Ο Έρωτας και η Ψυχή είναι ένα μυθολογικό ζευγάρι, που βασανίστηκαν πολύ μέχρι να μπορέσουν να χαρούν την αγάπη τους ανεμπόδιστα.
Αυτός είναι ο μύθος του Έρωτα και της Ψυχής όπως τον αναφέρει ο Απουλήιος, Ρωμαίος συγγραφέας του 2ου μ.Χ. αιώνα: η ομορφιά της Ψυχής ήταν τόσο λαμπρή που κόσμος πολύς έτρεχε να την επισκεφθεί για να την θαυμάσει και να την τιμήσει. Τότε η θεά Αφροδίτη που ζήλεψε την ομορφιά και τη δόξα της Ψυχής, έστειλε το γιο της τον Έρωτα στη γη για να ρίξει δηλητήριο στις ψυχές των ανδρών που την ποθούσαν. Όταν όμως την αντίκρισε, την ερωτεύτηκε στρέφοντας κατά λάθος το βέλος του στην ίδια του την καρδιά. Οι άντρες όμως δηλητηριασμένοι από τον Έρωτα είχαν πάψει πια να πολιορκούν την όμορφη Ψυχή κι έτσι οι γονείς της ανήσυχοι αποφάσισαν να πάνε στο Μαντείο των Δελφών να πάρουν χρησμό. Εκεί ο Απόλλωνας δασκαλεμένος από τον Έρωτα έδωσε τον εξής χρησμό: “Η Ψυχή προορίζεται όχι για κάποιον άνθρωπο θνητό, μα για την αγάπη ενός τέρατος που ζει στο βουνό και ούτε θεός ούτε θνητός μπορεί να του αντισταθεί”
Η Ψυχή και οι γονείς της μην μπορώντας να αντισταθούν στο χρησμό του Μαντείου τέλεσαν το γάμο με το πλάσμα αυτό που δεν αποκάλυψε το πρόσωπό του ούτε στην ίδια την Ψυχή. Ο καιρός περνούσε και η Ψυχή αν και δεν είχε δει ποτέ το πρόσωπο του Έρωτα του συζύγου της, ήταν πολύ ευτυχισμένη και άρχισε να πιστεύει πως το τέρας δεν είναι αυτό που δείχνει μα ο άντρας που γύρευε μια ολόκληρη ζωή. Οι αδερφές της όμως, που ζήλεψαν την ευτυχία της, την έπεισαν πως για να μη θέλει να φανερώσει το πρόσωπο του τότε όχι μόνο είναι ένα τέρας αλλά σίγουρα θα θελήσει ακόμα και να τη σκοτώσει. Έτσι της πρότειναν να το κάνει εκείνη πρώτη. Το ίδιο κιόλας βράδυ η Ψυχή γύρισε στο παλάτι και όταν εκείνος αποκοιμήθηκε, πήρε στα χέρια της ένα λυχνάρι κι ένα μαχαίρι για να του καρφώσει την καρδιά. Μα όταν το λυχνάρι φώτισε το πρόσωπο του τέρατος, τότε η Ψυχή αντίκρισε τον πανέμορφο Έρωτα. Η Ψυχή σάστισε και το λυχνάρι έπεσε από τα χέρια της χύνοντας το καυτό του λάδι πάνω στο σώμα του Έρωτα. Εκείνος ξύπνησε από τον πόνο και πέταξε μακριά λέγοντας πως η καχυποψία της Ψυχής ήταν αυτή που σκότωσε την αγάπη τους. Τότε η Ψυχή μετανιωμένη άρχισε να τον αναζητά σε ολόκληρη τη γη μέχρι που έφτασε στο ναό της Θεάς Δήμητρας, η οποία τη συμβούλεψε να παρακαλέσει την Αφροδίτη να την αφήσει να δει το γιο της.
Η Αφροδίτη είχε φυλακίσει τον Έρωτα μέχρι να ξεχάσει την αγάπη και το πάθημά του.
Άκουσε τον πόνο της Ψυχής κι έτσι της είπε πως για να δει ξανά τον Έρωτα θα πρέπει να περάσει από 3 δύσκολες δοκιμασίες. Η Ψυχή κατάφερε να περάσει τις 2 πρώτες μα η τρίτη ήταν να κατέβει στον Άδη και να πάρει το κουτί της Περσεφόνης και να το πάει στη θεά, καθώς αυτό το κουτί περιείχε ένα μαγικό φίλτρο που θα έκανε την Αφροδίτη ακόμα πιο όμορφη με τον όρο όμως το κουτί αυτό να μην ανοιχτεί παρά μόνο από την ίδια τη θεά. Η Ψυχή όμως δεν κατάφερε να αντισταθεί στον πειρασμό και άνοιξε το κουτί που μέσα η Περσεφόνη είχε βάλει τον Μορφέα ο οποίος έριξε την Ψυχή σε ύπνο βαθύ. Όταν ο Έρωτας έμαθε τι έπαθε η αγαπημένη του δραπέτευσε από τη φυλακή του και πέταξε ως τον Όλυμπο. Παρακάλεσε εκεί το Δία μιλώντας του για τη βαθιά αγάπη που ένιωθε για την Ψυχή να τη σώσει. Ο Δίας συγκινήθηκε από την αγάπη και τα δάκρυα του θεού Έρωτα, έσωσε την Ψυχή κάνοντάς την Αθάνατη και τους επέτρεψε να ζήσουν μαζί για πάντα.
Το μαρμάρινο γλυπτό αναπαριστάνει στιγμιότυπο από τον δημοφιλή ελληνικό μύθο του Έρωτα και της Ψυχής του Απουλήιου, και συγκεκριμένα την στιγμή που ο Έρωτας ξαναζωντανεύει την Ψυχή. Το έργο ανήκει στον κύκλο μυθολογικών αλληγοριών του Κανόβα.
Σχόλια για αυτό το άρθρο