
Η καρδιά στο 13o Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης χτύπησε στο ρυθμό της ελπίδας. Εκείνης της αόρατης δύναμης που μας στηρίζει όταν όλα γύρω μας μοιάζουν να λυγίζουν, εκείνου του φωτός που τρυπά το σκοτάδι και μας ψιθυρίζει πως το αύριο έχει θέση για τα όνειρά μας. Η ποίηση περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τέχνη, φροντίζει να κρατά ψηλά την ελπίδα, την κρατά ζωντανή, την κάνει λέξη, στίχο, τραγούδι. Το μεγαλείο της ποίησης είναι η αντιπροσωπευτικότητά της, ο αντικατοπτρισμός στο δικό μας ψυχισμό. Είναι οι άνθρωποι που με το δικό τους σθένος, τον πλούτο τους και τη σκέψη τους, αντιπροσωπεύουν τα δικά μας συναισθήματα. Σε μια εποχή που η ταχύτητα κυριαρχεί στην καθημερινότητά μας, τέτοιες πολιτιστικές στιγμές λειτουργούν ως ανάσα. Μας θυμίζουν την αξία της σιωπής ανάμεσα στις λέξεις, στις σκέψεις, πίσω από τις εικόνες της αλήθειας που κρύβεται στο στίχο. Ο Θάνος Γώγος είχε ένα όνειρο πριν 13 χρόνια και το έκανε πραγματικότητα. Είναι εκείνος που “ανάβει τη φωτιά στα κάρβουνα” στη “Θράκα”. Η “Θράκα” αποτελεί παράδειγμα για το πώς μπορεί μια μικρή ομάδα νέων παιδιών με τη στήριξη των τοπικών φορέων, μια ομάδα που δουλεύει άοκνα χρόνια, να έχει καταφέρει η Θεσσαλία μέσα από το Φεστιβάλ να ακούγεται παντού.

Μετά τις δύο προφεστιβαλικές εκδηλώσεις στη Μακρινίτσα και την Αθήνα, πραγματοποιήθηκε η επίσημη έναρξη του Φεστιβάλ στο Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας. Η έναρξη ξεκίνησε με την έκθεση σύγχρονης τέχνης «Hopeless Romantic / Φρούδες ελπίδες: Η προσέγγιση της πραγματικότητας μέσω της αυταπάτης» που φιλοξενείται στο Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας και παρουσίασε η Αντιγόνη Καψάλη, Ιστορικός τέχνης, Ανεξάρτητη επιμελήτρια και Εικαστικός. Στην έκθεση συμμετέχουν οι: Γρηγορία Βρυττιά, Στέφανος Γιαρέμης, Άρτεμις Διαμαντή, Πυθαγόρας Κωτσούλας, Σοφία Κυριακού, Ευσταθία Σαββίδου, Μυρτώ Σακκά, Ελένη Σαρλή, karl grümpe & rene p.g.

Η έκθεση Hopeless Romantic διερευνά την επιμονή της ελπίδας ως στάσης ζωής σε περιόδους συλλογικής κρίσης και υπαρξιακής αβεβαιότητας. Μέσα από εικαστικές πρακτικές που ισορροπούν ανάμεσα στο φαντασιακό και το ειρωνικό, οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες προσεγγίζουν τη σύγχρονη ανάγκη για ουτοπικές αφηγήσεις, ακόμη και όταν η πραγματικότητα φαντάζει αμείλικτη και μη αναστρέψιμη. Ένα σύνολο διαφορετικών εκφραστικών μέσων αποτυπώνει το ευρύ φάσμα των σύγχρονων ερμηνειών της ελπίδας και της αυταπάτης: γλυπτική, χαρακτική, ζωγραφική, ψηφιακά έργα, video art, εικαστικά αντικείμενα, εγκαταστάσεις και textile art συνυπάρχουν, δημιουργώντας διάλογο ανάμεσα σε παραδοσιακές και σύγχρονες τεχνοτροπίες.

Η ποικιλία των μέσων ενισχύει την πολύπλευρη πρόσληψη της θεματικής και αναδεικνύει τη δύναμη της τέχνης να προτείνει εναλλακτικές αναγνώσεις του κόσμου γύρω μας. Η έκθεση καλεί τον θεατή να αναλογιστεί τον ρόλο της τέχνης ως πεδίου όπου η φαντασία, η ψευδαίσθηση και η ελπίδα διαμορφώνουν εναλλακτικές αφηγήσεις για έναν κόσμο που παραπαίει.










Ν’ ακούς τις σιωπές
Όταν θα λείψω
να μελετάς, το βράδι που θα γέρνεις,
τα μάτια που σε κοίταζαν και σε πιστεύανε.
Να μελετάς τα μάτια
που ανεβάζανε στο στόμα την αλήθεια σου,
όπως τραβούν στο μπράτσο σου το αίμα
οι πευκοβελόνες.
Όταν θα λείψω
ν’ αφουγκράζεσαι τα βήματα που λάσπωναν,
έναν καιρό απελπισμένo, το κατώφλι σου.
Να αφουγκράζεσαι τα βήματα
που φέρναν τ’ όνειρo νωπό
μέσ’ στην καλή ψυχή σου.
Όταν θα λείψω
ν’ ακούς τις σιωπές των ήχων
μέσα στην οχλοβοή.
Να τις ακούς,
γιατί οι σιωπές είναι τα λόγια μου
που ταξιδεύουνε στο χρόνο ορφανά απ’ το σώμα.
Οι σιωπές είναι τα λόγια εκείνων που δεν μίλησαν,
όχι γιατί δεν το θελήσανε,
αλλά γιατί η γλώσσα τους υπήρξε μια δεντρoστοιχία
μέσ’ στην οποία κελαηδούσαν διαρκώς αηδόνια.


Μια σακούλα γαρίδες ξεπαγώνει στον νεροχύτη.
Ελληνικά μαθήματα της Han Kang και ποιήματα του Bukowski περιμένουν να διαβαστούν.
Μια γλάστρα.
Ένα άδειο γάλα.
Χαρτοπετσέτες και λογαριασμοί.
Μια συσκευή που όποτε περνάω από μπροστά παίζει αυτόματα ήχους της θάλασσας.
Μπροστά στο παράθυρο, τον χθεσινό αρακά τον χτυπάει ο ήλιος.
Θα δοκιμάσω αν χάλασε και αν όχι θα το μοιραστώ με τον σκύλο.
Ακούω τα κύματα και τα καράβια να κορνάρουνε από το βάθος.
Λέει πως κάποτε ήτανε δύο κατάρτια,
που δεν τα γυρόφερνε ποτέ κανείς.
Θα βγούμε βόλτα στην εκκλησία του Bullinger ή στην Stauffacher ή δεν ξέρω που αλλού.
Θα είμαστε μόνοι.
Θα έχω το ένα χέρι στην τσέπη και με το άλλο θα κρατάω χαλαρά το λουρί.
Και θα εξασκηθώ στα γερμανικά μου σαν να εξηγώ στα πουλιά πως κυλάει η ζωή.
Αν δεν με πιάσει η απελπισία τότε σίγουρα θα με πιάσει το πείσμα.
Μα έχει κάτι το στενάχωρο (το ξέρω) η εικόνα ενός άντρα και ενός σκυλιού.
Υπάρχει ένα όριο σε όσα μοιράζεσαι και ο χρόνος δεν κυλάει για όλους το ίδιο.
Επίσης στενάχωρα είναι οι χημειοθεραπείες, τα ψωμάκια με βούτυρο και οι φορεμένες πιτζάμες της στην άκρη του κρεβατιού.
Μα όλα αυτά τα κρατάω μέσα μου,
είμαι σκληρός,
ήρθε η ώρα να επιστρέψουμε πίσω.
Και σαν ξαπλώσουμε θα στριμωχτούμε στην γωνία γιατί έχω αποκτήσει τις συνήθειες ενός σκυλιού.
Ίσως σπρωχτούμε, ίσως μαλώσουμε, μα θα έχουμε την ίδια σκέψη πως θα χωρούσε και ένας ακόμα.
(Το ξέρω)
Μια σακούλα γαρίδες ξεπαγώνει στον νεροχύτη.
Μια γλάστρα.
Ένα άδειο γάλα.
Χαρτοπετσέτες και λογαριασμοί.
Ο σκύλος τινάζεται.
Κάπου στο βάθος τα πλοία ανάβουν τις μηχανές και σφυρίζουν.
Ψάρια στον πάγο
Την ημέρα που πέθανε ο πατέρας σου είχανε σε έκπτωση τις σταφίδες.
Θυμάμαι βουτούσαμε τα χέρια μας μέσα στους πάγους.
Ψάχναμε ψάρια που να μην δείχνουνε τόσο νεκρά.
Και η μουσική ηχούσε αδιάφορη στους σφουγγαρισμένους διαδρόμους.
Οι σόλες των παπουτσιών σου άφηναν ίχνη.
Εγώ σου έλεγα πως η διάθεση σου με ρίχνει.
Στον δρόμο μέχρι το σπίτι δεν ανταλλάξαμε ούτε κουβέντες, ούτε ματιές.
Έλεγα δεν μπορεί,
από το βάρος το χέρι μου κόντευε να σκιστεί,
καλύτερα να πηγαίναμε σε κηδεία.
Την ημέρα που πέθανε ο πατέρας σου ήθελα με το ζόρι να σε δω να ανθίζεις.
Θυμάμαι σε πότιζα και το χώμα λάσπωνε σβώλους γύρω από την ρίζα.
Και είχαμε όλα τα παράθυρα του σπιτιού ανοιχτά.
Ο αέρας έμοιαζε διαφορετικός.
Τα δέντρα, τα σύρματα, οι κουρτίνες και τα κλαδιά,
καρδιές και ελπίδες συσκευασμένες χωρίς τα κοτσάνια.

Θάνος Γώγος, Διευθυντής του Φεστιβάλ: “Τα όνειρα είναι δωρεάν. Η ελπίδα είναι η κινητήριος δύναμη για αλλαγή. Είναι η δύναμη που χωρίς αυτή, δεν μπορεί να γίνει αλλαγή. Το Φεστιβάλ αναπτύσσεται κάθε χρόνο, σταδιακά, με σκληρή δουλειά. Πίσω από αυτό το Φεστιβάλ δεν είμαι μόνος μου, υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων που όλοι μαζί καταφέραμε να το εδραιώσουμε ως ένα σημαντικό λογοτεχνικό Φεστιβάλ της χώρας και ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα πλέον σιγά σιγά και στην Ευρώπη και αυτό το δείχνει και το κύρος των ονομάτων που προσελκύουμε και έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε στη Θεσσαλία. Είναι σημαντικό ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι σπουδαίοι καλλιτέχνες, παρουσιάζονται σε μεγάλες πόλεις όπως η Λάρισα και τα Τρίκαλα αλλά και σε μικρά χωριά, όπως είναι η Φυλακτή. Η τέχνη και η ποίηση είναι για όλους και για όλες. Ευχαριστώ όλους τους θεσμούς, γιατί μόνο με σύμπνοια με τους θεσμούς μπορεί να διατηρηθεί ένα φεστιβάλ που έχει τη δομή ενός Ευρωπαϊκού Φεστιβάλ”.

Δημήτρης Κουρέτας, Περιφερειάρχης Θεσσαλίας: “Η ποίηση υπήρξε πολύ πριν από εμάς που ζούμε τώρα και οι νεότεροι ποιητές, δείχνουν ότι αντί να τελεί υπό εξαφάνιση, η ποιοτική ποίηση έχει για τα καλά εγκατασταθεί στη Θεσσαλία. Κι αυτό αποδεικνύεται μέσα από τη διοργάνωση του Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ. Ο καθένας από εμάς, έχει βιώσει ξεχωριστά το μεγαλείο της ελπίδας ενώ η ίδια η ζωή διδάσκει πως η ελπίδα είναι η αυταπάτη μας αλλά ταυτόχρονα η αισιοδοξία μας και η κινητήριος δύναμή μας. Αυτή η ελπίδα που μοιάζει με αυταπάτη αλλά είναι ενστικτώδης σε συλλογικό επίπεδο, λειτουργεί σαν ανάχωμα στην κατάρρευση μας. Είναι η αμυντική γραμμή μας στην ύπαρξή μας, απέναντι στη βαρβαρότητα των γεγονότων που συμβαίνουν σε όλο τον κόσμο. Η ποίηση έχει δημιουργήσει για όλους μας, σε κάθε γωνιά του πλανήτη, έναν κόσμο που τα υλικά του δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμα”.

Χαράλαμπος Μπιλλίνης, Πρύτανης Πανεπιστημίου Θεσσαλίας: ” Το Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης αποτελεί θεσμό πια, που αποδεικνύει τη δύναμη του λόγου, της σκέψης και της καλλιτεχνικής έκφρασης. Το φετινό θέμα, η ελπίδα, είναι το όνειρο του ξύπνιου ανθρώπου, όχι ενός ονειροπόλου αλλά εκείνου που έχει τα μάτια ανοιχτά στον κόσμο και εξακολουθεί να πιστεύει στην αλλαγή, τη βελτίωση και την προοπτική. Σήμερα, κάθε άλλο παρά ποτέ, η ανθρωπότητα αναζητά σταθερά σημεία αναφοράς και νόημα. Η ποίηση μας βοηθά να εκφράσουμε την προσδοκία, το φόβο, την αγωνία και μας δίνει λόγο εκεί που οι λέξεις φαίνονται λίγες. Η ποίηση μας προσκαλεί να δούμε τον κόσμο με άλλα μάτια, με βαθύτερη ενσυναίσθηση, ανθρωπιά και ελπίδα. Η ελπίδα γεννιέται κάθε φορά που τολμάμε να μιλήσουμε, να ακούσουμε και να ονειρευτούμε”




Η λογική των παραμυθιών
Στα παραμύθια, πλήθος οι αδύνατοι άθλοι:
Από τα γένια ανθρωποφάγου τράγου φέρε τρίχες,
Πέρνα λίμνη με θειάφι σε σκαρί που μπάζει,
Από σειρά ίδιες μάσκες, τον πρίγκηπα βρες
Στις μύτες σίμωσε, εκεί που αράζει, δράκο,
Και το κόκαλο κλέψ’ του . κόκκο-κόκκο,
τη σκόνη μέτρα, ή μάθε απ’ έξω τον Χρυσό Οδηγό.
Ό,τι ζητάνε, πάντα αδύνατο –
Τα μάγια με τα μάγια πρέπει να πολεμάς. Και
Να πιστεύεις πως κρύβεις κάτι αδύνατο μες στο μανίκι –
Ίσως τη γλώσσα των φιδιών . αόρατο μανδύα,
Στις διαταγές σου μυρμηγκιών στρατό, ή φονικά αστεία,
Την θέληση να κάνεις ό,τι πρέπει να συμβεί:
Το τέρας παντρέψου. Παράδωσε τον γιο σου τον μονογενή.
Για την Αταλάντη
Μακρύ και δύσκολο το όνομά σου, ναι.
Χωρίς να ερωτηθούν,
Πολλοί μας το ’πανε
Και μας κατηγορούν.
Ίσως κι εσύ αργότερα αναρωτηθείς, και
Ίσως μας ψέξεις, φαρμακερή στα δεκατρία,
Ότι σου καταστρέψαμε τη ζωή,
Στρέφοντας την αγάπη μας ενάντια
Σε μας, σα δίκοπο μαχαίρι κοφτερή.
Λες και τη βλέπω ήδη την ταινία.
Κι εμείς, να αποκριθούμε τι;
Ναι, βιαζόσουνα να γεννηθείς
Σαν να ’τανε αγώνας δρόμου να ’σαι ζωντανή.
Τις συλλαβές ζυγίσαμε, και ταίριαζαν κουτί,
Κι ακόμα ελπίζαμε ότι
Θα σ’ άρεσαν εντέλει οι ιστορίες
Για πριγκήπισσες που δεν στέκαν στο ράφι
Σαν πορσελάνινες. Όχι αλληγορίες
Μα ένδοξες μικρές κυρίες
Που καθεμιά σωζότανε μονάχη,
Μόνες το τέρας σκότωναν – κι ελεύθερες δρομείς,
Δεν το ’βαζαν στα πόδια. Ίσως σκληρό να ’ναι
Να σε διαλέγουν για να διακριθείς.
Κουράγιο κάνε.
Βοηθάει λιγάκι κι η ομορφιά. Θα δεις.
Όμως δεν φτάνει
Να είσαι σβέλτα, θαρραλέα, ή επιδέξια.
Αχ μήλο μου χρυσό, ο κόσμος θα σου ρίξει
Στα πόδια πλήθος μπιχλιμπίδια αστραφτερά
Τη φόρα να σου κόψει: μην κοιτάξεις και μη σκύψεις
Να τα μαζέψεις· μη, μη σταματήσεις.

Με λένε Σωτηρία
Καλημέρα γλυκέ μου, με λένε Σωτηρία
είμαι η νοσοκόμα σου για σήμερα, πώς είσαι;
Σήμερα είναι η δεκάτη ενάτη Ιανουαρίου
ο ήλιος ανατέλλει.
Είμαι η νοσοκόμα σου για σήμερα, πώς είσαι;
Πρέπει να κρατάμε θετική στάση,
ο ήλιος ανατέλλει.
Η γυναίκα σου ξέρει ότι είσαι εδώ, στέλνει την αγάπη της.
Πρέπει να κρατάμε θετική στάση,
τα πας καλά, είσαι ασφαλής, είσαι πραγματικά ασφαλής.
Η γυναίκα σου ξέρει ότι είσαι εδώ, στέλνει την αγάπη της.
Θα ήθελες να τηλεφωνήσουμε στη γυναίκα σου;
Τα πας καλά, είσαι ασφαλής, είσαι πραγματικά ασφαλής,
αν μπορείς να με ακούσεις, σφίξε το χέρι μου.
Θα ήθελες να τηλεφωνήσουμε στη γυναίκα σου;
Είναι δύσκολο, κατανοώ.
Αν μπορείς να με ακούσεις, σφίξε το χέρι μου.
Σήμερα είναι η δεκάτη ενάτη Ιανουαρίου,
είναι δύσκολο, κατανοώ.
Καλημέρα γλυκέ μου, με λένε Σωτηρία.
Το αγόρι που αντικατέστησε τη μάνα του
Με μια βέργα που βρήκε κι έτρεξε κατά μήκος
στα κάγκελα του πάρκου,
το ’κανε βάζοντας φωτιά στου πάρκου την εξέδρα
και παρακολουθώντας στο σκοτάδι,
κατασκευάζοντάς την με Meccano
με είκοσι επτά αποσπώμενα μέρη,
με το να την ζωγραφίζει από μνήμης
σε ένα μανεκέν
στη βιτρίνα κάποιου καταστήματος,
με την Ντάμα Κούπα να χτυπά
στις ακτίνες της πάνω της ρόδας του ποδηλάτου του,
με το να κλέβει σοκολάτες,
να τρομοκρατεί
να καλαμπουρίζει
το ’κανε παίζοντας τερματοφύλακας
κομπάζοντας,
λέγοντας να σου γαμήσω
σκαλίζοντάς την στον βάλτο
σε κορμό βελανιδιάς,
φτιάχνοντάς την
από παιχνίδι σκιών
και καπνό,
μαζεύοντας βροχή απαλά
στη μικρή του παλάμη,
το ’κανε με το να τα βολεύει καλά,
το ’κανε τραγουδώντας χάλια,
και
το ’κανε γράφοντάς την
σε βιβλίο.


Φώκια
Στο μπες και βγες ενός βράχου είσαι
εδώ και στοχάζεσαι
την επόμενή σου κίνηση μέσα σε γκρίζο
πιο σκούρο ξετυλίγεται μια απροσδόκητη ταινία
ένα πλάνο μακρινό γυρισμένο κεφάλι πτερύγιο
όχι χαιρετισμός μα προειδοποίηση
όρθιο ενάντια στην σαν σκακιέρα της θάλασσας
ξεγελάς τον θάνατο στο τσακ
προς το παρόν στο παιχνίδι των αριθμών
πλούσια σε λίπος
νανουρισμένη όσο ο ουρανός σωπαίνει
πάνω σε ένα δέρμα από σκουμπρίσιο σύννεφο
έτσι θα θέλαμε να το σκεφτόμαστε
ενώ διαλαλούμε ακόμη τις απώλειές μας
μέσα σε αυτό το αδειανό ζεστό νερό
και με όλα του τα ψάρια ψαρεμένα ανακινείς
τον λείο όγκο σου μια συλλαβή
διάστικτη ω ασημένια που
γλιστράς σε μονοχρωμία μυστική
ελάσσονα έβδομη στην παλίρροια
που σηκώνεται αδέσμευτη κάτω από την επιφάνεια
σε μια διπλή ζωή είναι αλήθεια
δεν υπάρχει ποτέ αρκετός χρόνος μα
μονάχα αυτό εδώ το μοναδικό
φωτεινό καρέ σοκαρισμένο ανοιχτό
στην ξεπλυμένη σου σιλουέτα
Το νησί
Είναι ξηρά είναι το σύνολο των πιθανών διευθετήσεων
κινείται βόρεια ενώ οι αστερισμοί ταξιδεύουν νότια
κινείται ελεύθερα κι είναι γι’ αυτό απρόβλεπτο δεν είναι κάτι
παραπάνω από συσσωρευμένη σκόνη είναι μια ατελείωτη γραμμή που ξε-
διπλώνεται κόντρα στη θάλασσα μοιάζει με επανάληψη μα είναι
ένας τρόπος διακλάδωσης λέγεται ότι πέφτει σε
κατάσταση χάους δεν είναι μήτε μεταφορά μήτε ερμηνεία είναι
μονάχα ερμηνεία δεν είναι ούτε άστρο που λιώνει ούτε εκρηκτικό
παγάκι χρειάζεται την αγάπη μας όπως το συλλογικό έργο
προκύπτει
από μια κατάσταση μοριακής αβεβαιότητας είναι λιγότερο η ελπίδα που
απέτυχε
απ’ ό,τι ένα πρόβλημα διανομής δεν είναι ένα σώμα που αιμορραγεί
ή κενό σε θαλάσσιο χάρτη είναι ένα δαχτυλίδι από φώτα είναι ο λόγος
που τίποτα δεν είναι ποτέ έτσι απλό προχωράει μπροστά στροβιλίζεται
διάστικτο πλαγιολισθαίνει πάνω από τον ορίζοντά του είναι επιλεκτική
πληροφορία και κινητική ενέργεια είναι κυματική συνάρτηση και
στροφορμή είναι διασπορά είναι αναδιάταξη είναι
μια αργή διαδικασία είναι εδώ που βρισκόμαστε είναι αυτό που
σπάει και σπάει


Είναι αυτή η αγάπη
Κόμπος στο λαιμό
Eίναι αυτός ο σκύλος που τρώει
πέτρες στο μάρμαρο
Είναι αυτή η λέξη ολομόναχη
μες στη σελίδα
που δεν βρίσκει τη φράση της
Είναι αυτός ο άνθρωπος
άβολα καθισμένος μες στη νύχτα
που φοράει
βρόμικες ορχιδέες
στο στήθος του
κι αυτή η αγάπη
κόμπος στον λαιμό
που δεν σταματά
να ουρλιάζει
Είναι αυτή η θλίψη
αφημένη στον σταθμό
Είναι αυτή η γερόντισσα στο γεμάτο χώματα σαλόνι της
ο φύλακας
πίσω απ’ το φως
μέσα στον πίνακα
και αυτές οι καταιγίδες
που φυτρώνουν
στον λαιμό σου
Μα τι λέει
η καμπύλη στο στενό και ο πόνος στη μελάνη
Τι λέει η απεραντοσύνη στην ατελή ανατομία των ανθρώπων
Τι λέει η ανάμνηση
στην ύλη
και στην καταγωγή των σημαδιών και οι διαγραφές
που δεν εγγράφηκαν
που στοιβάχτηκαν
που εγκλωβίστηκαν
Μα τι λένε τα αρχεία
στη μνήμη
και η απεικόνιση
στη γεωμετρική καταγραφή
Είναι ένα όνομα
που διασχίζει τις σελίδες
κι αυτή η αγάπη
που δεν σταματά
να ουρλιάζει
Έκλεισα τα σπίτια μου
Έκλεισα τα σπίτια μου
Ένα ένα αυτό το πρωί
Και φεύγω
Τα σπίτια αυτά του χθες
Και αυτά του σήμερα
Αυτό της πρώτης πατρίδας
όπου μεγαλώνει ανέλπιδα μια πέτρινη ελιά
Το σπίτι των παιδικών χρόνων
όπου κοιμήθηκε για πάντα
το λιγνό κορίτσι
με γυμνό το στήθος
Και το σπίτι των δρόμων
όπου ο γέρο-Οιδίποδας καθισμένος
σ’ έναν βράχο χωρίς φτερά
γελάει εκκωφαντικά
Έκλεισα το σπίτι του καλοκαιριού
με τα παράθυρα χωρίς κουρτίνες
όπου μαζεύονται οι καύσωνες
τους φτωχούς λουτήρες
και τις έρημες καρέκλες
Το σπίτι του χειμώνα
που ο ωκεανός τού πήρε τα κλειδιά
τη στέγη και τις μαραμένες ανθοδέσμες
Και το σπίτι με τις γιορτινές παραμονές
επίσης το έκλεισα
αλλά ποιος θα μιλήσει για αυτό
Το σπίτι των ναυτικών
με τις τσέπες γεμάτες πέτρες
Το σπίτι των μισοτραγουδισμένων τραγουδιών
Το σπίτι των μακρινών ήλιων
Και το σπίτι στο κοιμητήρι
θρασύτερο από ποτέ
Είναι γι’ αυτό το σπίτι
που θέλω να μιλήσω
εκεί που η εξορία προσκαλείται
Έκλεισα τα σπίτια του χτες
κι αυτά του σήμερα
δεν στέριωσαν
Τα σπίτια της μοναξιάς όπου τα μανιασμένα λόγια
άδειασαν από τα κύματά της τη θάλασσα του Αιγαίου
Έκλεισα τα σπίτια μου
Το σπίτι των φίλων μου
που γλίστρησαν τα ονόματά τους
στη σιωπή
Το σπίτι του ποιητή
μικρή πεταλούδα που τη φλερτάρει
ο θάνατος αηδόνι μα και ταυτόχρονα κοράκι
Το σπίτι της φίλης μου
που δίχως μαλλιά χορεύει
στην άκρη της γέφυρας
μια λαθραία νύχτα
Και το σπίτι των σελίδων το έκλεισα
και φεύγω το πρωί
μες στο μυστήριο του χρόνου
χρόνος σε επίπεδα δίχως συνοχή χρόνος
με κλίμακες
δίχως ρολόγια χρόνος
σε αγκαλιές
μ’ αδύναμα χέρια.




Σταυρούλα Σδρόλια (Διευθύντρια του Διαχρονικού Μουσείου Λάρισας), Χρύσα Βουλγαράκη, Κυριακή Σπανού (Ειδική Σύμβουλος Πολιτισμού, Περιφέρεια Θεσσαλίας)

Αντιγόνη Καψάλη
Χορωδία In Donnation

Χορωδία In Donnation













Φωτογραφίες: Νίκος Κατσαρός
13ο Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης: Με ελπίδα από τη Μακρινίτσα











































Σχόλια για αυτό το άρθρο