Είμαστε στο 1998, ο Μαζωνάκης είναι στο “Ποσειδώνιο” και κάνει πρόβες… Είναι εκεί ο Μουρατίδης, ο συνθέτης Τάκης Μπουγάς, μουσικοί, ηχολήπτες κλπ… Την πρόβα παρακολουθούν επίσης η αδελφή του η Βάσω και η μάνα του, δεν θυμάμαι τώρα το όνομά της, καλή της ώρα όπου και να βρίσκεται…
Μπαίνω εγώ με τους στίχους που έχω φέρει για να τους μελοποιήσει ο Μπουγάς … Με βλέπει ο Μαζώ από την πίστα και λέει από το μικρόφωνο “Α, επιτέλους! Ηρθε η Παύρη!” Η μάνα του Μαζωνάκη ακούει “Ηρθε η μαύρη” και νομίζει ότι είμαι ντήλερ ναρκωτικών και φέρνω χασίσι…Πιάνει μια ομπρέλα και ορμάει πάνω μου “Αλήτη! Παλιάνθρωπε! Να πας αλλού να πουλήσεις την μαύρη!”… Είδα και έπαθα να γλιτώσω από τα χέρια της…
Οταν στο τέλος την ηρεμήσαμε και της εξηγήσαμε ότι είμαι ντήλερ στίχων και όχι ναρκωτικών, ότι έχω φέρει στίχους για μελοποίηση κλπ κλπ, γυρνάει ακόμα ταραγμένη και μου λέει “Αφού εισαι στιχουργός, διάβασέ μου ένα στιχάκι σου, να δω τι ψάρια πιάνεις!” Και τότε, βγάζω από το ντοσιέ και της διαβάζω το “Αλλάξανε τα πλάνα μου, κοιμήθηκα στη μάνα μου”. Το ακούει η κυρία Μαζωνάκη, βουρκώνει, με αγκαλιάζει και με φιλάει. “Αγόρι μου, αγόρι μου, συγνώμη που σε παρεξήγησα” μου λέει. “Αυτό είναι ένα υπέροχο τραγούδι. Θα γίνει μεγάλη επιτυχία!”….Τα υπόλοιπα είναι ιστορία….
Σχόλια για αυτό το άρθρο