Έχω κι εγώ τα δικά μου σημάδια. Ένα σκίσιμο στην αριστερή φτέρνα, που το απόκτησα όταν δούλευα σε μια οικοδομή, δύο μικρά λευκά σημάδια στη δεξιά γάμπα, που έγιναν όταν έπεσα από το ποδήλατο, μερικές λευκές κηλίδες στο στέρνο, από καυτό λάδι σε διακοπές στη Σαντορίνη. Αλλά τα πιο ωραία μου σημάδια είναι στο πρόσωπο. Ένα μακρόστενο πάνω από το δεξί φρύδι, από πετροπόλεμο και δυο μικρά πάνω στη μύτη, από τα… δόντια της Θέμιδας Μπαζάκα! Μάθε την ιστορία…
Βρισκόμαστε στις αρχές των 80΄ς. Απόκριες. “Απόψε έχει πάρτι στις “9 Μούσες”. Θα πάμε;” λέει η Θέμις στο σπίτι της Λίας Ρακκά.μΕίχε έρθει από τηνΘεσσαλονίκη και η Λία την φιλοξενούσε μέχρι να ταχτοποιηθεί. Ήταν τρελό νειάτο η Θέμις, ευχάριστη και κοινωνική, και όταν γελούσε με το τρανταχτό της γέλιο, αποκαλύπτονταν τα κάτασπρα, πεταχτά της δόντια. Γίναμε φίλοι από την πρώτη στιγμή και επειδή εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν κινητά και ίντερνετ, βγαίναμε κάθε βράδυ στα κλαμπ για να συναντήσουμε την παρέα μας, να κάνουμε καινούργιες γνωριμίες, να πιούμε ποτά και να αναπνεύσουμε τη σκόνη της πόλης.
Η Θέμις πήγε στις “9 Μούσες” από νωρίς. Ήταν στην Ακαδημίας, υπόγειο, κατέβαινες μερικά σκαλιά μέχρι να φτάσεις στην κυρίως αίθουσα. Εγώ πέρασα πρώτα από ένα φίλο. Μασήσαμε φύλλα δάφνης, ήπιαμε ακριβά ποτά και όταν πια είχα φτιαχτεί για τα καλά, καληνύχτισα τον φίλο και πήρα το δρόμο για το μαγαζί. Απ΄έξω γινόταν ο χαμός! Ο κόσμος έφτανε μέχρι το δρόμο, όλοι μεταμφιεσμένοι, χόρευαν, έπιναν ποτά, κάπνιζαν… “Συνοδεύεστε; Ποια είναι η παρέα σας;” ρωτάει το παιδί στην είσοδο. Κάνω έτσι και βλέπω στα σκαλιά την Θέμιδα. “Αυτή είναι η παρέα μου! Θέμις! Θέμις!” φωνάζω,”Έλα επάνω!”. Με βλέπει, “Παύρη μου! Ήρθες επιτέλους!” μου λέει γελώντας, ανεβαίνει τα σκαλιά, πάει να με φιλήσει, σκοντάφτει στο κεφαλόσκαλο, προσγειώνεται στην αγκαλιά μου με το στόμα ανοιχτό και τα δόντια της καρφώνονται πάνω στη μύτη μου! “Πρόσεχε βρε αγάπη μου! Θα μου φας τη μύτη!” της λέω και νοιώθω ζεστό αίμα να τρέχει από τη μύτη μου και να κυλάει πάνω στο πρόσωπό μου! “Άνοιξε η μύτη μου!” λέω, αλλά βλέποντας το τρομαγμένο βλέμμα της, καταλαβαίνω ότι κάτι πιο σοβαρό συμβαίνει, τρέχω στην τουαλέτα και διαπιστώνω ότι υπάρχουν δυο πληγές πάνω στη μύτη μου και το αίμα τρέχει ποτάμι. Είδα κι έπαθα να το σταματήσω, βγήκα από τις τουαλέτες με μια πετσέτα κατακόκκινη. “Αφού ματώνει η μύτη σου, γιατί παίρνεις κοκαϊνη;” μου έκαναν πλάκα οι φίλοι μου. Άντε τώρα να τους εξηγήσεις ότι τα αίματα είναι από τα δόντια της Μπαζάκα!
Πέρασε ο καιρός, έκλεισε η πληγή, αλλά άφησε δυο εμφανή σημάδια πάνω στη μεγαλόπρεπη μύτη μου. Με την Θέμιδα όποτε βρισκόμαστε, θυμόμαστε την ιστορία με μια γλυκιά μελαγχολία. Προχτές, 40 χρόνια μετά το περιστατικό, την είδα στη σκηνή του “Δημήτρης Χόρν”, να παίζει την Βάιολετ, στον “Αύγουστο” του Τρέισι Λετς. Ένα έργο με ίντριγκες, πάθη και κρυμμένα μυστικά, που έχει σκηνοθετήσει υπέροχα ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης. Έβλεπα τη φίλη μου να παίζει εξαιρετικά, μια χαπακωμένη τρελή μάνα και θαύμαζα την τεχνική της, τον τρόπο που χρησιμοποιεί τη φωνή της, τον έλεγχο της κίνησής της. Η Βάιολετ υπήρξε και αυτή τρελό νειάτο σαν κι εμάς, μετά παντρεύτηκε, έκανε παιδιά και στο τέλος έκαψε το κοντέρ του μυαλού της, παίρνοντας κάθε μέρα χάπια. Πολλοί από τη γενιά μας έπαθαν τα ίδια και χειρότερα. Το μόνο που έχει μείνει, είναι τα σημάδια στο κορμί μας που όταν τα βλέπουμε θυμόμαστε την παλιά μποέμικη ζωή μας…
Σχόλια για αυτό το άρθρο