Πριν τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 η Σμύρνη (μόνο η πόλη) αριθμούσε 370.000 κατοίκους, εκ των οποίων 165.000 ήταν Έλληνες, 80.000 Οθωμανοί Τούρκοι, 55.000 Εβραίοι, 40.000 Αρμένιοι, 6.000 Λεβαντίνοι και 30.000 διάφοροι άλλοι ξένοι. Επικρατούσα γλώσσα ήταν η ελληνική εκ της οποίας η πόλη είχε ένα καθαρό ελληνικό χρώμα με σχετικά ανεπτυγμένο εμπόριο και πολιτιστικές εκδηλώσεις, έτσι ώστε ν΄ αποκαλείται από τους Τούρκους ως “Γκιαούρ Ιζμίρ” (= Σμύρνη των απίστων).
Όλα άρχισαν στα μέσα Αυγούστου 1922, μετά την υποχώρηση του ελληνικού στρατού από το Αφιόν Καραχισάρ. Τότε ξεκίνησε και ο ξεριζωμός του ελληνικού πληθυσμού από τις πόλεις και τα χωριά της Μικράς Ασίας. Οι υπολογισμοί κάνουν λόγο για περίπου 250.000 πρόσφυγες, οι οποίοι ακολούθησαν τον στρατό προς την μικρασιατική ακτή. Καθημερινά, δεκάδες πρόσφυγες έφταναν με τρένα στη Σμύρνη και στις 7 Σεπτεμβρίου χιλιάδες άνθρωποι είχαν κατακλύσει την προκυμαία της πόλης, ψάχνοντας τρόπο προκειμένου να ταξιδέψουν προς τα ελληνικά νησιά.
Ωστόσο, την επόμενη ημέρα οι ελληνικές αρχές εγκατέλειψαν την περιοχή και στις 9 Σεπτεμβρίου, Τούρκοι στρατιώτες εισέβαλαν στη Σμύρνη. Μαζί τους και ο νέος διοικητής της πόλης Νουρεντίν πασάς, ο οποίος μάλιστα διαβεβαίωσε ότι η ζωή αλλά και η περιουσία των κατοίκων θα τύχαιναν σεβασμού. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Λεηλασίες καταστημάτων και φόνοι ήταν το σκηνικό στη Σμύρνη εκείνες τις ημέρες, ενώ στις 11 του μήνα θανατώθηκε με μαρτυρικό τρόπο από τον τουρκικό όχλο ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Την ίδια ημέρα εισέβαλε στην Σμύρνη και ο Κεμάλ Ατατούρκ με το επιτελείο του.
Την Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου, ο πληθυσμός στη Σμύρνη είχε πλέον φτάσει τους 700.000. Οι Τούρκοι στρατιώτες έβαλαν φωτιά αρχικά στην αρμενική συνοικία. Όταν έπεσε το σκοτάδι η πυρκαγιά είχε εξαπλωθεί μέχρι την προκυμαία της Σμύρνης, η οποία ήταν ασφυκτικά γεμάτη από πρόσφυγες. Σχεδόν ολόκληρη η πόλη της Σμύρνης καταστράφηκε. Η πυρκαγιά συνεχίστηκε ως τις 17 Σεπτεμβρίου. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο υπολογίζει τον αριθμό των ομογενών που χάθηκαν σε 25.000, ενώ ο συνολικός αριθμός των θυμάτων από 9 ως 11 Σεπτεμβρίου φτάνει, κατά την ίδια πηγή, τις 50.000.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1922 κατά την τρίτη ημέρα της καταστροφής της Σμύρνης, το θωρηκτό Κιλκίς απέπλευσε και ενώθηκε με το θωρηκτό Αβέρωφ, μεταξύ Χίου και Σάμου. Η εικόνα της ολοκληρωτικά κατεστραμμένης Σμύρνης έμεινε βαθιά ριζωμένη στους ανθρώπους που – ενώ απομακρύνονταν στοιβαγμένοι μέσα σε βάρκες και καΐκια – έβλεπαν την πόλη να τυλίγεται στις φλόγες, μαζί με τις περιουσίες τους αλλά και τα όνειρά τους.
Σχόλια για αυτό το άρθρο