Αν έχεις πάθος και αγάπη για τη δουλειά σου, εργάζεσαι ακούραστα και αδιάλειπτα, διαθέτεις και ταλέντο είναι βέβαιο ότι θα πετύχεις, θα ξεχωρίσεις και θα λάμψεις. Ο χαρισματικός και πολυτάλαντος Μάνος Καρατζογιάννης – εκτός από ηθοποιός, είναι σκηνοθέτης, συγγραφέας και δάσκαλος σε δραματική σχολή- τα τελευταία χρόνια έχει αναλάβει και την καλλιτεχνική διεύθυνση του θεάτρου Σταθμός, όπου διαμορφώνει τον καλλιτεχνικό προγραμματισμό του και οργανώνει τις παραγωγές, με αποτέλεσμα να τον κάνει πυρήνα πολιτισμού, να αποκτήσει φανατικό κοινό και ανεβάζει ρεπερτόριο που προκαλεί ουρές στο ταμείο και όλες οι παραστάσεις του μυρίζουν καλό θέατρο. Αν και πολυβραβευμένος για τα έργα που ανεβάζει ο ίδιος ή οι συνεργάτες του και παρά τα βραβεία ερμηνείες που αποσπά σχεδόν κάθε χρόνο και τις διθυραμβικές κριτικές από ειδήμονες, η λέξη έπαρση δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό του, ούτε στη συμπεριφορά του. Το σπουδαιότερο όλων είναι ότι όλα αυτά τα έχει κατορθώσει χωρίς δεκανίκια, χωρίς τη δύναμη της τηλεόρασης, στηριζόμενος στις δικές του δυνάμεις και μόνο. Το άστρο του λάμπει μεγάλο και φωτεινό στο καλλιτεχνικό στερέωμα και μάλιστα σε περίοπτη θέση. Την περίοδο αυτή στο θέατρο Σταθμός παίζονται δύο έργα: το καθηλωτικό ”Γάλα” του Βασίλη Κατσικονούρη και ο τρυφερός μονόλογος του Νταβίντ Λελαί- Eλό «Όταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη» με πολλά βραβεία σκηνοθεσίας και ερμηνείας για τον έξοχο Μάνο Καρατζογιάννη και την ομάδα του. Ο εργάτης της τέχνης του, ένα από τα καλύτερα παιδιά του χώρου, άξιος θαυμασμού, μιλά στο Cosmopoliti για την ποιοτική και ουσιώδη επαγγελματική του δραστηριότητα, ενώ, παράλληλα αποκαλύπτει την προσωπική του ζωή.
– Την περίμενες αυτή την επαγγελματική σου εξέλιξη; Έφτασες παρά το νεαρό της ηλικίας σου να διευθύνεις καλλιτεχνικά το Θέατρο Σταθμός.
Δεν ήταν ποτέ στα σχέδια μου η καλλιτεχνική ευθύνη ενός θεάτρου. Έτυχε. Ούτε κι εγώ κατάλαβα πως. Το μόνο που καταλαβαίνω, τελικά, είναι το αντίθετο από αυτό που συχνά λέγεται: ό,τι δεν το φορτίζεις εσύ με τη δική σου επιθυμία, το ελευθερώνεις μάλλον από αυτήν, ενδέχεται να συμβεί. Ναι, διάβαζα. Δούλευα πολύ. Σαφώς αγαπούσα κι αγαπάω το θέατρο, αλλά ποτέ δεν είχα αυτή τη βλέψη, ούτε και τη φανταζόμουν αυτή την εξέλιξη.
– Ηθοποιός ή σκηνοθέτης.
Ηθοποιός. Που σκηνοθετεί, γράφει, παίζει, διαμορφώνει τον καλλιτεχνικό προγραμματισμό ενός θεάτρου, οργανώνει μια παραγωγή, διδάσκει σε μια σχολή. Κάνει και ταξιθεσία, όπως παλιά στη σχολή. Αλλά ηθοποιός – πάντα. Αυτή είναι η βάση μου. Το επάγγελμα μου. Πάντα μια ιστορία λέω δηλαδή. Τα μέσα αλλάζουν, ανά περίσταση.
– Τι σε εντυπωσίασε στο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη ”Το γάλα” και αποφάσισες να το ανεβάσεις;
Η ευαισθησία και το χιούμορ του. Η μνήμη, που διατρέχει το έργο. Αυτό άλλωστε είναι και το θέατρο: μνήμη. Και προσωπικοί λόγοι. Αγαπάω επίσης τον Βασίλη Κατσικονούρη και πια βέβαια όλη την ομάδα, την Ερμίνα και το θίασο.
– Πόσο σε επηρεάζει ο χαρακτήρας του εκάστοτε έργου που υποδύεσαι, με αποτέλεσμα να τον κουβαλάς και μετά την παράσταση, αφού σβήσουν τα φώτα;
Δεν μπορείς να βγεις αμέσως από αυτά τα έργα, ούτε και να μπεις άλλωστε. Εμένα μου παίρνει πάντα κάποιο χρόνο. Γι’ αυτό και πηγαίνω πάντα πρώτος στο θέατρο και φεύγω τελευταίος. Βέβαια, όταν σβήνουν τα φώτα αφήνεις πίσω το δραματικό πρόσωπο που υποδύεσαι ή οφείλεις τουλάχιστον…
– Αν έκανες μια παράσταση διαμαρτυρίας για ποιο πράγμα θα ήθελες να διαμαρτυρηθείς;
Για τα παιδιά, που πεθαίνουν, πεινάνε, και πνίγονται… Για τον πόλεμο και τις γενοκτονίες. Έκανα μια τέτοια παράσταση, που αγάπησα μάλιστα πολύ. Είχα γράψει και το κείμενο. “Passport” λεγόταν, αλλά η θεατρική της μοίρα ακολούθησε και τη δραματουργική: την προσφυγιά, δεν βρήκε στέγη και παραγωγή σχεδόν πουθενά, παρά τον ενθουσιασμό και τις διαβεβαιώσεις.
– Στην τηλεόραση γιατί δεν σε βλέπουμε;
Θα έρθει η ώρα. Κάτι συζητάω μάλιστα αυτήν την περίοδο. Για να δούμε…
-Πόσα από τα όνειρά σου έχουν εκπληρωθεί μέχρι σήμερα;
Το βασικότερο: έγινα ηθοποιός.
– Στην προσωπική σου ζωή πώς σου αρέσει να ζεις;
Ήσυχα κι αθόρυβα. Με φίλους που αγαπώ και μ’ αγαπούν. Κι αρκετά μέσα στο σπίτι, με τα ζωάκια μου.
-Πώς είσαι όταν ερωτεύεσαι;
Αλλού ντ’ αλλού… Σκέφτομαι συνέχεια το αντικείμενο του πόθου μου και γίνομαι 5 χρόνων. Άβολο!
– Τι σε ενοχλεί περισσότερο από όσα συμβαίνουν γύρω μας;
Η ακρίβεια. Και η κοινωνική ανισότητα. Όσο μεγαλώνω, περιέργως με ενοχλεί όλο και πιο πολύ.
– Ποιες είναι οι ιδιοτροπίες σου;
Δίνω μεγάλη σημασία στις λεπτομέρειες. Και στη ζωή και στο θέατρο. Αυτό συχνά ξαφνιάζει τους γύρω μου και τους κουράζει. Αλλά δεν υπάρχει σκοπός χωρίς ενδελέχεια. Η μία λέξη εμπεριέχει την άλλη.
– Ποια είναι τα πλεονεκτήματά σου;
Ευθύτητα. Αίσθημα δικαίου. Συνέπεια. Εργατικότητα και γενναιοδωρία.
– Έχεις φοβίες;
Ναι, φοβάμαι την ασθένεια, καθώς η οικογένεια μου έτυχε να δοκιμαστεί αρκετά από αυτές.
-Είσαι άνθρωπος που κοιτάζει στο μέλλον;
Ναι, αλλά πια εστιάζω περισσότερο σε πιο βραχυπρόθεσμα σχέδια: στο “δος ημίν σήμερον”.
– Πώς βλέπεις το θέατρο εν έτει 2024;
Ελπιδοφόρο αλλά και θολό. Πλούσιο αλλά και μπερδεμένο. Επιμένει πάντως να αντέχει. Και να μας “αντέχει όλους στη ράχη του”, όπως θα έλεγε και ο ποιητής.
– Τι καινούργιο ετοιμάζεις;
Προς το παρόν “Γάλα| και “’Οταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη”. Μετά το Πάσχα, θα συμμετάσχω στην παράσταση “Βικτώρ ή Τα παιδιά στην εξουσία” του Ροζέ Βιτράκ, σε σκηνοθεσία του Κώστα Παπακωνσταντίνου, πάλι στο θέατρο Σταθμός.
Σχόλια για αυτό το άρθρο