Μία σπίθα από μαγκάλι που έπεσε σε ένα σωρό άχυρα σε μια προσφυγική παράγκα, λέγεται ότι έδωσε το έναυσμα για τη μεγάλη φωτιά που έκαιγε για 32 ώρες και που εγκαινίασε μια νέα φάση στην ιστορία της Θεσσαλονίκης, καίγοντας 9.500 σπίτια σε έκταση 1 τετραγωνικού χιλιομέτρου και άφησε 70.000 ανθρώπους άστεγους, στις 18 Αυγούστου 1917, με το νέο ημερολόγιο.
Η πόλη ήταν το κέντρο επιχειρήσεων των συμμαχικών δυνάμεων κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως δεν είχε πυροσβεστική υπηρεσία, ενώ το δίκτυο ύδρευσής της είχε επιταχθεί για τις ανάγκες των στρατευμάτων. Σε συνδυασμό με τις ριπές του Βαρδάρη φούντωσαν οι φλόγες. Η πυρκαγιά ήταν η αρχή του τέλους για την “Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων”, την πόλη που κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας είχε γίνει χωνευτήρι εθνοτήτων και πολιτισμών. Πολλοί από τους 52.000 Εβραίους της έμειναν πάμφτωχοι και σύντομα εγκατέλειψαν τη Θεσσαλονίκη. Και το σχέδιο ανοικοδόμησης υπό την επίβλεψη του Γάλλου αρχιτέκτονα Ernest Hébrard ενέτειναν την ομογενοποίηση της πόλης. Η αρχιτέκτων Λίνα Λιάκου χαρακτηρίζει εκείνη την προσπάθεια ως την “πρώτη και τελευταία ολιστική και λογική ανάπτυξη της συμπρωτεύουσας.
Ο Hebrard ευνοούσε ένα ευρωπαϊκού τύπου κέντρο για την πόλη με μεγάλες λεωφόρους και ανοιχτές πλατείες που θα συμμάζευαν το γεμάτο μιναρέδες ορίζοντα και θα βοηθούσαν να “απο-οθωμανοποιηθεί” η πόλη. Το σχέδιο του όμως εκτροχιάστηκε τις δεκαετίες που ακολούθησαν, λόγω οικονομικών δυσκολιών και πολιτικών αναταραχών, πράγμα που οδήγησε στην αυθαίρετη ανάπτυξη των προαστείων και τη σημερινή μορφή της Θεσσαλονίκης με την αυξημένη πυκνότητα και υψηλή δόμηση.
Η πόλη ιδρύθηκε το 315 πΧ από τον Κάσσανδρο, σύζυγο της Θεσσαλονίκης, πριγκίπισσας της Μακεδονικής Βασιλικής Αυλής, κατά τη διάρκεια των πολέμων των Επιγόνων του Μ. Αλεξάνδρου και κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους το 168 μΧ. Ο Μέγας Κωνσταντίνος τη χρησιμοποίησε ως αρχηγείο κατά την προσπάθεια του να στερεώσει την εξουσία του, ενώ ήταν και υποψήφια για νέα πρωτεύουσα. Τελικά η Κωνσταντινούπολη χτίστηκε στη θέση του αρχαίου Βυζαντίου, της αποικίας των Μεγαρέων, όμως η θέση και η τοπογραφία της Θεσσαλονίκης ευνόησε την επέκταση και την ανάπτυξη της. Τα πλούτη της προσέλκυσαν κατακτητές και πειρατές, Σλάβους, Κέλτες, Γότθους, Φράγκους, Νορμανδούς και Σαρακηνούς και τέλος τους εισβολείς από τις στέπες Οθωμανούς που είχαν πρότερα αντικαταστήσει τους Σελτζούκους σαν κυρίους της Μικράς Ασίας. Κατέκτησαν την πόλη το 1430. Το 1492 με το διωγμό των Σεφαραδιτών Εβραίων από τον Φερδινάνδο και την Ισαβέλλα της Ισπανίας (των πατρόνων του Χριστόφορου Κολόμβου), έφτασαν πολλοί Σεφαραδίτες στη Θεσσαλονίκη, σε σημείο μάλιστα να αποτελέσουν το 56% του συνολικού πληθυσμού, μια γόνιμη παρουσία που διακόπηκε με τη μεγάλη φωτιά και αργότερα, το Ολοκαύτωμα
Σχόλια για αυτό το άρθρο