Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί άνδρες ηθοποιοί στο ελληνικά θέατρο σήμερα που να συνδυάζουν τη γοητεία του αρσενικού -η γοητεία που ασκεί μάλιστα θυμίζει σταρ του Χόλιγουντ, όπου θα μπορούσε να κάνει καριέρα εκεί χωρίς καμιά αμφιβολία- με το ταλέντο. Είναι ελάχιστοι και μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ένας από αυτούς, όμως, είναι ο χαρισματικός Γιάννης Στάνκογλου που χάρις στο πληθωρικό ταλέντο του, στις επιλογές των έργων και στις συνεργασίες του, εξακολουθεί και μας κάνει να τον θαυμάζουμε κάθε χρόνο σε οποιονδήποτε ρόλο αποφασίσει να υποδυθεί. Γιατί, δεν υποδύεται απλώς και μόνο τον ήρωα, αλλά τον ενσαρκώνει, «ντύνεται» σε αυτόν, γίνεται ένα μαζί του, ταυτίζεται και το αποτέλεσμα είναι μαγικό, τόσο από υποκριτικής όσο και από αισθητικής πλευράς. Είναι ο απόλυτος κυρίαρχος της σκηνής! Και όλα αυτά –παραπάνω χρησιμοποίησα το ρήμα αποφασίζω- γιατί ο ίδιος αποφασίζει τι πρόκειται να κάνει, αρκεί να τον ευχαριστεί και να του αρέσει. Αδιαφορεί για τα χρήματα και επικεντρώνεται επί της ουσίας, με γνώμονα μόνο ο ρόλος και οι συνεργασίες να τον καλύπτουν καλλιτεχνικά. Αν και έχει ανεβάσει τον πήχη πολύ ψηλά, περιμένω με ανυπομονησία να τον δω στη μεγάλη καλοκαιρινή παραγωγή του Κ.Θ.Β.Ε. στην τραγωδία του Αισχύλου «Επτά επί Θήβας» να υποδύεται τον Ετεοκλή, γιατί είμαι βέβαιος –υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Τσέζαρις Γκραουζίνις- ότι θα είναι συγκλονιστικά καθηλωτικός. Η πρεμιέρα προγραμματίζεται για τις 6-7 Ιουλίου στο Θέατρο Δάσους.
– Γιατί συνεργάστηκες φέτος με το Κ.Θ.Β.Ε.; Ποιοι ήταν οι λόγοι που σε έκαναν να πεις το «ναι»;
Πρώτον, και αυτό είναι παράδοξο, το συγκεκριμένο έργο μου αρέσει πολύ. Όταν κάναμε με τον Γκραουζίνις τον «Ιούλιο Καίσαρα» είχαμε μιλήσει γι’ αυτό, δεύτερον θαυμάζω και εμπιστεύομαι τον Τσέζαρις και τρίτον πάντα μου αρέσει να βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη.
– Ήθελες πολύ να παίξεις τραγωδία και ειδικότερα να υποδυθείς τον Ετεοκλή στους «Επτά επί Θήβας» του Αισχύλου;
Η πρώτη φορά που ασχολήθηκα με την τραγωδία ήταν με τον Θόδωρο Τερζόπουλο ο οποίος είναι μετρ του είδους. Δεν είναι τυχαίο που ταξιδεύει και κάνει παραστάσεις στο εξωτερικό. Από εκεί και πέρα δεν υπάρχει ηθοποιός που κάνει σοβαρά τη δουλειά που να μην θέλει να ασχοληθεί με αυτά τα αρχαία κείμενα, με αυτή την ποίηση. Πιστεύω ότι, αν θέλεις να ασχοληθείς επί της ουσίας με αυτά τα κείμενα, όλα τα άλλα είναι πολύ πιο εύκολα. Ενδόμυχα, το να παίζεις τραγωδία και να έχεις στο βιογραφικό σου Επίδαυρο είναι θετικό, αλλά εγώ δεν το βλέπω έτσι. Κάθε φορά που ασχολούμαι με την τραγωδία πηγαίνω όλο και πιο βαθιά μέσα μου, πλησιάζω προς τη ρίζα μου, τη συναισθηματική, την ψυχολογική, την καλλιτεχνική και της καταγωγής μου ακόμη. Η αλήθεια είναι ότι δεν επιλέγω ρόλους αλλά συνεργασίες ή κείμενα. Ο Ετεοκλής, όμως, είναι ένας χαρακτήρας που, ίσως, να είναι ο πρώτος μοναχικός ήρωας του παγκοσμίου δραματολογίου και, επειδή, μου αρέσουν οι μοναχικοί ήρωες, και ειδικά οι ήρωες που συγκρούονται με τη μοίρα τους, ο Ετεοκλής είναι ένας από αυτούς σε ένα μεγάλο κείμενο του Αισχύλου και σε μια εξαιρετική μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα.
– Πως είναι να δουλεύεις με τον Τσέζαρις Γκραουζίνις;
Τον Τσέζαρις, τον γνώρισα πέρυσι στον «Ιούλιο Καίσαρα», γνώριζα τη δουλειά του, αλλά η διαδικασία που περάσαμε κατά τη διάρκεια του έργου μαζί –και επειδή έχω συνεργαστεί με εξαιρετικούς σκηνοθέτες, είμαι από τους πολύ τυχερούς ηθοποιούς- ήταν σαν να έκανα πάλι πίσω στις βασικές αρχές του θεάτρου. Είναι ένας άνθρωπος, επειδή ήμαστε και φίλοι, εκτός από συνεργάτες πια, πραγματικός καλλιτέχνης. Είναι ο άνθρωπος που μπορεί να πάρει το πεζοδρόμιο και να το κάνει Τέχνη. Ο,τιδήποτε σκληρό υπάρχει μέσα στα κείμενα το αντιμετωπίζει με μεγάλη ευαισθησία. Και αυτό για εμένα είναι ο ορισμός της τέχνης και όχι μόνο βέβαια. Τα αντιμετωπίζει όλα με, χιούμορ, γιατί οι περισσότεροι Έλληνες σκηνοθέτες παίρνουν πολύ σοβαρά τον εαυτό τους…
– Η διπλή διανομή που οφείλεται;
Στο ότι επρόκειτο να κάνω μια ταινία και επειδή ο διευθυντής του Κ.Θ.Β.Ε. Γιάννης Αναστασάκης ήθελε να το επαναλάβει στο Βασιλικό Θέατρο το Σεπτέμβριο, δεν ήξερα αν θα ήμουν ελεύθερος εκείνη την περίοδο.
– Τελικά, ποιο είναι το πιο δύσκολο θεατρικό είδος, κατά την άποψή σου;
Είπε κάτι ο Σταμάτης Φασουλής για το έργο που κάνουν τώρα τον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας», ότι, όταν έγραψε ο Κορομηλάς το έργο είχε μέσα του τραγούδια. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι η τραγωδία είχε τραγούδι μέσα της, ρυθμό, ο χορός τραγουδούσε με μέτρο από την αρχή ως το τέλος. Οπότε, και από το μιούζικαλ –που λένε ότι είναι το δυσκολότερο είδος- θεωρώ την τραγωδία πιο δύσκολο. Για να επικοινωνήσεις με αυτά τα κείμενα απαιτείται να είναι καλή η μετάφραση και ένας σκηνοθέτης, ο οποίος πρέπει να έχει φαντασία, ρυθμό, χιούμορ. Και για να σε επαναφέρω στην ερώτησή σου, δεν υπάρχει δύσκολο είδος, υπάρχουν καλοί συνεργάτες ή αδαείς. Για εμένα, το να συνεργάζομαι με αδαείς συνεργάτες, αυτό είναι το δυσκολότερο είδος. Άλλωστε δεν δουλεύουμε στην οικοδομή, θέατρο κάνουμε…
– Τι θα κάνεις τον χειμώνα;
Τον «Καλλιγούλα» του Αλμπέρ Καμύ σε μετάφραση της Φρανσουάζ Αρβανίτη και σκηνοθεσία της Αλίκης Δανέζη – Κνούτσεν. Είναι ένα έργο που ήθελα να παίξω εδώ και πολύ καιρό. Ο Καμύ είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς, όπως και τα έργα του. Θεωρώ ότι είναι ένα από τα πιο σύγχρονα κείμενα στις μέρες που ζούμε. Θα ανέβει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και συζητάμε να έρθουμε και στη Θεσσαλονίκη. Στον θίασο συμπρωταγωνιστούν η Θεοδώρα Τζήμου, ο Νίκος Πουρσανίδης, ο Μιχάλης Αλαφογιάν, ο Κώστας Αρζόγλου, ο Γιώργος Συμεωνίδης και άλλοι.
Σχόλια για αυτό το άρθρο