι” της απαντάς αλλά μέσα σου κάτι σπάει που θα χάσεις το μουσακά. “Καλά παιδί μου,έχω και 100 ευρώ να σου δώσω, έχω και τα ρούχα σου πλυμένα, έλα όποτε μπορείς…” Τι θα κάνεις; “Καλά μανούλα μου κλείνω και έρχομαι!” της λες και πετάγεσαι πάνω σαν ελατήριο. Με το που θα μπεις στο χολ θα σε αρπάξει από τα μούτρα: “Mπα, βρήκες επιτέλους το δρόμο;” και θα αρχίσει ένα μονόλογο ότι έχεις να πας καιρό (δυο μέρες), ότι την έφαγε η αγωνία, με το μυαλό της έβαζε τα χειρότερα, αλλά δεν νοιάζεσαι για αυτήν “ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρες, να δεις τι κάνει αυτή η μάνα, ζει; πέθανε;” Τέλος πάντων, αφού βρήκες το δρόμο και είσαι καλά, δεν πειράζει, σε συγχωρεί “Ημάνα όλα τα καταπίνει…
Πας να προχωρήσεις, να μπεις στην κουζίνα, όμως η δεύτερη ατάκα σκίζει τον αέρα:“Μην πατάς εκεί έχω σφουγγαρίσει! Πάμε να κάτσουμε στο σαλόνι μέχρι να στεγνώσει!” σου λέει, γιατί ο κρυφός της στόχος είναι να σου δείξει τις φωτογραφίες του μπαμπά, που τις έχει κάνει καδράκια και κρέμονται στον τοίχο. Θα καθίσει απέναντί σου, θα σε κοιτάξει με νόημα, θα αναστενάξει, θα σηκώσει το χέρι και θα σου δείξει τη φωτογραφία του πατέρα σου. “Ιδιος ο πατέρας σου είσαι!” θα πει, θα αφήσει ένα αναστεναγμό και θα σου εξηγήσει για χιλιοστή φορά ότι και με τον “συγχωρεμένο” είχε το ίδιο πρόβλημα, ερχόταν σπίτι μόλις είχε σφουγγαρίσει κι όταν του έλεγε να κάτσει λίγο στο σαλόνι, άρχιζε τις Χριστοπαναγίες. Μετά θα σου πει ότι τον είδε στον ύπνο της και ότι κάτι της έλεγε αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τι, κάτι για σένα, γιατί κατόρθωσε τελικά να ακούσει και έλεγε “Τον Νίκο.. τον Νίκο… να τον φέρεις σπίτι!” Δεν πρέπει να απαντήσεις, είναι παγίδα, θα σου ανοίξει κουβέντα για σένα, που “είσαι μόνος σου αγόρι μου, ποιος θα σου φέρει αύριο ένα ποτήρι νερό;” δεν την νοιάζει για αυτήν, που είναι μόνη της , σαν “καλαμιά στον κάμπο”. \
Κάποια στιγμή τέλος πάντων στεγνώνει το ρημαδοσφουγγάρισμα και πηγαίνετε στην κουζίνα. Εκεί βλέπεις ότι δεν έχει μαγειρέψει μόνο μουσακά, έχει κάνει και γιουβέτσι και φασολάκια και πίτα και ένα σωρό άλλα, που φτάνουν να φας εσύ, να κάνεις το τραπέζι στη γειτονιά, να ταίσεις ένα λόχο και να στείλεις και στην Αφρική! Είναι η ώρα που θα σου κάνει τη δραματική ερώτηση: “Τα τάπερ τα έφερες;” Eδώ πρέπει να προσέξεις τι θα απαντήσεις γιατί τα τάπερ είναι το ευαίσθητο σημείο κάθε μανούλας. Αν της πεις ότι τα ξέχασες, μπορεί να σε στείλει πίσω να τα φέρεις. Αν της πεις ότι δεν τελείωσε ακόμα το φαί, θα σε ρωτήσει: “Tι; Δεν σου άρεσε;” και θα περάσεις από ανάκριση τρίτου βαθμού. Το πιο σωστό είναι να κάνεις ελιγμό και να γυρίσεις την κουβέντα αλλού. “Ελα, άσε τα τάπερ, είναι η ώρα να πιούμε τα χαπάκια μας” Τις πιο πολλές φορές θα σου πει να πάνε στο διάολο τα χαπάκια, σιγά την προκοπή που είδε, καλύτερα ήταν όταν δεν τα έπαιρνε και θα καταλήξει με τη μόνιμη επωδό: ” Να πεθάνω να ησυχάσω!”
Τότε εσύ πρέπει να βάλεις τις φωνές, να της πεις πως αν δεν ήταν τα χάπια τώρα θα είχε μεγάλα προβλήματα με την υγεία της, ότι δεν παίζουν με αυτά τα πράγματα, ότι δεν σε σκέφτεται εσένα, όλα αυτά υπερβολικά, με έντονο ύφος. Είναι σίγουρο πως θα σηκώσει το χέρι της, θα σου δείξει τον τοίχο και θα σου πει συνωμοτικά: “Μη φωνάζεις! Μας ακούνε οι δίπλα!” Μετά θα πάρει ένα-ένα τα χαπάκια από το πιατάκι και θα τα πιει με ύφος οσιομάρτυρα. Λίγη ώρα μετά, όταν θα την έχουν πιάσει τα Ζάναξ, θα χαμογελάσει γλυκά “Για πες κανένα νέο, εσύ που γυρνάς έξω και βλέπεις ανθρώπους!” θα σου πει με βαθύ αναστεναγμό για να δείξει ότι αυτή είναι μέσα και δεν βλέπει κανένα. Εδώ δεν έχει σημασία τι θα πούμε. Είτε καλά είναι τα νέα, είτε άσχημα, αυτή το ήξερε έτσι θα συμβούν: “Στα ‘λεγα εγώ. Δεν στα ‘λεγα; Στα ‘λεγα! Όχι για να μη λες ότιδεν στα ‘λεγα!”
Η Ελληνίδα μάνα ανακατεύεται σε όλα. Θέλει να μάθει για τα επαγγελματικά σου σχέδια, όπου πάντα κάνεις λάθος. “Γιατί;” την ρωτάς. “Γιατί το λέω εγώ!” είναι η κλασσική απάντηση που συνοδεύεται πάντα από παροιμίες του τύπου: “Λαγός τη φτέρη έσειε, κακό της κεφαλής του” ή “Γλυκός ο ύπνοςτο πρωί, γυμνός ο κώλος τη Λαμπρή” ή την άλλη, που την λένε αν τολμήσεις και φέρεις αντιρρήσεις: “Τι το κάναμε τώρα; Εκατό χρονών η αλεπού, εκατόν δέκα το αλεπόπουλο;”
Τώρα, αν είσαι κορίτσι, έφτασε η ώρα να σου πει σαν μάνα προς κόρη, ό,τι τα χρόνια τρέχουν σαν νερό και τώρα που είσαι νέα πρέπει να φτιάξεις τη ζωή σου, δεν βλέπεις τις φίλες σου, έκαναν όλες οικογένεια, μόνο εσύ έμεινες μονάχη σου, θα πει την παροιμία “όποιος είναι μοναχός είναι θηρίο ή Θεός” και πάντα η κουβέντα αυτή θα κλείσει με την ευχή, “Να δω κι εγώ ένα εγγονάκι πριν να κλείσωτα μάτια!” και με την απειλή “αλλιώς ότι έχω και δεν έχω θα το αφήσω σε φιλοζωικό σωματείο, να ταϊζουν τις γάτες!” Εννοείται ότι θα σου λέει όλα αυτά και συγχρόνως θα έχει βγάλει καινούργια τάπερ και θα συσκευάζει τα φαγητά.
Το σεμέν είναι σήμα κατατεθέν της Ελληνίδας μάνας, είναι το φετίχ της. Πάντα χάνει κάποιο και είναι σίγουρη ότι το έχετε πάρει εσείς. “Κλειδώνω και αμπαρώνω κι ο κλέφτης μέσα βρίσκεται” λέει και ξαναλέει με νόημα. Μην προσπαθήσετε να της αλλάξετε γνώμη. Μην της πείτε να ψάξετε μαζί. Το πιο πιθανό είναι να αρνηθεί με την παροιμία “Ελα παππούλη να σου δείξω τα αμπελοχωραφά σου!”
Στην Ελληνίδα μάνα δεν πρέπει να σιγκρίνεις τον εαυτό σου με τα άλλα παιδιά. “Δεν με ενδιαφέρει τι κάνουν τα άλλα παιδιά, με ενδιαφέρει το δικό μου παιδί.” είναι η πάγια απάντησή της. Αν έχετε και άλλα αδέλφια είναι σίγουρο ότι θα απορεί “Μα να μην πάρει κανένας σας, τίποτα καλό από εμένα!”
Συνήθως μετά το μπούρου-μπούρου κουράζεται και πάει να κάτσει στην αγαπημένη της κουνιστή πολυθρόνα. Εκεί είναι το πιο πιθανό να ανοίξει το πορτοφολάκι της και να σου δώσει το 100άρικο που σου έχει υποσχεθεί. Φυσικά με το απαραίτητο σχόλιο. “Να δω μέχρι πότε θα σε χαρτζιλικώνω. Λες και είμαι καμμιά τράπεζα!” Μην τολμήσεις από περηφάνεια να αρνηθείς τα χρήματα! Εκτός από το σχόλιο “Κάποιου του χαρίζαν γαϊδαρο κι αυτός τον κοίταγε στα δόντια” θα βρει τρόπο και θα σου το χώσει κάπου στην τσάντα με τα πλυμένα ρούχα! “Να δω άμα πεθάνω τι θα κάνεις!” λέει συνήθως, βγάζει ένα αναστεναγμό και μετά κλείνει τα μάτια. Είναι η ώρα να φύγεις. Σκύψε και φίλησέ την. Πες της πόσο την αγαπάς και πόσο θες να είναι περήφανη για σένα. “Κάνε ότι καταλαβαίνεις παιδί μου!” θα σου απαντήσει και κολλητά “Τώρα που θα βγεις έξω, τη μάσκα σου να βάλεις!”. Πάρε τα φαγητά και τα πλυμένα ρούχα, φιλησέ την και καληνυχτισέ την. Μπορεί να μην σου απαντήσει αμέσως, αλλά είναι σίγουρο, λίγο πριν κλείσεις την πόρτα πίσω σου, θα την ακούσεις να σου λέει: “Καληνύχτα παιδί μου και μόνο την μάνασου να ακούς!”
Βαρέθηκα το μέσα... αποφάσισα να βγαίνω μέσα στην παύρη νύχτα, να βλέπω λίγη κίνηση του δρόμου, να συναντάω ανθρώπους, να φεύγει λίγο το μυαλό... ότι βλέπω, ότι σκέφτομαι, ότι μου αρέσει, θα το γράφω το βράδυ και κάθε βράδυ στην cosmopoliti... εκεί μπορείτε να ακούτε "το τρίτο στεφάνι" του Κώστα Ταχτσή, τραγούδια σε αποκλειστική πρώτη μετάδοση, παρουσιάσεις βιβλίων και παραστάσεων... ευχαριστώ Χριστίνα Πολίτη, που με έβγαλες από το σπίτι και με έκανες cosmopoliti!
Σχόλια για αυτό το άρθρο
Κλείστε διακόπες με σκάφος απο την BednBlue.com και λάβετε έκπτωση χρησιμοποιώντας το κούπονι: cosmopoliti
Σχόλια για αυτό το άρθρο