Οι βλεφαρίδες προστατεύουν και διακοσμούν τα μάτια μας. Εκφύονται από τα βλέφαρα και “καδράρουν” τα “παράθυρα της ψυχής μας”, δίνοντάς τους έκφραση, γι’ αυτό και από την αρχαιότητα ήταν βασικό στοιχείο της “διακόσμησης” του προσώπου και της κοσμητικής τέχνης.
Tι είναι οι βλεφαρίδες
Μπορεί να υπάρχουν σε κάθε βλέφαρο 3 με 5 σειρές βλεφαρίδων που ανατομικά μοιάζουν με τις υπόλοιπες τρίχες του σώματος ενώ εξελικτικά ο σκοπός τους είναι να προστατεύουν τα μάτια από ξένα σώματα, σωματίδια σκόνης κτλ. Οι βλεφαρίδες του άνω βλεφάρου έχουν μεγαλύτερο μήκος από τις κατώτερες (έως και 8 χιλιοστά) και είναι περισσότερες σε αριθμό (70 με 150 σε σύγκριση με 60 με 80). Κυρτώνουν προς τα πάνω και προς τα κάτω αντίστοιχα και με αυτό το σχήμα βοηθούν στην απομάκρυνση των ξένων σωμάτων σε συνδυασμό με τη εφύγρανση που προσφέρουν τα βλέφαρα όταν ανοιγοκλείνουν. Αποτελούνται κατά 10% από νερό με το υπόλοιπο να είναι μακρομοριακές πρωτείνες (κερατίνη και μελανίνη που δίνει το χρώμα στην τρίχα), ενώ φύονται από ρίζες, με διάρκεια ζωής 80 περίπου ημερών, οπότε πέφτουν και αντικαθίστανται σε περίπου 2 μήνες.
Φλεγμονές όπως η βλεφαρίτιδα (από σταφυλόκοκκο, τον ιό του έρπητα ή μύκητες) και ενδοκρινικές παθήσεις ή αλωπεκία μπορεί να προκαλέσουν την – παθολογική – πτώση τους και υπάρχει και μια κατάσταση που λέγεται τριχίαση και προκαλεί μεγάλη ενόχληση και μολύνσεις του ματιού καθώς οι άνω βλεφαρίδες μεγαλώνουν κυρτώνοντας προς τα κάτω. Άλλες παθολογικές καταστάσεις που επιδρούν στις βλεφαρίδες είναι το χαλάζιο (εξωτερικό ‘κριθαράκι’) και ακόμη και παράσιτα όπως οι ψείρες. Μπορούν να εμφυτευθούν είτε για ιατρικούς είτε για κοσμητικούς λόγους και η επέμβαση είναι ασφαλής και αρκετά διαδεδομένη στις ΗΠΑ. Στη Βρετανία η πρώτη τέτοια επέμβαση έγινε το 2009 και κόστισε περίπου 5.000 ευρώ.
Ιστορία
Ο αρχαίος Έλληνας γλύπτης Επίγονος το 2ο αιώνα π.Χ. κατασκεύασε το πρώτο μαρμάρινο άγαλμα όπου οι βλεφαρίδες φαίνονται ξεκάθαρα: την Κοιμωμένη Αριάδνη, αντίγραφο της οποίας διέταξε να κατασκευαστεί ο αυτοκράτορας Αδριανός – γνωστός φιλέλληνας – που βρίσκεται τώρα σε μουσείο του Βατικανού.
Όμως υπάρχουν ακόμη αρχαιότερες αναφορές στην καλλυντική φροντίδα των ματιών και των βλεφαρίδων, 3.500 χρόνια πριν στην Αίγυπτο, της οποίας το ξηρό και θερμό κλίμα αντισταθμίζονταν με αλοιφές σε σκούρο χρώμα (μαύρο ή πράσινο) που περιείχαν διάφορα φυτικά και ορυκτά συστατικά όπως ο μαλαχίτης και έδιναν στο μάτι ανδρών (περισσότερο) αλλά και γυναικών και νεογέννητων παιδιών το χαρακτηριστικό αμυγδαλωτό σχήμα που βλέπουμε στις απεικονίσεις. Οι αλοιφές αυτές δρούσαν αντισηπτικά και ενάντια στα πολλά έντομα, ενώ θεωρούνταν ότι έδιωχναν και το ‘κακό μάτι’. Το πιο γνωστό καλλυντικό για τα βλέφαρα και τις βλεφαρίδες είναι το κολ που φυλασσόταν σε ειδικά γυάλινα ή μαρμάρινα μικρά δοχεία και κατασκευάζονταν από οξείδιο του μόλυβδου. Στο θησαυρό του Τουταγχαμόν μάλιστα βρέθηκαν τα ειδικά δοχεία που χρησιμοποιούσε ο νεαρός Φαραώ, του οποίου η νεκρική μάσκα έχει τα μάτια χρωματισμένα με λάπις λάζουλι για να αναπαραστήσει το εφέ που είχε το κολ στα μάτια του όσο ζούσε.
Το έθιμο αυτό υπήρχε και στην αρχαία (αλλά και στη σύγχρονη) Ινδία, όπως περιγράφεται και στο Κάμα Σούτρα. Η παρασκευή του κα(χ)άλ σύμφωνα με τις αρχές της αγιουρβέδα γίνεται στο σπίτι όπου σε μια λάμπα με καστορέλαιο καίγεται όλη νύχτα ένα κομμάτι από άσπρο ύφασμα και το πρωί η πάστα που απομένει αναμιγνύεται με καθαρό βούτυρο και περισσότερο καστορέλαιο και το παρασκεύασμα (που φυλάσσεται σε ειδικά δοχεία) χρησιμοποιείται και από άνδρες και παιδιά σύμφωνα με τις τοπικές θρησκευτικές πρακτικές.
Το 19ο αιώνα οι γυναίκες άρχισαν στη Δυτική Ευρώπη άρχισαν ξανά να καλλωπίζουν την περιοχή των ματιών χρησιμοποιώντας πάλι στάχτες από το καντήλι αναμιγμένες με χυμό φρούτων για να κάνουν πιο σκούρες τις βλεφαρίδες και τα φρύδια. Το 1834, ο γιος ενός Γάλλου αρωματοποιού που μετακόμισε στο Λονδίνο, άνοιξε το δικό του κατάστημα που μέσα σε λίγα χρόνια έγινε συνώνυμο με τη μάσκαρα: το όνομα του, Ευγένιος Ρίμελ. Ο προσωπικός αρωματοποιός της βασίλισσας Βικτόριας κατασκεύασε από σκόνη άνθρακα και βαζελίνη το γνωστό καλλυντικό το οποίο γρήγορα έγινε δημοφιλές σε όλη την Ευρώπη καθώς δεν ήταν τοξικό για τα μάτια.
Στις αρχές του 20ου αιώνα μια νοικοκυρά με το όνομα Μέιμπελ Γουίλιαμς έτριβε καμένο φελλό σε βαζελίνη για να φτιάξει ένα καλλυντικό που έτρεφε τις βλεφαρίδες, τις σκούραινε και τους έδινε λάμψη. Ο 19χρονος αδερφός της Τομ Λάιλ ήταν αυτός που είχε την ιδέα να βιομηχανοποιήσει την παραγωγή της μάσκαρας που ακόμη παρασκευαζόταν οικιακά και να την προωθήσει μέσω του καταλόγου της εταιρείας τηλεφωνικών παραγγελιών στην οποία δούλευε. Με τη βοήθεια ενός χημικού, έφτιαξε τα προϊόντα με το όνομα Μέημπελιν, που έγιναν από τότε δυνατό brand name. H μάσκαρα εφαρμοζόταν με βρεγμένο βουρτσάκι που το έτριβαν πάνω σε κομμάτι συμπυκνωμένου cake και από το 1933 έγινε αποκλειστικότητα της εταιρείας που έγινε διάσημη σε όλον τον δυτικό κόσμο και πωλήσεις που ξεπερνούσαν ετησίως τα 25 εκατομμύρια δολάρια. Το 1967 ο Τομ Λάιλ πούλησε την εταιρεία του που το 1996 κατάληξε στα χέρια της Λορεάλ (που τη μετονόμασε σε Maybelline New York).
Οι ψεύτικες βλεφαρίδες
H άλλη καινοτομία του 20ου αιώνα ήταν οι ψεύτικες βλεφαρίδες. Ο μύθος λέει ότι αυτός που τις ‘ανακάλυψε’ ήταν ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Γκρίφιθ (“H Γέννηση ενός Έθνους”, “Μισαλοδοξία”) που ήθελε να έχουν οι πρωταγωνίστριές του βλεφαρίδες που να ακουμπούν στα μάγουλα τους και να πεταρίζουν. Το πιθανότερο είναι όμως ότι η οικιακή τους χρήση ήταν ήδη γνωστή. Τη δεκαετία του ’60 οι τεχνητές βλεφαρίδες ξαναέγιναν μόδα.
Ανάμεσα στο 1933 και το 1940 κατατέθηκαν αρκετές πατέντες για μια νέα συσκευή περιποίησης των βλεφαρίδων που τις κύρτωνε ώστε να μοιάζουν με αυτές των σταρ του κινηματογράφου, με πιο γνωστή τη μάρκα Kurlash (από το curling lash). Οι γυναίκες αρχικά ζέσταιναν τη συσκευή με το πιστολάκι στεγνώματος μαλλιών και αργότερα είχε ενσωματωμένες μπαταρίες για αυτή τη δουλειά.
Δεκαετίες ΄40 και ΄50
Γύρω στο 1940 η χρήση μολυβιού και μάσκαρας έγινε ευρέως διαδεδομένη. Μερικά χρόνια πριν ένας μετανάστης περουκοποιός από την Πολωνία, ο Μαξ Φάκτορ, είχε αναπτύξει ένα καλλυντικό σε μορφή κρέμας-κεριού για αυτή τη δουλειά για χρήση από τις σταρ του βωβού όπως η Θέντα Μπάρα και η Κλάρα Μπόου, προκειμένου να επιτευχθεί η εντύπωση των ορθάνοιχτων ‘αθώων’ ματιών. Όμως το συγκεκριμένο καλλυντικό είχε δύσκολη προετοιμασία και εφαρμογή και μετά το γύρισμα των σκηνών οι ηθοποιοί έβγαιναν με βλέφαρα σχεδόν κολλημένα.
Αυτό το look έγινε ξανά δημοφιλές τη δεκαετία του ’50 από τη γαλλική Vogue και το υιοθέτησαν σταρ όπως η Αudrey Hepburn. Οι γυναίκες τραβούσαν μια παχιά μαύρη γραμμή πάνω από τις βλεφαρίδες με μικρά ‘φτερά’ στις εξωτερικές γωνίες. Αργότερα (1958), η Revlon ανέπτυξε το γνωστό και σήμερα σπιράλ βουρτσάκι ρολαρίσματος των βλεφαρίδων με μάσκαρα σε σωληνάριο.
Δεκαετίες ΄60-΄70
Τη δεκαετία του ’60 η μόδα προστάζει έντονες βλεφαρίδες και διαφορετικά χρώματα σκιάς και μάσκαρας με έντονη παλέτα (σκούρο πράσινο, μωβ, μεταλλικό). Οι πρόσθετες βλεφαρίδες (είτε από ανθρώπινες τρίχες είτε συνθετικές) είχαν πολύ ζήτηση και παρόλο που το θέαμα ήταν πολύ ‘θεατρικό’ οι γυναίκες το ζητούσαν στα ινστιτούτα ομορφιάς. Η μόδα αυτή συνεχίστηκε και τη δεκαετία του ’70 και το 1971 η Maybelline λάνσαρε την πρώτη υδατοδιαλυτή μάσκαρα που προκαλούσε πολύ λιγότερους ερεθισμούς της ευαίσθητης περιοχής σε σχέση με τα προϊόντα που χρησιμοποιούσαν κερί ή παράγωγα πετρελαίου που όμως ήταν αδιάβροχα και είχαν πιο χρονοβόρα εφαρμογή.
Η Τwiggy ξεχώρισε με το στιλ της και τις έντονες βλεφαρίδες της
Από τα ΄80ς ως σήμερα
To 1988 η Μαξ Φάκτορ φέρνει στη αγορά ένα νέο προϊόν που έκανε τις βλεφαρίδες να φαίνονται παχύτερες και λαμπερές, χωρίς να τις χρωματίζει. Το 2002 μια διεθνής έρευνα έδειξε ότι 60% των γυναικών παγκοσμίως χρησιμοποιούν προϊόντα περιποίησης βλεφαρίδων με το 50% των πωλήσεων όλων των καλλυντικών να αφορούν μάσκαρα, μολύβια ματιών αλλά και τα ολοένα πιο δημοφιλή extensions. Το 2009, παρ’ όλη τη διεθνή οικονομική κρίση, οι πωλήσεις συνέχισαν να αναπτύσσονται με τον τζίρο να φτάνει τα 4,1 δισεκατομμύρια δολάρια
Η τελευταία τεχνική που αναπτύχθηκε στην αρχή της χιλιετίας στην Ιαπωνία και έγινε πολύ δημοφιλής το 2004-2005 είναι να επικολλώνται συνθετικές βλεφαρίδες πάνω στις φυσικές (μόλις πάνω από την έκφυση τους, ώστε να μην ερεθίζουν το δέρμα), οι οποίες ακολουθώντας το φυσικό κύκλο ανάπτυξης της βλεφαρίδες κρατούν έως και 3 εβδομάδες (μέχρι να πέσει η βλεφαρίδα), οπότε αντικαθίστανται. Δεν επηρεάζονται από τον ύπνο ή το κολύμπι και μόνο ειδικοί αισθητικοί (στις ΗΠΑ με άδεια εξάσκησης) τις εφαρμόζουν ενώ ένα πλήρες σετ χρειάζεται περίπου δύο ώρες για να τοποθετηθεί. Η διαδικασία είναι εντελώς ασφαλής, αρκεί να γίνεται από ειδικό αισθητικό που εκτιμά τα χαρακτηριστικά των βλεφαρίδων της πελάτισσας (όπως το πάχος της τρίχας) για να εφαρμόσει extensions που έχουν διαφορετικό μήκος, χρώμα ή κυρτότητα με τρόπο που να μην επιβαρύνει τη φυσική τρίχα.
Σχόλια για αυτό το άρθρο