Το Σαν Φρανσίσκο επαινέθηκε για τον τρόπο που ακολούθησε τις συμβουλές των ειδικών κατά την τελευταία πανδημία. Όμως πριν από ένα αιώνα, στην επιδημία που παγκοσμίως σκότωσε 50 εκατομμύρια ανθρώπους, η πόλη αντιμετώπισε ένα κίνημα αρνητών της χρήσης μάσκας, ενός μέτρου που τώρα – όπως και τότε – αποδεικνύεται ένα από τα κύρια όπλα μας ενάντια στον ιό. Μάλιστα, οι τότε “ψεκασμένοι” είχαν δημιουργήσει και σύλλογο, με όνομα Sanitary Spartacans (σε ελεύθερη μετάφραση Υγειονομικοί Επαναστάτες). Ο ιός είχε ονομαστεί τότε “ισπανική γρίπη”, καθώς μόνο η Ισπανία (που στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε παραμείνει ουδέτερη) δημοσιοποιούσε στοιχεία για την επιδημία, ενώ οι άλλες – εμπόλεμες – χώρες εφάρμοζαν λογοκρισία.
Η ασθένεια έκανε την πρώτη εμφάνιση της στην πόλη το φθινόπωρο του 1918. Μέχρι τα μέσα του Οκτωβρίου υπήρξαν 20.000 κρούσματα και 1.000 θάνατοι. Στις 25 του μήνα εκδόθηκε υγειονομική οδηγία, με την οποία υπήρξε αρχικά μαζική συμμόρφωση. Τα εμπορικά καταστήματα, τα εστιατόρια και τα θέατρα έκλεισαν, ενώ οι πολίτες απέφευγαν συγκεντρώσεις και μεγάλα πλήθη.
Οι μάσκες εκείνη την εποχή κατασκευάζονταν από γάζα, υλικό πορώδες και άκρως αναποτελεσματικό για την προστασία από τη νόσο. 110 άτομα συνελήφθησαν στις 27 του μήνα επειδή είτε αρνούνταν να φορέσουν μάσκα, είτε τη φορούσαν στο πηγούνι (σας θυμίζει κάτι;). Φυλακίστηκαν για “διατάραξη της τάξης” και όσοι μπορούσαν, αποφυλακίστηκαν πληρώνοντας πρόστιμο 10 δολαρίων. Μέχρι τις 2 Νοεμβρίου άλλοι 175 συνελήφθησαν ενώ οι δικαστικού υπάλληλοι άρχισαν να δουλεύουν διπλοβάρδιες για να επεξεργαστούν τις υποθέσεις.
Κάποια περιστατικά ήταν βίαια. Ένας σιδεράς, ο Τζέιμς Γουάιζερ, αρνούνταν να φορέσει μάσκα, προτρέποντας μάλιστα και άλλους να την πετάξουν. Όταν ένας υγειονομικός επιθεωρητής προσπάθησε να τον αναγκάσει αυτός του επιτέθηκε. Δημιουργήθηκε επεισόδιο και ο επιθεωρητής τον πυροβόλησε – ευτυχώς όχι θανάσιμα – και τον συνέλαβε. Παρ’ όλ’ αυτά, ο αριθμός των κρουσμάτων άρχισε να μειώνεται λόγω της έγκαιρης αντίδρασης των δημοτικών αρχών. Στις 16 Νοεμβρίου τα μέτρα άρχισαν να χαλαρώνουν και τα θέατρα, τα κέντρα διασκέδασης και τα αθλητικά γήπεδα άρχισαν να ξανανοίγουν, με την υποχρέωση όμως οι προσερχόμενοι να φορούν τις μάσκες τους. Όταν ο δήμαρχος μαζί με τον ανώτερο υγειονομικό υπάλληλο παρακολούθησαν έναν αγώνα μποξ χωρίς να φορούν μάσκα, ο προϊστάμενος δικαιολογήθηκε ότι την είχε κατεβάσει για να πάρει μια ρουφηξιά από το πούρο του και πλήρωσε 5 δολάρια πρόστιμο και ο δήμαρχος 50 δολάρια.
Η οδηγία για τις μάσκες ανακλήθηκε στις 21 Νοεμβρίου και πλήθη βγήκαν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν. Όμως στις αρχές Δεκεμβρίου υπήρξε μια απότομη αύξηση στα κρούσματα. Ο υγειονομικός προϊστάμενος ζήτησε από τους πολίτες να φερθούν υπεύθυνα και να φορούν τις μάσκες τους δημοσίως χωρίς όμως να τους αναγκάζει και πολλοί αρνήθηκαν να το κάνουν, ενώ οι επιχειρήσεις παρέμειναν ανοικτές. Ο Ερυθρός Σταυρός κυκλοφόρησε και τοιχοκόλλησε μία αφίσα που έλεγε “Η μάσκα σας προστατεύει από τον ιό κατά 99%. Οι γιατροί τις φορούν συνεχώς. Όσοι δεν τον κάνουν είναι ασυνείδητοι“. Μάλιστα, στήθηκαν σημεία πώλησης μασκών σε πολυσύχναστα σημεία της πόλης. Καθώς τα κρούσματα άρχισαν να πέφτουν, οι πολίτες άρχισαν να “χαλαρώνουν” και πάλι. Στις 10 Ιανουαρίου όμως υπήρξαν 612 κρούσματα και η χρήση μάσκας ξανά υποχρεωτική.
Πολλοί είχαν κουραστεί από τα μέτρα και τα θεώρησαν περιορισμό των “ατομικών ελευθεριών” τους και όχι κοινωνική υπευθυνότητα, ακριβώς όπως οι σημερινοί αρνητές. Κι έτσι δημιουργήθηκε η Συμμαχία Κατά της Μάσκας στο Σαν Φρανσίσκο. Ανάμεσα στα μέλη της ήταν γνωστοί στο κοινό πολίτες (όπως ένας πρώην δήμαρχος) και κάποιοι γιατροί. 4.500 οπαδοί της οργάνωσης συγκεντρώθηκαν σε ένα πάρκο και απαίτησαν να τεθεί τέλος στην οδηγία για την υποχρεωτική χρήση μάσκας, την οποία θεωρούσαν ως επίθεση στα ατομικά τους δικαιώματα και προσβολή στο “δημοκρατικό αίσθημα” τους, ο δήμαρχος όμως υπερασπίστηκε το μέτρο καθώς το υποστήριζε το 99% των γιατρών. Μέχρι το τέλος του χειμώνα του ’19, 45.000 άνθρωποι είχαν προσβληθεί και πάνω από 3.000 είχαν πεθάνει (ο πληθυσμός της πόλης ήταν τότε μισό εκατομμύριο).
Οι μάσκες που χρησιμοποιούμε σήμερα είναι πολύ πιο αποτελεσματικές και εύχρηστες. Η γραπτή ιστορία και παράδοση της εμπειρίας των παλαιότερων γενεών στις καινούριες υποτίθεται ότι ενισχύει τη συλλογική μνήμη και μας αποτρέπει από το να κάνουμε τα ίδια λάθη ξανά και ξανά. Όμως το ανθρώπινο είδος, εκτός του ότι ξεχνάει πολύ εύκολα, καταστρέφει το ίδιο μας το σπίτι, τον πλανήτη, δημιουργώντας όλες τις προϋποθέσεις για την όλο πιο συχνή εμφάνιση παρόμοιων πανδημιών στο μέλλον, σαν να μην υπάρχει αύριο.
Σχόλια για αυτό το άρθρο