
Η Νάντια Μουρούζη είναι από τις παρουσίες που μένουν ανεξίτηλες στη μνήμη. Το κοινό τη γνώρισε μέσα από το θρυλικό σίριαλ του Νίκου Φώσκολου ”Η λάμψη”, όταν το όμορφο κορίτσι με τα τιγρίσια μάτια έκλεψε τις εντυπώσεις και έδωσε την υπόσχεση μιας πορείας γεμάτης φως. Από τότε η ζωή και η τέχνη την οδήγησαν σε πολλούς δρόμους. Έπαιξε στο θέατρο και την τηλεόραση, ώσπου η μοίρα την ταξίδεψε στο Παρίσι, μια πόλη που έγινε το δεύτερο σπίτι της, εκεί όπου γνώρισε τον άνθρωπο της ζωής της και έζησε χρόνια γεμάτα αγάπη και δημιουργία. Σήμερα πιο ώριμη και σαγηνευτική από ποτέ, επιστρέφει με την πείρα και τη λάμψη μιας γυναίκας που γνώρισε, έζησε, έμαθε! Η ερμηνευτική της δύναμη, φτάνει στο απόγειό της, και η ίδια στέκει έτοιμη να χαρίσει στο κοινό στιγμές αλήθειας και συγκίνησης. Από τις 18 έως τις 21 Σεπτεμβρίου θα τη συναντήσουμε στη σκηνή της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, στο φουαγιέ, στο έργο ”Η Λέλα και η Λέλα” του σπουδαίου Ανδρέα Στάικου. Εκεί, η Μουρούζη θα καταθέσει ξανά την ψυχή της, αποδεικνύοντας πως η πραγματική λάμψη δεν χάνεται: ωριμάζει, δυναμώνει και φωτίζει πιο εκθαμβωτικά από ποτέ…

– Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να πεις το ”ναι” στο έργο του Ανδρέα Στάικου ”Η Λέλα και η Λέλα”;
Γνωρίζω το έργο του Ανδρέα όπως γνωρίζω και τον ίδιο εδώ και πολλά χρόνια και έχω μεγάλη εκτίμηση τόσο για το έργο του όσο και για τον ίδιο. Γι᾽ αυτό και όταν μου ζήτησε να παίξω δέχθηκα χωρίς ενδοιασμό. Είχα, άλλωστε, δει την παράσταση τον περασμένο Μάιο στην Αθήνα και είχα ενθουσιαστεί με το έργο. Πρώτα απ᾽ όλα εκτιμώ την περίτεχνη διαχείριση της ελληνικής γλώσσας, ο Ανδρέας είναι μεγάλος μάστορας . Και όχι μόνον, ο Ανδρέας έχει ένα τόσο ιδιαίτερο και τόσο προσωπικό στιλ. Και είναι τόσο σπάνιο να βρεθεί συγγραφέας με δικό του, ξεχωριστό, με το προσωπικό του ύφος. Διότι δεν πρόκειται μόνο το τι γράφει ο συγγραφέας αλλά κυρίως πώς το γράφει. Η απλή καθαρεύουσα του Ανδρέα βάζει κάποια απόσταση από τις συνηθισμένες κοινοτοπίες του καθημερινού λόγου όπου συχνά μιλούμε χωρίς να λέμε τίποτα. Το διασκεδαστικό ξεδίπλωμα της υπόθεσης του έργου κρύβει μια εξαιρετική σοβαρότητα που έχει να κάνει με τις διάφορες όψεις του μέχρι και την υπέρβασή του. Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε αυτήν την αναζήτηση με το τραγούδι των σουφί της Περσίας, «εσύ είσαι εγώ, εγώ είμαι εσύ». Ολόκληρο το έργο χαρακτηρίζεται από μία ευχάριστη ελαφρότητα.
-Πώς είναι να συνεργάζεσαι μαζί του; Είναι από τους σύγχρονους συγγραφείς και σκηνοθέτες με ιδιότυπο ύφος γραφής και πρωτοποριακές σκηνοθεσίες. Συμφωνείς με την άποψη αυτή;
Ο Ανδρέας δεν είναι μόνο πρωτότυπος συγγραφέας αλλά και ευχάριστος συνεργάτης. Διαθέτει βαθιά κατανόηση τόσο του ηθοποιού όσο και της σκηνής. Είναι φίλος του ηθοποιού και, όπως λέει κι ο ίδιος, τα έργα του είναι γραμμένα για συγκεκριμένους ηθοποιούς. Δηλαδή, το έργο και οι ηθοποιοί πηγαίνουν μαζί.

– Ποιο είναι το σύμπαν αυτών των δύο γυναικών; Το δικό σου;
Πρόκειται για δύο γυναίκες ηθελημένα έγκλειστες και αποκομμένες από τον έξω κόσμο σε μια προσπάθεια να αποβάλλουν τις συμβατικές αρετές. Θα έλεγα ότι πρόκειται για το χρονικό μιας μεταμόρφωσης.
Αν και κατανοώ τον κόσμο και την αναζήτηση αυτών των γυναικών, το δικό μου σύμπαν είναι λιγότερο στρατευμένο και περισσότερο ανοιχτό.
– Τι αγαπάς πιο πολύ το θέατρο ή την τηλεόραση;
Το θέατρο και η τηλεόραση είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι όπου η δουλειά του ηθοποιού είναι διαφορετική. Μου αρέσουν και οι δύο. Στον περιορισμένο χώρο της σκηνής υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες όπως έχουν δείξει τόσες διεθνείς παραστάσεις του σύγχρονου θεάτρου. Πολλές φορές μάλιστα, οι μεγάλοι τεχνίτες επιλέγουν αποσπάσματα του κειμένου η ακόμη και χωρίς καθόλου κείμενο για μια παράσταση που συχνά είναι εντυπωσιακή. Έχω δει υπέροχες παραστάσεις με ελάχιστο έως και με καθόλου κείμενο.
Στην τηλεόραση είναι διαφορετικά. Αφ᾽ ενός ο χώρος είναι, θεωρητικά τουλάχιστον, απεριόριστος και αφ᾽ ετέρου ο φακός παίζει καθοριστικό ρόλο με τις σχεδόν άπειρες δυνατότητές του.
– Γιατί έχεις καιρό να εμφανιστείς στη μικρή οθόνη;
Μάλλον γιατί έφυγα στο Παρίσι για μερικά χρόνια κι έχασα τις επαφές μου με την τηλεόραση.

– Έχεις ανάγκη να σε αγαπούν;
Σε όλους αρέσει να τους αγαπούν. Όμως υπάρχουν πολλών ειδών αγάπες. Η ανιδιοτελής, που είναι και η πραγματική αγάπη αλλά συχνότερα λέμε αγάπη μια κτητική σχέση που προέρχεται από τις έμφυτες ορμές του ανθρώπου και που ο σύζυγός μου Νίκος Λυμπέρης αποκαλεί, με κάποια απλοποίηση, μακιγιαρισμένη, καλλωπισμένη ζωολογία. Γι᾽ αυτόν, η αγάπη ή το μίσος των άλλων του κάνουν το ίδιο, σαν να μην υπάρχουν. Εγώ όμως, προτιμώ την πραγματική αγάπη η οποία διαχέεται και δημιουργεί μια αρμονία γύρω μας, αφήνει τα λουλούδια ν᾽ ανθίσουν θα έλεγα, ενώ το μίσος, που πάντα στρέφεται εναντίον της πηγής του, φέρνει μόνο συγκρούσεις και καταστροφές…
– Συμφωνείς πως κάθε δημοσιότητα είναι καλή δημοσιότητα;
Οι γενικότητες δεν μου αρέσουν. Για μένα, το ποιος μιλάει έχει πρώτα απ᾽ όλα σημασία. Το τι λέει προκύπτει από το ποιος.
– Ποια θεωρείς την πιο πολύτιμη αρετή σε μια γυναίκα;
Να είναι Κυρία.

– Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με την τηλεόραση;
Η πρώτη επαφή μου ήταν ο ‘’Φάκελος Αμαζών’’ του Μανούσου Μανουσάκη.
– Ποιο σίριαλ σε έκανε γνωστή στο ευρύ κοινό;
Η ‘’Λάμψη’’ του Νίκου Φώσκολου.
– Ποιο είναι το χειρότερο είδος απώλειας για εσένα;
Η απώλεια της μητέρας μου και του πατέρα μου πρώτα απ᾽ όλα αλλά και η απώλεια των στενών μου φίλων.
– Η εποχή μας σε φοβίζει;
Είναι γεγονός πως ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς καθώς επιτελούνται κοσμοϊστορικές αλλαγές που λίγοι καταλαβαίνουν και που δεν ξέρουμε που θα μας βγάλουν. Βρισκόμαστε ήδη σ᾽ έναν πόλεμο που δεν λέει τ᾽ όνομά του. Και οι καιροί γίνονται ακόμη πιο επικίνδυνοι από την άγνοια και την ανωριμότητα των υπευθύνων στην Ευρώπη. Για συντομία σας αναφέρω την κινέζικη «ευχή» που συνοψίζει τον καιρό μας, σου εύχομαι να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς, που δεν είναι καθόλου ευχή.
– Τι καινούριο ετοιμάζεις;
Με τον Στράτο Τζώρτζογλου συζητάμε το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη ‘’Ο ήχος του όπλου’’.











































Σχόλια για αυτό το άρθρο