Ο ΤΑΖ βλέπει μια Ελληνική παραγωγή στο έργο ορόσημο του μουσικού θεάτρου και παραμιλά: «Κοπελιές, φάτε τη σκόνη της Νάντια Μπουλέ γιατί, ναι είναι η Εβίτα και ο Αιμιλιανός Σταματάκης είναι ο Τσε (σ.σ. Μπαντέρας πάγαινε κόψε μανταρίνια)
Το θέατρο είναι ρίγος ψυχοσωματικό. Είναι μια τέχνη που γεννήθηκε κυριολεκτικά στο δρόμο, λαϊκότατη στην καταγωγή της, με παντομίμες, χορό, τραγούδι, και εξοργισμένο κοινό που αν δεν γούσταρε αυτό που έβλεπε πέταγε ντομάτες (το τι κέτσαπ έφαγε ο Ευριπίδης με την Μήδεια, δεν το φαντάζεσαι). Μπορώ να σου πω ότι το θέατρο είναι η πηγή των τεχνών, οι πίνακες ζωγραφικής είναι θεατράλε και τα τραγουδιστικά έπη, αφηγούνται ιστορίες. Από τα πορνεία κατέληξε στα σαλόνια, κι αυτή ήταν κι η πορεία της Σάντα Εβίτα, πρώην Εβίτα Ντουάρτε που το έδινε το χουχούνι της για πέντε τάλιρα και μετά έγινε Εβίτα Περόν, σύμβολο ολόκληρο μιας χώρας, λαμπερή και αντιφατική όσο καμία άλλη περσόνα. Και μόνο το γεγονός ότι ο Άντριου Λόιντ Γουέμπερ στα μεγάλα καλλιτεχνικά ντουζένια του και ο Τιμ Ράις το 1976, μέσα στα χλιδάτα συμβατικά μιούζικαλ, αποφάσισαν να μετατρέψουν την ιστορία της σε ροκ όπερα, ήταν επανάσταση.
Μια σαρωτική ροκ όπερα (η διαφορά της ροκ όπερα από το μιούζικαλ είναι πως δεν υπάρχει μη τραγουδιστός διάλογος) να πηδάει από το κλασικότροπο, το λατίνο και το άγριο ροκ. Με ένα τρομερό εύρημα, αφηγητή τον Τσε Γκεβάρα. Δύο άγιοι νεκροί σε πολιτικοερωτική ασυμφωνία πνευματικών σωμάτων. Ένα απίστευτα δύσκολο μουσικό θέατρο στο ανέβασμα του, ακριβώς επειδή στηρίζεται στην αυταπάτη. Αυτό που βλέπεις δεν είναι αυτό που νομίζεις κι αυτό που νομίζεις, προέρχεται από τις μικροαστικές σου προσλαμβάνουσες. Είδα τη νέα Ελληνική θεατρική παραγωγή αυτής της παράστασης ορόσημο κι έφυγα ενθουσιασμένος, περήφανος και νευριασμένος.
Ενθουσιασμένος γιατί ο Δημήτρης Μαλισσόβας, σαν σκηνοθέτης της Εvita στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, σε παραγωγή μιας από τις πιο αξιόπιστες εταιρείες στο χώρο, την People, κάνει θαύματα που μετατρέπουν μια εν καιρώ κρίσης, μετρημένη οικονομικά παραγωγή, να μοιάζει εκατομμυρίων. Με τη βοήθεια ενός λιτού αλλά απίστευτα λειτουργικού σκηνικού από τον Ζήση Παπαμίχο, βασισμένο στο μέταλλο. Ή μάλλον στο πως η περιβόητη Κάζα Ροζάδα από την οποία η Εβίτα τραγουδάει το Don’t Cry For Me Arhentina, μπορεί να είναι ταυτόχρονα και κιγκλιδώματα ενός Πολυτεχνείου πάνω στο οποίο ο Γκεβάρα βγαίνει εκτός εαυτού σε μια προοικονομία του δικού του θανάτου που θα ακολουθήσει χρονολογικά το δικό της (δεν συναντήθηκαν ποτέ τους).
Η Νάντια Μπουλε κερδίζει το στοίχημα σπαρακτικά, ειρωνικά, σκληρά, καρτουνίστικα και τρυφερά μαζί. Σε μια σκηνοθεσία που την φέρνει σε διαγώνιο άξονα συνέχεια αντιμέτωπη με τον Τσε Γκεβάρα Αιμιλιανό Σταματάκη, σούπερ ροκ σταρ, σαν μια ιστορία που αφηγούνται και οι δύο σαν θρυλικοί νεκροί από διαφορετικούς αντικροουόμενους θρύλους. Σε μια ιστορία συνεχούς αυτοαμφισβήτησης και αντιπαραβολής της προσωπικής τους ιστορίας με την Ιστορία και τις ευθύνες τους . Το glamour υποχωρεί μπροστά στην απόγνωση και την προσπάθεια εφεύρεσης προσκοπικής ταυτότητας για να ανήκεις κάπου. Μια τραγωδία αποδοχής είναι στην ουσία το έργο με τον Παπαμίχο σκηνογραφικά να εντείνει την αίσθηση στρατοπέδου και σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη να δημιουργεί απίστευτες σκηνές όπως το θέατρο μαριονέτας με τους χουντικούς στρατιωτικούς και τη μετατροπή της μεταλλικής του κατασκευής σε μια μοναδικής λειτουργικότητας πολλαπλή κατασκευή, συμβατή με την ψυχική πορεία των ηρώων.. Όλα αυτά, φυσικά με την άδεια και τη επίβλεψη της The Really Useful Group, της εταιρείας του Andrew Lloyd Webber, που επιμελείται οτιδήποτε ανεβαίνει στον κόσμο από το ρεπερτόριο του.
Η Εβίτα είναι από τα δυσκολότερα μιούζικαλ του κόσμου. Ναι, η Νάντια Μπουλέ τα καταφέρνει όλα αυτά, το πρόσωπο της σκληραίνει απίστευτα πριν την αποδόμησή του, ο Αλέξιος Πρίφτης κάνει θαύματα στην ενορχήστρωση και τη μουσική διεύθυνση, η φωνή της Νάντιας έχει ένα ξυραφένιο πάθος σκληρότητας, του Αιμιλιανού ένα απίστευτο ροκάρισμα αποτυχημένου Ιησού, τα χορευτικά – χορωδιακά είναι ξεσηκωτικού επιπέδου,το προθανάτιο τανγκό των δύο ηρώων είναι άγρια πάλη, το φινάλε σπαράζει με την Νάντια να κάνει πρόζα – τραγούδι σε λυγμούς, η μετάφραση του λιμπρέτο είναι ευφυέστατη, λιτή και άμεση, η Μαριλένα Παναγιωτοπούλου έχει το χειρισμό πραγμάτων και τη δραματουργική επεξεργασία μέσα της, η σκηνική οικονομία και οι εμπνεύσεις βοηθάνε τη ροή με έναν ύπουλα ειρωνικό κι έντονα πολιτικό τόνο μέσα στο μελόδραμα…τι άλλο να πω… Α, ναι, επίπεδος ο φωτισμός που θα μπορούσε με λίγη έμπνευση και κόπο να αναδείξει το μηδέν σε υπερθέαμα (όπως το ανεξήγητα αφώτιστο φόντο του σκηνικού), οριακά προβληματικά τεχνικά το ηχητικό, μυθικά κοστούμια, σκηνικά ευρήματα και «μεταμορφωτικές» ικανότητες του σκηνικού. Είπα ότι έφυγα και νευριασμένος. Ναι, γιατί δαγκώστε τις γλώσσες σας αμόρφωτες βλάχες που δεν γνωρίζετε από μιούζικαλ τίποτα κι αρχίσατε να κλωτσάτε για την Μπουλέ και φάτε τη σκόνη της όπως και των υπόλοιπων συντελεστών. Το τελευταίο πολυδιαφημισμένο βρετανικό tour production υπερπαραγωγή της Εvita που είχα δει χρόνια πριν στο Badminton μπροστά σε αυτό εδώ, ήταν σαν να το έπαιζαν καθαρίστριες.
Από αυτήν την παραγωγή θα βγεις έξω γεμάτος με συναίσθημα χαρμολύπης και σεβασμό στην τέχνη με την οποία ο Μαλισσόβας ενώνει τα χαμόσπιτα, το Πολυτεχνείο, τα ανάρχια του δρόμου, τις κοκότες των κοσμικών της τηλεόρασης και την γκρατουίτα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά έχοντας τη γνώση και του αλωνιού και του σαλονιού. Ανυπομονώ να το ξαναδώ στο πολύ πιο ευρύχωρο και ταιριαστό Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης (λόγω επιτυχίας η παράσταση θα συνεχιστεί του χρόνου και στην Αθήνα). Όταν στην πρώτη σκηνή, πριν αρχίσει το έργο, μαζεύονται οι ηθοποιοί-θεατές σε ένα σινεμά παρακολουθώντας λαϊκό μελόδραμα, μετά ένας αξιωματικός αναγγέλλει το θάνατο της Εβίτα, η προβολή διακόπτεται, όλοι ξεσπούν σε κλάματα, αδειάζουν τη σκηνή κι εσύ ανακαλύπτεις πως μία από αυτούς, εντελώς αδιάφορη, με καστανή περούκα, είναι η Εβίτα, η Νάντια Μπουλέ, λίγη ευαισθησία να έχεις, καταλαβαίνεις τι περιπέτεια σε περιμένει, το θέμα είναι τι θα κουβαλάει η ψυχή σου μετά. Γιατί όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτήν την παράσταση, τη δική τους ψυχή, σου την χαρίζουν πονεμένα απλόχερα.
Σχόλια για αυτό το άρθρο