
Με βαθιά ευγένεια και ειλικρινή θαυμασμό ανοίγει κανείς τον δρόμο για να μιλήσει για τη Ζωή Ξανθοπούλου– μια σκηνοθέτιδα που δεν ακολουθεί το θέατρο, το αναπλάθει! Το αποτύπωμά της, ευδιάκριτο και ατόφιο, είναι μια συνεχής υπόμνηση ότι η τέχνη, όταν τολμά, μπορεί να γίνει λυτρωτική… Με καινοτόμο ματιά, συνδυάζει στοιχεία πολλών τεχνών, υφαίνοντας σκηνικές ”γέφυρες” ανάμεσα στο ορατό και το άρρητο, στο αισθητικό και το βιωματικό. Κάθε έργο της αποτελεί έναν ζωντανό καμβά όπου η εικόνα, ο ήχος, η κίνηση, η σκέψη- όλα μεταμορφώνονται σε μια ενιαία, παλλόμενη εμπειρία. Η Ζωή Ξανθοπούλου δεν φοβάται να κοιτάξει κατάματα τα δύσκολα. Αντιθέτως, τρέφεται από την ανάγκη να φέρει στο φως κοινωνικά τραύματα, να αγγίξει την κακοποίηση, την απώλεια, τις σιωπές που βαραίνουν τις ζωές των ανθρώπων. Και το κάνει με λεπτότητα, με ακρίβεια, με μια ανθρωποκεντρική τόλμη που δεν διεκδικεί τον εντυπωσιασμό, αλλά την αλήθεια. Το θέατρο για εκείνη είναι ο καθρέφτης της εποχής του- και η ίδια τον κρατά ψηλά, καθαρό, φωτεινό, ώστε να βλέπουμε μέσα του όχι μόνο τις πληγές, αλλά και τις δυνατότητες του κόσμου μας. Πλάι της βρίσκονται άνθρωποι που μοιράζονται την ίδια οπτική, την ίδια αφοσίωση, την ίδια απαίτηση για ουσία. Με αυτούς συνθέτει δουλειές που δεν είναι απλώς παραστάσεις, αλλά εμπειρίες. Μικρές τελετές αναγνώρισης, κάθαρσης και επανανοηματοδότησης. Και τη φετινή σεζόν, η καλλιτεχνική της πυξίδα στράφηκε ξανά σε ένα έργο βαθιά ανθρώπινο. Στο θέατρο Σταθμός ανέβασε το πολυβραβευμένο έργο του JensRaschke ”Κοιμούνται τα ψάρια” με πρωταγωνίστρια την υπέροχη Ευγενία Δημητροπούλου! Μια παράσταση που άγγιξε τις καρδιές του κοινού με τη σοφία της λιτότητας της και τη δύναμή της αθόρυβης συγκίνησης- στοιχεία που φέρουν ξεκάθαρα τη σφραγίδα της σκηνοθετικής της ευαισθησίας. Η Ζωή Ξανθοπούλου είναι μια δημιουργός που τιμά το θέατρο και το μεταφέρει σε νέους ορίζοντες. Μια σκηνοθέτιδα που μετατρέπει τη σκηνή σε τόπο συνάντησης: της τέχνης με την κοινωνία. της αλήθειας με τη συγκίνηση, του σήμερα με το αύριο. Ένα φως που αξίζει να φωτίζει την εποχή μας!

– Γιατί έγινες σκηνοθέτις;
Νομίζω ότι δεν έχω απάντηση συγκεκριμένη. Κάπως ήταν ως φυσική συνέχεια όσων έκανα και μου άρεσαν να κάνω από παιδί. Η δημιουργία ενός κόσμου μέσα στον κόσμο που ζούμε ήταν πάντα ένα ζητούμενο κι ένα καταφύγιο.
– Η υποκριτική σε αφορά όσο και η σκηνοθεσία;
Ναι. Συχνά με αφορά και περισσότερο.
– Το αποτύπωμα σου στις σκηνοθεσίες σου, για το οποίο είσαι γνωστή είναι η καινοτόμος προσέγγιση, η οποία συνδυάζει στοιχεία από διάφορες τέχνες, ενώ εκφράζεσαι και εξερευνάς δύσκολα κοινωνικά θέματα, όπως η κακοποίηση και η απώλεια. Ισχύει;
Ισχύει. Ακριβώς έτσι. Μ’ ενδιαφέρει πώς προκύπτει ένας νέος κόσμος μέσα από το συνδυασμό και τη συνομιλία στοιχείων από διαφορετικές τέχνες. Δε μ’ ενδιαφέρει “να ακουμπήσει” το έργο σε μια δεδομένη ετικέτα. Και ναι, μ’ ενδιαφέρει η έρευνα κοινωνικών θεμάτων μέσα από τις τέχνες. Αυτές οι λεπτομέρειες, οι διακριτικές απελπισίες της ζωής μας που μπορεί να μην κραυγάζουν κοινωνικά αλλά είναι εκεί και μας καθορίζουν. Μ’ ενδιαφέρει αυτό που συμβαίνει πραγματικά. Όχι αυτό που λέμε ότι συμβαίνει. Και εξερευνώ πάντα πώς αυτό φιλτράρεται και μετασχηματίζεται μέσα από κώδικες της τέχνης.

– Έχεις συνεργαστεί και με πολλές ομάδες του εξωτερικού. Ποια είναι η σύγκριση με τις δικές μας αντίστοιχες στον τρόπο που δουλεύουν;
Η σύγκριση έχει να κάνει κυρίως με τις συνθήκες. Είναι πολλά πράγματα λυμένα, οι ρόλοι διακριτοί και οι στόχοι ξεκάθαροι. Επίσης, σε γενικές γραμμές δουλεύουμε – τουλάχιστον όπου έχω δουλέψει μέχρι τώρα – εκτός διαπροσωπικών σχέσεων και θεμάτων. Κάνει ο καθένας τη δουλειά του, θα έλεγα. Εδώ συχνά δεν είναι έτσι. Βέβαια εδώ έχω δουλέψει και πολύ περισσότερο από ό,τι στο εξωτερικό. Χαίρομαι,όμως, που όσο περνά ο καιρός βρίσκομαι κι εδώ με ανθρώπους που έχουμε μια κοινή οπτική για το πώς δουλεύουμε. Και οι συνεργασίες αυτές βεβαίως είναι άκρως δημιουργικές.
– Το θέατρο είναι για ”πολλούς” ή για ”λίγους”;
Για “πολλούς” και για “λίγους” ταυτόχρονα. Εξαρτάται βεβαίως , κι από το project. Εννοώ σε ποιον θέλουν οι δημιουργοί ν’ απευθυνθούν. Βέβαια, πιστεύω ότι το θέατρο, ως ζωντανός οργανισμός που είναι -η παράσταση αποκτά κυριολεκτικά σάρκα και οστά και ανάσα και πολλά άλλα- μπορεί να συγκινήσει και να συμπεριλάβει ανθρώπους που ποτέ δεν είχαν στο μυαλό τους οι δημιουργοί. Θα έλεγα ότι το θέατρο πρέπει να φαίνεται ότι αφορά σε πολλούς ενώ μιλάει ταυτόχρονα στον καθένα προσωπικά.
– Το πολυβραβευμένο έργο του Jens Raschke ”Kοιμούνται τα ψάρια” γιατί το επέλεξες;
Ήταν μια πρόταση του Μάνου Καρατζογιάννη που είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Σταθμός και που επιλέγει με ευαισθησία, σεβασμό και προσοχή τα κείμενά του. Όταν το διάβασα -στην πολύ ωραία μετάφραση της Κατερίνας Θεοδωράτου- με κέρδισε η ευθύτητά του σχετικά μ’ ένα θέμα ταμπού. Το πένθος. Για το θάνατο μιλάμε πιο εύκολα. Για το πένθος σπάνια και δύσκολα.

– Tην Ευγενία Δημητροπούλου ως πρωταγωνίστρια;
Επίσης προτάθηκε από τον Μάνο. Με την Ευγενία δεν γνωριζόμασταν προσωπικά. Δουλέψαμε πολύ όμορφα και δημιουργικά. Η Ευγενία είναι ευαίσθητη και θαρραλέα ταυτόχρονα. Στοιχεία που η Γέτε, η ηρωίδα του έργου, τα χρειαζόταν οπωσδήποτε.
– Ο κινηματογράφος έχει το ίδιο ενδιαφέρον για σένα, όπως και το θέατρο;
Θα πω ναι κι ας έχω ασχοληθεί πολύ περισσότερο με το θέατρο. Οι αφετηρίες μου ήταν και τα δύο. Οι μαγικοί μου κόσμοι. Θέατρο και κινηματογράφος. Τώρα έχω αρχίσει να ανοίγομαι ξανά στον κόσμο του κινηματογράφου.
– Η πληθώρα παραστάσεων και θεάτρων στην Αθήνα επηρεάζει την ποιότητα;
Δε νομίζω. Θα μπορούσαν να είναι τρεις παραστάσεις και να μην είναι καλές. Η ποσότητα επηρεάζει την ποιότητα όταν η αρχή της παραγωγής είναι ένα σημείο, ένας άνθρωπος, ένας οργανισμός. Όταν μιλάμε για πολλούς ανθρώπους που παράγουν έργο, ποτέ δε μπορεί κανείς να ξέρει.

– Πώς βλέπεις το θέατρο εν έτει 2025;
Σε συνέχεια με την παραπάνω απάντησή μου, θα πω ότι το γεγονός ότι πολλοί καλλιτέχνες δημιουργούν πολλές παραστάσεις έχει ένα στοιχείο έκπληξης, είναι απρόβλεπτη η χαρτογράφηση και η ποιοτική ανάλυση των παραστάσεων. Αυτό το στοιχείο της έκπληξης, προς οποιαδήποτε κατεύθυνση είναι αυτό που παρατηρώ στο θέατρο στην Ελλάδα κυρίως. Γενικότερα, δεν έχω να πω κάτι παραπάνω. Το θέατρο είναι καθρέφτης της εποχής του. Κλισέ αλλά αλήθεια. Καθρέφτης όχι μόνο στα καλλιτεχνικά του στοιχεία, στα θέματα που επιλέγει, στις κοινωνικές αναφορές αλλά και στον τρόπο που λειτουργεί η παραγωγή του, στο πώς συνεργάζονται οι καλλιτέχνες και -πολύ βασικό- στο πώς και από πού κινείται το κοινό.
– Τι επιθυμείς πολύ να κάνεις και δεν σου έχει συμβεί;
Πολλά και τίποτα ταυτόχρονα. Οραματίζομαι συνεχώς πράγματα, κάνω σχέδια προσωπικά κι επαγγελματικά. Την ίδια στιγμή νιώθω πλήρης μέσα στο “τώρα” μου. Αυτό το δίπολο το αποδέχομαι ως υγιή ανθρώπινη διαδικασία!











































Σχόλια για αυτό το άρθρο