Ο ΤΑΖ παρακολουθεί μια συναρπαστική ιστορία πολέμου, κατασκοπείας και πάνω από όλα ταυτότητας, εκεί δηλαδή που κρύβεται η ουσία της ταινίας. Όμως…
Πάντα αναρωτιόμουνα γιατί ποτέ κανείς δεν έδειξε έναν ήρωα gay στις ταινίες με πολέμους κλπ. Προφανώς επειδή οι ήρωες πρέπει να είναι μόνο σερνικά καλαμποκιού με βρώμικα νύχια και μπόλικες γκόμενες έτοιμες για αναπαραγωγή βοοειδούς. Ευτυχώς, το οσκαρικό “Παιχνίδι της Μίμησης” δεν παρουσιάζει απλώς το αληθινό πορτρέτο του ανθρώπου που στην ουσία νίκησε το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και δημιούργησε αυτό που σήμερα λέμε κομπιούτερ (Στιβ Τζομπς, Μπιλ Γκέιτς ψόφο στα δολάρια της μετριότητας σας) . Αλλά συνδέει τη μαθηματική του ιδιοφυϊα, μοναχικότητα και αντικοινωνικότητα, άμεσα με τη σεξουαλικότητά του και τα παιδικά του βιώματα από αυτήν. Όταν μαθαίνεις από νωρίς να λύνεις προβλήματα και να τα αντιμετωπίζεις ορθολογικά, όχι σαν βρισιά αλλά σαν περηφάνια και άμυνα απέναντι στο ότι είσαι ιδιαίτερος, μια μέρα θα θριαμβεύσεις. Ακόμα κι αν χρειαστεί να πεθάνεις στα 40 επειδή αυτοί που έσωσες σου έκαναν ορμονοθεραπεία για να μην σου σηκώνεται.
Αυτή είναι πάνω κάτω η αληθινή ιστορία του Βρετανού μαθηματικού Άλαν Τούρινγκ που έσπασε τον γερμανικό κώδικα επικοινωνιών ”Enigma” στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οδηγώντας στη συμμαχική νίκη. Και είναι εξ΄ ίσου συναρπαστική όσο και συγκινητική, κυρίως εξ’ αιτίας της ερμηνείας του Μπένετικτ Κάμπερμπατς που σου επικοινωνεί το δράμα ενός εγκλωβισμένου θηρίου (στον εγκέφαλό του) που για να λειτουργήσει και να ξεπεράσει τον αμυντικό αυτισμό του, πρέπει να έρθει σε συνεργασία και να κατανοήσει τη σύμβαση των υπολοίπων. Αυτών που τον έχουν απορρίψει ως ιδιόρρυθμο, εφ’ όσον οι ίδιοι τον έκαναν έτσι (και στο τέλος τον εξόντωσαν) λόγω της ομοφυλοφιλίας του.
Eίναι μια πολύ λεπτή γραμμή αυτή στην οποία κινούνται τόσο ο νορβηγός (και συγκρατημένος εδώ σκηνοθετικά) νορβηγός Μόρτεν Τίλντουμ που είχε αφήσει πολύ καλές εντυπώσεις με το θρίλερ “Κυνηγοί Κεφαλών” και ο σεναριογράφος του Γκράχαμ Μουρ. Γιατί παίρνουν μια αληθινή ιστορία και με αφορμή έναν έξυπνο τίτλο που αντανακλά το περιεχόμενο της ταινίας, συνδέουν την έννοια της αποκρυπτογράφησης και το πολεμικό – κατασκοπικό “κρυφτό” με όλες τις έννοιες της μίμησης, του μυστικού κώδικα και της αποκωδικοποίησης του μέσα στη ζωή. Όπως αυτή που έζησε ο Άλαν Τούρινγκ.
Όχι με μελόδραμα “παρ’ το στα μούτρα να έχεις” αλλά με έναν προσεκτικό και διακριτικό (ίσως παρά πάνω από ότι πρέπει χάριν χολιγουντιανής σύμβασης) τρόπο. Σπάζοντας σαν κώδικα κι αυτοί την αφήγηση σε τρία χρονικά μέρη που παρεμβαίνουν το ένα στο άλλο και αλληλοσυμπληρώνουν το παζλ. Τα μαθητικά χρόνια του ήρωα με τον πρώτο του έρωτα και το bullying από τους συμμαθητές, την περίδο της δράσης του και την αγωνία του μέχρι το σπάσιμο του κώδικα, και τα τελευταία χρόνια της ζωής του στα οποία τον κατηγορούν για σοβιετικό κατάσκοπο, καταλήγοντας στην αποκάλυψη της ομοφυλοφιλίας του και την αναγκαστική θεραπεία του από αυτήν με ορμόνες η οποία τον έστειλε και στο θάνατο, γύρω στα 40.
Μια αντιηρωική ματιά πάνω σε έναν ήρωα, που δυστυχώς, στην προσπάθεια της να μείνει ψύχραιμη στερεί σε αρκετά μεγάλο βαθμό το συναίσθημα εκεί που θα έπρεπε, την ώρα που υποχωρεί σε άλλα σημεία σε μελοδραματικές και σεναριακές ευκολίες οι οποίες στερούν αρκετά από την “αρχιτεκτονική” του συνόλου. Με μεγάλη χαμένη της υπόθεσης την Κίρα Νάιτλι. Που υπάρχει-δεν υπάρχει στην ταινία, δε σε νοιάζει ιδιαίτερα γιατί τόσο αυτή όσο και οι συνεργάτες του Τούρινγκ από σεναριακή στέγη μοιάζουν με υπαίθριο αναψυκτήριο.
Η ταινία είναι μια απολαυστική εμπειρία mainstream θέασης που μπορεί να σου φέρει ακόμα και δάκρυα στα μάτια. Με εντελώς κομψό όμως τρόπο και όχι υστερίες. Κι αυτό μετράει. Έχει εξαιρετική παραγωγή, είναι “κεντημένη” στο γράψιμο της, αλλά ταυτόχρονα είναι πολύ περισσότερο ακαδημαϊκή για τα δικά μου γούστα. Τα οποία όμως, ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν ταυτίζονται ούτε με τα γούστα αυτών που βραβεύουν ούτε με το μεγάλο κοινό που είναι και το ζητούμενο. Τι ακριβώς σημαίνει ακαδημαϊκή είναι λίγο δύσκολο να στο περιγράψω. Ας πούμε εν προκειμένω τουλάχιστον, ότι ενώ έχει όλα τα φόντα να πάει ακόμα πιο βαθιά, παίζει το οσκαρικό παιχνίδι της επιφάνειας, το οποίο όμως παραδέχομαι ότι το παίζει με κομψή τόλμη.
Και φυσικά είναι βιογραφία, δηλαδή αληθινή ιστορία που αυτό πάντα στα βραβεία μετράει. Υποψήφια για 5 Χρυσές Σφαίρες, 8 BAFTA και πολλές άλλες διακρίσεις, ξεχωρίζει σαν γερό άλογο στην κούρσα βραβείων της προοσκαρικής περιόδου, ανταποδίδει στο θεατή τις προσδοκίες του και είναι όσο πρέπει τίμια και όσο πρέπει “ψαγμένη” ανάμεσα στην πρώτου και τη δεύτερου επιπέδου ανάγνωση της. Ε, αυτό το “όσο πρέπει” είναι που εμένα με χαλάει μάλλον λίγο.
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΗΣ ΜΙΜΗΣΗΣ / THE IMITATION GAME
Bαθμολογία: 7 / 10
Σχόλια για αυτό το άρθρο