Γεννήθηκε στις Σέρρες το 1967. Γράφει μυθιστορήματα, διηγήματα και θεατρικά έργα. Τα τελευταία χρόνια έχει καταπιαστεί με τη συγγραφή λιμπρέτου για σύγχρονες όπερες. Επίσης διδάσκει θεατρική δημιουργική γραφή. Μυθιστορήματά του (Οι τέσσερις τοίχοι, Ο φιλοξενούμενος κ.α.) έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορούν σε αρκετές ευρωπαϊκές γλώσσες, ενώ θεατρικά του έργα (Λα Πουπέ, Κέικ, Αέρας, Λάσπη κ.α.) έχουν ανεβεί σε πολλές αθηναϊκές σκηνές. Ομολογώ, χωρίς να θέλω να φανώ μεροληπτικός, ότι είναι ένας από τους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς, ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, που θαυμάζω πολύ, δηλώνω fan του και υποκλίνομαι στις μέχρι σήμερα θεατρικές του δουλειές! Δεν έχω χάσει σχεδόν κανένα από τα θεατρικά του έργα που έχουν ανέβει επί σκηνής και το αγαπημένο μου είναι ‘’ Ο Αέρας ‘’ σε σκηνοθεσία της Σύλβιας Λιούλιου με τα δύο ιερά τέρατα του θεάτρου την Ρένη Πιττακή και την Ράνια Οικονομίδου! Τέτοιες παραστάσεις με τέτοιες συγκλονιστικές ερμηνείες που ταρακουνούν συθέμελα και τον πιο απαιτητικό θεατή ανεβαίνουν κάθε δέκα χρόνια!
Ο gentleman και avant garde συγγραφέας , Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, αποκλειστικά στο Cosmopoliti!
-Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να θέλεις να ασχοληθείς με τη συγγραφή βιβλίων;
Τίποτε το μεγαλόπνοο. Απλώς και μόνο η ανάγκη μου να πω μια ιστορία. Και στη συνέχεια, ξύνοντας, σκαλίζοντας και γυαλίζοντας τις επιφάνειές της, να μετατρέψω την ιστορία αυτή σε ένα μικρό έργο τέχνης. Περισσότερο απ’ όλα μου αρέσει η τέχνη της κατασκευής.
-Από που εμπνέεσαι και από αντλείς ιδέες για τη συγγραφή των έργων σου;
Από την αλλοκοτιά του ανθρώπου, της οικογένειας, της φύσης. Σίγουρα πάντως όχι από αληθινά περιστατικά ή από διηγήσεις φίλων και γνωστών που συχνά θα έρθουν να μου πουν πως η ζωή τους αξίζει να γίνει μυθιστόρημα…Τις ιστορίες πρέπει να τις βγάζω από το μυαλό μου. Αυτό διασκεδάζω περισσότερο στο γράψιμο, το πλάσιμο από το μηδέν των ηρώων και των περιπετειών τους. Το να πάρω μια ιστορία έτοιμη και να την αναπλάσω, μου μοιάζει βαρετό και ανέμπνευστο. Σκέτος καταναγκασμός.
-Έχεις αγαπημένους συγγραφείς Έλληνες ή ξένους; Έχεις επηρεαστεί από αυτούς;
Φυσικά. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει; Επηρεάζομαι και από βιβλία και από συγγραφείς που κατά καιρούς με έχουν ενθουσιάσει (και δεν είναι λίγοι) και αμέσως μετά προσπαθώ να κρύψω, να θάψω αυτή την επιρροή. Να πείσω τον εαυτό μου πως δεν τη δέχθηκε ποτέ. Και επίσης να εξαφανίσω κάθε σημάδι της από τα γραπτά μου. Σαν εγκληματίας που καλύπτει εναγωνίως τα ίχνη του…
-Ένα βιβλίο είναι πιο πολύ μέσο ψυχαγωγίας ή πνευματική τροφή;
Αυτά τα δυο συναντιούνται όταν βυθιζόμαστε στον κόσμο της λογοτεχνίας. Καταρχήν όμως η ανάγνωση είναι απόλαυση. Μια απόλαυση που στο τέλος ίσως και να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Αλλά δεν μπορεί να είναι σκοπός της ανάγνωσης (και μιλώ για την ανάγνωση πεζογραφικών έργων) η αυτοβελτίωση, η πνευματική εξύψωση. Αυτή έρχεται αβίαστα, σαν αποτέλεσμα. Πιστεύω περισσότερο στον αισθητικό λόγο ύπαρξης της τέχνης και όχι τον διδακτικό.
-Η οικονομική δυσπραγία επηρέασε τις πωλήσεις;
Οπωσδήποτε. Αλλά έχει κάνει πολύ χειρότερη ζημιά και σε άλλους επαγγελματικούς κλάδους. Οι συγγραφείς και οι εκδότες έχουν έτσι κι αλλιώς εκπαιδευτεί στη δυσπραγία, είναι σκληρόπετσοι πια. Τα καταφέρνουν με το τίποτα. Σαν τους κάκτους στην έρημο. Ξέρουν να επιβιώνουν με το τίποτα.
-Πόσα βιβλία έχεις γράψει; Ξεχωρίζεις κάποιο από αυτά;
Όχι πολλά. Τέσσερα πεζογραφικά και βέβαια έχουν εκδοθεί αρκετά θεατρικά μου έργα. Θα ξεχώριζα το πρώτο μου («Οι τέσσερις τοίχοι») ως σημαντικότερο καθότι με αυτό εμφανίστηκα για πρώτη φορά στο κοινό αλλά και το τελευταίο μου («Το ελάχιστο ίχνος») καθότι το καλύτερο που έχω (ως τώρα) γράψει.
-Τα τελευταία χρόνια ασχολείσαι και με τη συγγραφή θεατρικών έργων, από που εμπνέεσαι;
Από τη θαυμαστή ικανότητα των ανθρώπων να είναι ικανοί ανά πάσα στιγμή για το καλύτερο και το χειρότερο. Σ’ όλη μου τη συγγραφική διαδρομή αυτό, νομίζω, προσπαθώ να αποτυπώσω.
-Τι σε έλκει περισσότερο η συγγραφή βιβλίων ή θεατρικών έργων;
Αχ μη με βάζετε να διαλέξω. Σας παρακαλώ…
-Η ‘’Μεταμφίεση’’ που ανέβηκε στο ‘’Μικρό Παλλάς’’ με την Χαρούλα Αλεξίου, πώς προέκυψε και πως επελέγη η συγκεκριμένη καλλιτέχνιδα για να ερμηνεύσει αυτόν το μονόλογο;
Είδαμε πολλές ηθοποιούς προτού καταλήξουμε στην κυρία Αλεξίου. Μας άρεσε και την πήραμε. Αστειεύομαι φυσικά. Οι καλλιτεχνικές συναντήσεις γίνονται μέσα από κάπως πιο περίπλοκη διαδικασία. Μια σκέψη ωριμάζει, συζητιέται, προτείνεται και υπάρχει στο τέλος μια αμοιβαία αποδοχή. Επιλέγω εσένα κι εσύ εμένα. Σκεφτόμαστε κι οι δυο πως θα ήταν ωραία να συμπορευθούμε σε αυτό το σχέδιο. Κάνουμε το σταυρό μας και ξεκινάμε. Είναι αυτή μια από τις πιο μεγάλες χαρές που σου δωρίζει το θέατρο, η ευκαιρία να συναντηθείς και να ζυμωθείς με κάποιους σπουδαίους ανθρώπους, το αληθινό νόημα της ζωής. Η Χάρις Αλεξίου είναι ένας σπουδαίος άνθρωπος. Πέρα από την καλλιτεχνική της αξία, που είναι έτσι κι αλλιώς δεδομένη, πρόκειται για ένα πνευματικό, φίνο πρόσωπο υψηλού ήθους. «Ένα διαμάντι», όπως λέει κι η ηρωίδα της «Μεταμφίεσης».
-Τι καινούριο ετοιμάζεις;
Ένα νέο μυθιστόρημα. Προχωράει αργά, δύσκολα, απολαυστικά. Έχω και τους μαθητές μου όμως στη Σχολή Πυροδότησης της Θεατρικής Γραφής που ιδρύσαμε με τον Θανάση Τριαρίδη και τον Δημήτρη Τάρλοου στο Θέατρο Πορεία. Επενδύω πολλή ενέργεια σε αυτούς γιατί πιστεύω ότι αυτοί θα χτίσουν το μέλλον της ελληνικής θεατρικής πραγματικότητας. Όσο μεγαλώνει κανείς ελευθερώνεται από τις απόλυτα προσωπικές επιδιώξεις, νιώθει την ανάγκη να διαμοιράσει το «έχει» του, να αναλωθεί από τους άλλους, κατά κάποιον τρόπο να ανακυκλωθεί. Κάτι που πάει παρέα με την κάμψη της φιλοδοξίας, του ναρκισσισμού. Το θεωρώ θετική εξέλιξη…
Σχόλια για αυτό το άρθρο