
“Φέρ΄την πίσω”, η νέα ταινία τρόμου. Δύο αδέρφια, ένα κορίτσι και ένα αγόρι, ανακαλύπτουν μια τρομακτική τελετουργία στο απομονωμένο σπίτι της ανάδοχης μητέρας που αναλαμβάνει την κηδεμονία τους.

Με το ντεμπούτο τους το 2022 και το θρίλερ φαινόμενο «Μίλα μου» (Talk to Me), οι σκηνοθέτες Danny και Michael Philippou καθιερώθηκαν μεταξύ των πιο επιδραστικών νέων δημιουργών στο συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος. «Με τις ταινίες που κάνουμε, είτε πρόκειται για ταινίες τρόμου είτε για οποιοδήποτε
άλλο είδος, θέλουμε πραγματικά οι ιστορίες μας να έχουν έναν ισχυρό συναισθηματικό πυρήνα. Το υλικό που θέλουμε να δημιουργήσουμε, θέλουμε να λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα», δηλώνει ο Michael για την πρώτη τους ταινία. Ο Danny συμφωνεί, «Θέλουμε να αγκαλιάσουμε το γεγονός ότι είναι μια ταινία τρόμου και να είμαστε περήφανοι που τη γυρίζουμε».
Με αριστοτεχνικό έλεγχο του είδους και του τρόπου με τον οποίο το κοινό ανταποκρίνεται στις ιστορίες τους, τα αδέρφια είναι σε θέση να συνδυάσουν στοιχεία τρόμου και ψυχολογικών σκοταδιών με πιο ανάλαφρα στοιχεία, επιτυγχάνοντας το βέλτιστο – βάζοντας καθημερινούς χαρακτήρες σε δοκιμασίες για να πετύχουν κάτι αξιομνημόνευτο στο τέλος. Οι σκηνοθέτες αναφέρουν το κύμα των κορεατικών ταινιών του είδους της δεκαετίας του 2000, κυρίως την ταινία «Μνήμες Εγκλήματος» (Memories of Murder) του Bong Joon Ho, ως πηγή έμπνευσής τους, και ειδικότερα τον τρόπο με τον οποίο ο βραβευμένος, πλέον, με Όσκαρ δημιουργός κατάφερε να τοποθετήσει το ανατριχιαστικό χιούμορ, το slapstick και το τραύμα στον πυρήνα μιας
ταινίας για το θανάσιμο μυαλό ενός κατά συρροή δολοφόνου.
Τώρα, τρία χρόνια μετά την ταινία που τους έκανε να ξεχωρίσουν, το δίδυμο σεναριογράφων-σκηνοθετών επιστρέφει με μια ταινία σχετικά με τη φρίκη που μπορεί να κρύβεται στην οικογενειακή ζωή, εμποτισμένη με σοκαριστικές συναισθηματικές εκρήξεις και το πιο φρικιαστικό gore από κάθε άλλη πρόσφατη ταινία του είδους. Αλλά όλα ξεκίνησαν από μια αθώα έμπνευση.

«Η μικρή αδελφή μιας φίλης μας έχει θέμα οράσεως και αντιμετώπιζε θέμα με την οικογένειά της, καθώς εκείνη ήθελε πολύ να πάει μόνη της να πάρει το λεωφορείο, αλλά οι γονείς της δεν την άφηναν να το κάνει», λέει ο Danny. «Προσπαθούσε να τους κάνει να καταλάβουν ότι θα πρέπει να μάθει να περιηγείται στον κόσμο χωρίς να την νταντεύουν όλοι συνέχεια, ότι πρέπει να έχει αυτοδιάθεση». Αυτός είναι ο βασικός θεματικός πυρήνας, ένα έφηβο κορίτσι που κάνει τα πρώτα του βήματα προς την ανεξαρτησία του, η Piper
(Sora Wong), η οποία έχει μειωμένη όραση και προστατεύεται από το «σκοτάδι της ζωής» από τον υπερπροστατευτικό μεγαλύτερο αδελφό της, τον Andy (Billy Barratt). Ο Andy τείνει να περιγράφει τον κόσμο εξωραϊσμένα στην Piper, προστατεύοντάς την από τα χειρότερα, επειδή δεν αντέχει να μοιραστεί με τη μικρή του αδερφή, έναν κόσμο που είναι τόσο άσχημος. Αλλά αφού τα δύο αδέλφια βιώνουν μια ανείπωτη τραγωδία, βρίσκονται εγκλωβισμένα σε πολύ πιο φρικιαστικές καταστάσεις.
Η Piper και ο Andy ανατίθενται στη φροντίδα της Laura (Sally Hawkins), μιας παιδαγωγού και συμβούλου που ζει σε ένα απομονωμένο σπίτι μαζί με τον ορφανό Oliver (Jonah
Wren Phillips). Καθώς τα δύο αδέρφια ξετυλίγουν σιγά-σιγά τη φρικτή αλήθεια πίσω από την περίεργη συμπεριφορά του Oliver, την επιδεινούμενη εξωτερική του εμφάνιση και μια μυστηριώδη άδεια πισίνα στο κέντρο της ιδιοκτησίας, οι σκηνοθέτες-σεναριογράφοι αποκαλύπτουν μεθοδικά τι συμβαίνει, μέσα από αποσπάσματα φρικιαστικού υλικού και τη συνειδητοποίηση της νέας κατάστασης που έχουν να αντιμετωπίσουν. «Η πρώτη ταινία μοιάζει με ανάλαφρη ταινία τρόμου, ενώ αυτή βασίζεται περισσότερο στους χαρακτήρες», λέει ο Danny. «Μας άρεσε η πρόκληση μιας ιστορίας για αυτούς τους τρεις
χαρακτήρες, εστιάζοντας στη δυναμική των μεταξύ τους σχέσεων».

Για τη Laura, τα μυστικά της οποίας καθοδηγούν την αφήγηση, τα αδέρφια εμπνεύστηκαν εν μέρει από μια σειρά ταινιών όπως το κλασικό «Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν;» (What Ever Happened to Baby Jane) του 1962, οι οποίες επικεντρώνονται σε χαρακτήρες που αποσύρονται από τον πραγματικό κόσμο σε μια σκοτεινή φαντασίωση δικής τους δημιουργίας. Όταν η φαντασίωση συντρίβεται από τον κόσμο γύρω τους, η αντίδρασή τους είναι συχνά μια βίαιη απόσυρση. Υπάρχουν λίγα πράγματα πιο ισχυρά από μια
παρηγορητική ψευδαίσθηση. Οι χαρακτήρες σε αυτές τις ταινίες «δεν είναι απαραίτητα κακοί άνθρωποι αλλά τους έχουν συμβεί κακά πράγματα και έχουν εσωτερικεύσει τα πάντα», λέει ο Danny. «Και έτσι, με τη Laura, αυτό που ήταν συναρπαστικό ήταν να προσπαθήσουμε να γράψουμε έναν χαρακτήρα που να συμπάσχεις ή να ταυτίζεσαι μαζί του με άβολο τρόπο». Τα αδέρφια Philippou σκέφτηκαν αμέσως την υποψήφια
για Όσκαρ ηθοποιό Sally Hawkins («Η Μορφή του Νερού»-The Shape of Water), της οποίας η δραματική γκάμα και η ικανότητα να ενσαρκώνει το εύθραυστο παρελθόν ενός χαρακτήρα, την έκαναν ιδανική για το ρόλο. Τους ενδιέφερε επίσης το γεγονός ότι δεν είχε ποτέ στο παρελθόν κάνει μια τέτοια ταινία, αν και η συναισθηματική ένταση της ηρωίδας πλησίαζε τη λογική της δουλειάς της με τον σπουδαίο Mike Leigh στις
ταινίες «Τυχερή κι Ευτυχισμένη» (Happy-Go-Lucky) και «Το Μυστικό της Βέρα Ντρέικ»
(Vera Drake). «Βλέποντας όλους αυτούς τους διαφορετικούς χαρακτήρες για τους οποίους έφτιαχνε ολόκληρες παρελθοντικές ιστορίες, αυτό ήταν τόσο συναρπαστικό για μένα, η ιδέα ότι κάποιος έδειχνε τόση φροντίδα στους χαρακτήρες», λέει ο Danny.

Προσθέτει ο Michael: «Η Laura είναι γραμμένη με έναν πιο εξωστρεφή τρόπο, αλλά η Sally έφερε αυτό το βάθος σε αυτήν και την παρουσίασε με έναν διαφορετικό, πιο ενδιαφέροντα τρόπο. Η Laura παλεύει μέσα της με αυτό που πρέπει/θέλει να κάνει στην ταινία, και αυτό είναι που την εξανθρωπίζει, νομίζω». Η Hawkins εντυπωσιάστηκε βαθιά από τους δημιουργούς της ταινίας, από τον τρόπο με τον οποίο έχτισαν την ταινία
με γνώμονα τους χαρακτήρες, και από τον τρόπο συνεργασίας τους με το καστ. «Ο Danny και ο Michael έχουν ατελείωτη ενέργεια και ορμή, η οποία μόνο να εμπνεύσει τους γύρω τους μπορεί. Είναι τόσο έξυπνοι, τόσο πνευματώδεις και με έντονη συναισθηματική νοημοσύνη και ακεραιότητα», λέει η Hawkins. «Πρόκειται για ένα έργο που ασχολείται με ένα πολύ λεπτό θέμα, αν και σε ένα μάλλον τρομερό πλαίσιο.
Αισθάνθηκα πλήρη υποστήριξη και εμπιστοσύνη και μου δόθηκε ο απαραίτητος
χώρος για να κάνω αυτό που ένιωθα ότι έπρεπε να κάνω»
![]()
Η εύρεση μιας ηθοποιού για το ρόλο της Piper ήταν απαιτητικό εγχείρημα. Οι σκηνοθέτες θεώρησαν σημαντικό να επιλέξουν κάποια με προβλήματα όρασης και έτσι ξεκίνησαν την ακρόαση. Εκτός από τα μαθήματα θεατρικής αγωγής στο γυμνάσιο, η 12χρονη Sora Wong δεν είχε παίξει ποτέ στο παρελθόν. Όμως ξετρέλανε τους Philippou με την ακρόασή της και την ικανότητά της να ενσαρκώσει τον χαρακτήρα. «Κάναμε αυτή την άσκηση μαζί της, και έπαιξε τη σκηνή, και έκανε αυτόν τον αυτοσχεδιασμό, και ήταν απίστευτη», λέει
ο Michael. «Απλώς μπήκε στη λογική του χαρακτήρα. Δεν ήταν καν υποκριτική. Απλώς έβαζε τον εαυτό της μέσα σε αυτό – είναι καταπληκτική». Η Wong βρέθηκε στην οντισιόν μέσω μιας αγγελίας που εντόπισε η μητέρα της στο Facebook. Παραδέχεται ότι ήταν πολύ αγχωμένη, αλλά ότι χαλάρωσε με την απλότητα των δύο αδερφών. «Μου άρεσε ο χαρακτήρας και συνδέθηκα μαζί της», λέει η Wong. «Πολλές από τις συμπεριφορές της και τη διαδικασία σκέψης της τα ενστερνίζομαι. Δεν υπάρχουν πολλοί χαρακτήρες με
προβλήματα όρασης, πόσο μάλλον ως βασικοί χαρακτήρες. Έτσι, ήταν ένας πραγματικά σημαντικός ρόλος και ήθελα να τον αποδώσω σωστά». Οι Philippou σχεδίασαν το πρόγραμμα έτσι ώστε οι πιο συναισθηματικά βαριές σκηνές της Wong να γυριστούν προς το τέλος της παραγωγής, ώστε να μπορέσει να τις χτίσει καθώς θα έβρισκε τα πατήματά της. Ο Michael σημειώνει ότι η αυτοπεποίθηση της Wong μεγάλωνε καθ’ όλη τη
διάρκεια των γυρισμάτων και ότι στο τέλος, ήταν «άλλος άνθρωπος» σε σχέση με το πώς
ξεκίνησε. Η νεαρή ηθοποιός είχε θαυμάσια καθοδήγηση από τη βετεράνο ηθοποιό Sally Hawkins, η οποία λέει ότι η Wong ήταν «η ευφυΐα και η καλοσύνη προσωποποιημένη» και εντυπωσιάστηκε από τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίθηκε. Αλλά η Wong βοηθήθηκε επίσης σημαντικά από τον συμπρωταγωνιστή της, Billy Barratt, ο οποίος ξέρει πώς είναι να είσαι ηθοποιός από παιδί. Για την ακρίβεια, ήταν η βραβευμένη με Emmy ερμηνεία του Barratt ως 12χρονου που δικάζεται για φόνο στην τηλεοπτική ταινία «Responsible Child»
αυτή που τράβηξε για πρώτη φορά την προσοχή των αδερφών Philippou.
![]()
«Θέλαμε να βάλουμε τον Billy στην ταινία «Μίλα Μου» (Talk to Me)», σημειώνει ο Danny, γι’ αυτό και ενθουσιάστηκαν που τα κατάφεραν σε αυτή την ταινία. «Είναι ένα εξαιρετικό ταλέντο, κάποιος που μπαίνει στον ρόλο και ξεπερνά κάθε φορά τον εαυτό του». Όταν ο Barratt διάβασε το σενάριο, η σχέση μεταξύ της Piper και του Andy τον εντυπωσίασε, και απόλαυσε τη συνεργασία με την Wong. «Υπήρχαν σκηνές στις οποίες ήταν δύσκολο να βιώσουμε συναισθήματα, είτε επειδή συνέβαιναν τόσα πολλά, είτε επειδή η σκηνή
απλά δεν μας είχε κάνει ακόμα κλικ», λέει ο Barratt. «Αλλά νομίζω ότι είχαμε μια ιδιαίτερη εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον». Προσθέτει η Wong: «Δεν ήξερα πραγματικά πώς να κάνω ερωτήσεις ή να αυτοσχεδιάζω και ο Billy με βοήθησε πολύ». Η Hawkins συμφωνεί, προσθέτοντας: «Ο Billy είναι εξαιρετικά ευαίσθητος νέος και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που πρέπει να προστατεύσει. Είναι ένα δώρο. Νιώθει τα πράγματα με τον δικό του
μοναδικό τρόπο». «Όταν κοιτάζω πράγματα να επηρεαστώ, δεν είναι ποτέ βασισμένα σε αληθινά γεγονότα, αλλά γι’ αυτό, ήξερα ανθρώπους στην πραγματική μου ζωή από τους οποίους θα μπορούσα να πάρω επιρροές», λέει ο Barratt.

Για την ταινία επιστράτευσαν τόσο το Make-up Effects Group (M.E.G.) με έδρα το Σίδνεϋ, όσο και το Scarecrew Studios του Larry Van Duynhoven με έδρα τη Μελβούρνη. «Όταν διάβασα το σενάριο, πραγματικά με εξέπληξε», λέει ο Van Duynhoven. «Είναι υπόγεια ανατριχιαστικό, και ένιωσα ότι οι χαρακτήρες ήταν πραγματικά διαφορετικοί και ενδιαφέροντες. Δεν έχουμε πολλούς τέτοιους χαρακτήρες στις ταινίες τρόμου».
Το βασικό για τον Van Duynhoven ήταν η αργή μεταμόρφωση του Oliver καθ’ όλη τη
διάρκεια της ταινίας. Κάτι δεν πάει καλά με το νεαρό αγόρι, το οποίο δεν μιλάει ποτέ και
φαίνεται να έχει μια ακόρεστη πείνα. Η ιστορία του αποκαλύπτεται σιγά σιγά, καθώς η όποια παρουσία κρύβεται μέσα του μεταμορφώνει σταδιακά την εμφάνισή του.
«Αρχικά, τα μακιγιάζ διαρκούσε πέντε ώρες, και στη συνέχεια έπρεπε να τα μειώσουμε
κατά κάποιον τρόπο γιατί δεν είναι υγιές για ένα παιδί να κάθεται ακίνητο τόση ώρα και μετά να βγαίνει και να υποδύεται τον ρόλο του.» λέει ο Van Duynhoven. «Έτσι, βελτιώσαμε πολλά από αυτά με ένα μικρό προ-βάψιμο των προσθετικών. Όλο του το σώμα είναι καλυμμένο με φλέβες, οπότε αυτό που κάναμε ήταν να σχεδιάσουμε κάποιες φλέβες ως τατουάζ, όπως εκείνα τα παλιά τατουάζ που κάνεις όταν είσαι
παιδί. Μοιάζει σαν μια οντότητα να βγαίνει από μέσα, να αποσυντίθεται πραγματικά
και να μετατρέπεται σε αυτό το μικρό τέρας». Πέρα από το βλέμμα που αλλοιώνεται
από το κακό που καραδοκεί μέσα του, τα αποτελέσματα της αδηφαγίας του Oliver
έπεσαν στην ευθύνη του Van Duynhoven. Το αγόρι καταναλώνει ό,τι βρει μπροστά
του, ακόμα και μαχαίρια. Για τους αδερφούς Philippou, αυτά τα στοιχεία αποτελούν
αναπόσπαστο μέρος της περιπετειώδους κινηματογράφησης. «Μας αρέσουν τα
πρακτικά εφέ και η κατασκευή πραγμάτων και η προσπάθεια να βρούμε πράγματα
που δεν έχουν ξαναγίνει στον κινηματογράφο», λέει ο Danny. «Όπως το να τρως ένα
μαχαίρι. Το να βρίσκουμε τρόπους για να τα κάνουμε αυτά τα πράγματα πρακτικά είναι πάντα μια πολύ διασκεδαστική διαδικασία».
Τα πρακτικά εφέ και το χτίσιμο του κόσμου, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο οι δημιουργοί της ταινίας εμπλέκουν το κοινό, εξυπηρετούν την κεντρική και τρομακτική λογική της ταινίας, η οποία συνιστά σοκ όταν οι θεατές συνειδητοποιούν την αλήθεια για την κατάσταση του Oliver. «Ο Oliver ως χαρακτήρας είναι μια εκδήλωση της θλίψης και του τρόπου με τον οποίο αυτή μπορεί να σε φάει ζωντανό», καταλήγει ο
Danny. «Αυτό είναι το τέρας αυτής της ιστορίας: ο ατελείωτος πόνος της ανεπίλυτης
θλίψης»
![]()


![]()
![]()

Bring Her Back
Σκηνοθεσία: Danny Philippou, Michael Philippou
Σενάριο: Danny Philippou, Bill Hinzman
Πρωταγωνιστούν: Sally Hawkins, Billy Barrat, Sora Wong, Jonah Wren Phillips, Sally-Anne Upton, Stephen PhillipsΔιεύθυνση φωτογραφίας: Aaron McLisky
Μουσική: Cornel Wilczek











































Σχόλια για αυτό το άρθρο