Στο μπαλκόνι της Ένωσης Αρχαιολόγων όλα μοιάζουν μαγικά κάτω απ΄το φως του ηλιοβασιλέματος. Εδώ όλοι, φίλοι και γνωστοί, παλιοί και καινούργιοι, για να στηρίξουμε τον ποιητή μας, που η “Τρυφερότητα των άκρων” του, μας έκανε και εμάς λίγο ποιητικούς, μας έβαλε σε ένα κλίμα που η μαγεία είναι δυνατότερη από το ρεαλισμό.
Αφήνω τα κρασιά, λέω μια καλησπέρα στον Χρονά που στέκει ακοίμητος φρουρός πίσω από την “Τρυφερότητα των άκρων”, πλησιάζω τον Ευσταθίου, του δίνω το Red Bull, “για να βγάλεις φτερά” του λέω, ευτυχώς είναι ήρεμος, χαμογελάει, ” έχω βγάλει την μπέμπελη” μου απαντάει, “φέρε μου λίγο νερό” και συνεχίζει να υπογράφει αντίτυπα. Βλέπω την Ζυράννα Ζατέλη, τον Θανάση Νιάρχο και τους άλλους ομιλητές να παίρνουν τις θέσεις τους, αποτραβιέμαι στην άκρη του μπαλκονιού μαζί με αγαπημένους φίλους. Φυσάει ένα ελαφρύ αεράκι, από την διπλανή εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων ακούγονται ψαλμωδίες, κάτω από το μπαλκόνι μια παρέα πρεζάκια τσακώνονται με τον ντίλερ, η Ακρόπολη, ο λόφος του Φιλοπάππου, το Αστεροσκοπείο, ο Κεραμεικός λάμπουν σαν τεράστιες πυγολαμπίδες μέσα στο σκοτάδι.
Αρχίζει η παρουσίαση, είμαστε μακριά από τα μεγάφωνα, ακούμε αποσπάσματα από τα θερμά λόγια των ομιλητών, φράσεις “μεγάλη χαρά”, “ιδιαίτερη τιμή και σπουδαία τύχη”, ” πήρα την απόφαση”, φτάνουν μέχρις εμάς. Πλησιάζω και ακούω τα τελευταία λόγια του Γιώργου Πανόπουλου προς τον Ευσταθίου: “Γιώργο, είναι αγαλλίαση που μέσα σε αυτή την άγρια εποχή, στηρίζεις μέσα μας το ανθρώπινο”. Η αγαπημένη μας Ζυράννα μιλάει για τους Γιώργηδες της ζωής της και μας θυμίζει τους στίχους του Τάσου Λειβαδίτη “Αυτοί που διάβηκαν το δειλινό σκυφτοί, ήταν ωραίοι γιατί είχαν ηττηθεί”. Βλέπω τον Ευσταθίου, είναι συγκινημένος, δεν είναι λίγο να ακούς τους φίλους σου να σε παινεύουν για το παιδί σου.
Ξαναγυρίζω στη γωνιά μου, οι φίλοι έχουν κάνει μικρά πηγαδάκια και συζητούν ψιθυριστά, πολλοί από αυτούς είχαν να βρεθούν χρόνια και χάρις στην πρόσκληση του Γιώργου συναντήθηκαν ξανά, το αεράκι φέρνει προς το μέρος μας, σκόρπιους στίχους και συναισθήματα, η εκδήλωση τελειώνει με συγκίνηση και χειροκροτήματα. Ο Ευσταθίου σηκώνεται από την καρέκλα του πανευτυχής και παραδίδεται πια στην τρυφερότητα των φίλων.
Σχόλια για αυτό το άρθρο