Άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του, τη δεκαετία του ’80, σε έργα πρωτοποριακών Ελλήνων συγγραφέων της εποχής εκείνης -η ερμηνεία του στον “Φονιά” του Μήτσου Ευθυμιάδη γράφτηκε με χρυσά γράμματα- καθώς και της παγκόσμιας δραματουργίας. Είναι πολυτάλαντος, εκτός από ηθοποιός είναι και σκηνοθέτης, πνεύμα ανήσυχο και δημιουργικό, ψάχνεται διαρκώς και είναι παθιασμένος με το θέατρο! Ο εραστής και εργάτης του θεάτρου Λευτέρης Λουκαδής, αφού απείχε ένα μεγάλο διάστημα από το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι για οικογενειακούς λόγους, επανέρχεται δριμύτερος- και καλά κάνει γιατί τέτοιοι ηθοποιοί δεν πρέπει να λείπουν από τη σκηνή- ως σκηνοθέτης, αυτή τη φορά, με μια συγκλονιστική παράσταση. Έκανε τηλεόραση συμμετέχοντας σε πολλές τηλεοπτικές σειρές αλλά εκείνο που τον χαρακτηρίζει όσο κανένα άλλο συνάδελφό του είναι οι συνεργασίες του με ονόματα κολοσσούς που έγραψαν ιστορία στο θέατρο. Μεταξύ άλλων τον Νίκο Κούρκουλο, τον Διαγόρα Χρονόπουλο, τον Κώστα Τσιάνο και τον αριστοφανικό δάσκαλο και σπουδαίο ηθοποιό, τον αλήστου μνήμης Θύμιο Καρακατσάνη… Συνεργασίες επιτυχημένες με διθυραμβικές κριτικές και παραστάσεις που μύριζαν καλό θέατρο! Έχει βραβευτεί στο εξωτερικό και συγκεκριμένα σε φεστιβάλ της Γερμανίας για την ερμηνεία του ως Αλέξανδρος Ωνάσης σε έργο που ανέβηκε εκεί.
Στα χνάρια του βαδίζει η κόρη του Έθελ Λουκαδή με φερέλπιδες προοπτικές να δώσει πολλά και καλά στο λειτούργημά της. Η δεύτερη καριέρα που ξεκινάει ο ηθοποιός με το πληθωρικό ταλέντο Λευτέρης Λουκαδής προβλέπεται ευοίωνη και είμαι βέβαιος ότι θα λάμψει και πάλι το άστρο του επί σκηνής! Στις 19 Οκτωβρίου πρόκειται να ανεβάσει στο θέατρο Εκστάν το καθηλωτικό έργο του Γιώργου Α. Χριστοδούλου, ”Το βαλς της κόκκινης βροχής’‘ με την έμπειρη Ειρήνη Κονίδου και την ταλαντούχα Έθελ Λουκαδή. Πατέρας και κόρη μιλούν μαζί αποκλειστικά στο Cosmopoliti για την παράσταση, για την πορεία τους στο χώρο και το πολιτιστικό γίγεσθαι. Καλή επιτυχία και καλή αρχή εκ βάθους καρδίας!
– Πώς μπήκε το μικρόβιο της υποκριτικής μέσα σας;
Λ.Λ: Δέχτηκα τα πρώτα ερεθίσματα σε πολύ μικρή ηλικία από διηγήσεις του θείου μου, ο οποίος, γυρνώντας από τα ξερονήσια , μου διηγούνταν ιστορίες για τις «Τρωάδες» και τους «Πέρσες» που ανέβαζαν οι Μ. Κατράκης και Γ. Ρίτσος και για τους «Αθλίους» του Β. Ουγκό. Ο κινηματογράφος της εποχής και οι περιοδεύοντες θίασοι, επίσης. Θυμάμαι σαν τώρα την «Γκόλφω».
Ε.Λ: Από πολύ μικρή, θυμάμαι τον εαυτό μου σε πρόβες, γυρίσματα και ηχογραφήσεις μαζί με τους γονείς μου. Νομίζω ήταν μονόδρομος. Όταν γνώρισα τον Νίκο Κούρκουλο, την εποχή που ανέβαζε τη ‘’Φωλιά του Κούκου’’ εκεί μαγεύτηκα και αισθάνθηκα ότι αυτό θέλω να κάνω. Να γίνω ηθοποιός!
– Είναι δύσκολο για μια νέα ηθοποιό να βρει δουλειά και να την εμπιστευτούν;
Σε κάθε επάγγελμα είναι δύσκολο να βρεις δουλειά στην αρχή. Οι νέοι ηθοποιοί έχουν να αντιμετωπίσουν την μεγάλη προσφορά σε σχέση με τη μικρότερη ζήτηση στο επάγγελμα. Όσο για την εμπιστοσύνη, κερδίζεται με δουλειά…
– Tι θυμάσαι από την εποχή του ’80, που στιγματίστηκε από πρωτοποριακούς συγγραφείς;
Η εποχή του ΄80 γέννησε σπουδαίους Έλληνες συγγραφείς: Καμπανέλλης, Σκούρτης, Ευθυμιάδης, Κεχαΐδης, Μουρσελάς, και άλλοι… Κάθε παράσταση και ένα μάθημα. Παρακολουθούσα με δέος και έβλεπα τον εαυτό μου σε κάθε ρόλο που με άγγιζε.
– Ποιες συνεργασίες σου αναπολείς με αγάπη;
Όλες! Φοβάμαι ότι κάποιες θα αδικήσω, ωστόσο πρέπει σίγουρα να αναφερθώ:
- Στην πρώτη μου εμφάνιση, (τελευταίο έτος της Σχολής), στον «Γελωτοποιό του Βασιλιά» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
- Στα «Εγκαίνια» του Ζακόπουλου σε σκηνοθεσία Θ. Ζαμάνη.
- Στον «Φονιά» του Μ. Ευθυμιάδη σε σκηνοθεσία του Διαγόρα Χρονόπουλου και κάποια χρόνια αργότερα σε σκηνοθεσία του Α. Αντωνίου.
- Στο «Ψηλά απ’ τη γέφυρα» σε σκηνοθεσία Δ. Χρονόπουλου και στη «Φωλιά του κούκου» σε σκηνοθεσία Λέον Ρούμπιν, με τον Ν. Κούρκουλο στο θέατρο ΚΑΠΠΑ
- Στα δύο έργα του Εντουάρντο ντε Φιλίπο “Εσωτερικές Φωνές” σε σκηνοθεσία Γ. Αρμένη και «Αχ αυτά τα φαντάσματα» σε σκηνοθεσία Γ. Διαμαντόπουλου, με το ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας
- Στον Αριστοφάνη (Θεσμοφοριάζουσες, Νεφέλες, Όρνιθες) και στον «Φον Δημητράκη» του Δ. Ψαθά, με τον μεγάλο Θ. Καρακατσάνη
- Στις παραστάσεις «Το φάντασμα του Ραμόν Νοβάρο» ( Π. Μάτεσις) σε σκηνοθεσία Δ. Χρονόπουλου, η «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, «Ο κύκλος με την κιμωλία» και «Ο Υπάλληλος» (Μ. Χουρμούζης), σε σκηνοθεσία Κ. Τσιάνου και ο «Άμλετ» (Ουίλιαμ Σαίξπηρ) σε σκηνοθεσία Μ. Κακογιάννη, με το Εθνικό Θέατρο
- Στον «Κοριολανό» (Ουίλιαμ Σαίξπηρ) σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, με το Φεστιβάλ Αθηνών
- Στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Δ. Χρονόπουλου, με το Θέατρο Τέχνης
Τέλος, αδικώντας σίγουρα κάποιες από αυτές, όπως προανέφερα, τη συνεργασία μου με το Αυστριακό θέατρο της Βιέννης, όπου υποδύθηκα τον Ωνάση στο έργο «Απ’ τον Ωνάση στον Μπλοχ» σε σκηνοθεσία Robert Twitta και συμπρωταγωνιστή τον Hans Peter Minetti, όπου βραβευτήκαμε στα φεστιβάλ Dusseldorf και Mainz.
-Ανάμεσα στους πολλούς και σημαντικούς ρόλους που έχεις υποδυθεί, ποιοι ήταν εκείνοι που σε καθιέρωσαν;
Ο «Τρελός» στα Εγκαίνια του Ζακόπουλου, ο «Ταρζάν» στον Φονιά του Μ. Ευθυμιάδη και οι ρόλοι μου στον Αριστοφάνη.
– Σας βοήθησαν κάποιοι στο ξεκίνημα της πορείας σας;
Λ.Λ: Οι δάσκαλοί μου και τα όσα μου δίδαξαν!
Ε.Λ: Όλα όσα είδα, έζησα κι έμαθα κοντά σε «μεγάλους» του θεάτρου.
– Πώς βλέπεις το θέατρο το 2024 και πώς κρίνεις τη νέα γενιά των ηθοποιών σε σύγκριση με τη δική σου εποχή;
Το θέατρο σήμερα πασχίζει να κρατηθεί, κατά κανόνα, χωρίς βοήθεια. Νέοι άνθρωποι, νέες προτάσεις. Παιδιά μορφωμένα, ταλαντούχα. Οι παλιοί ηθοποιοί διέθεταν μια αμεσότητα και ένα πηγαίο ερμηνευτικό ταλέντο. Ιδανικό το πάντρεμα του παλιού με το νέο.
-Τι σημαίνει θέατρο για εσάς;
Λ.Λ: Το θέατρο μου σκαλίζει την ψυχή και το μυαλό. Η υπέρτατη μορφή έκφρασης μέσω της τέχνης , καθώς εμπεριέχει όλες τις τέχνες-λόγο, γραφή, ποίηση, μουσική, χορό-δημιουργία.
Ε.Λ: Το θέατρο είναι τρόπος ζωής. Το έχεις μέσα σου σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς σου.
-Καλός ηθοποιός θεωρείς ότι είσαι;
Ας το κρίνουν οι θεατές, νομίζω όμως, ότι κάτι άφησα ως αποτύπωμα…
-Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να θέλεις να ανεβάσεις στο θέατρο Εκστάν ”Το βαλς της κόκκινης βροχής” του Γιώργου Α. Χριστοδούλου;
Με άγγιξε η περιπέτεια και η σύγκρουση των δύο ρόλων, μάνας και κόρης και η μάχη τους μεταξύ πραγματικότητας και ψέματος. Δύο γυναίκες που μέσα σε ένα κρεσέντο αγωνίας, παλεύουν, χάνουν το παρόν, φοβούνται το μέλλον, προσπαθώντας να βρουν την ψεύτικη αλλά ταυτόχρονα την πιο μεγάλη αλήθεια τους.
– Ποια ήταν η σκηνοθετική σου ματιά;
Το «Βαλς» είναι ψυχόδραμα. Οι ρόλοι ακροβατούν, όπως προείπα, μεταξύ αλήθειας και ψέματος. Ένα ταξίδι περιπέτειας και αγωνίας, ώσπου να φτάσουν στη λύτρωση.
– Τι σε έχει ιντριγκάρει στο ρόλο της κόρης;
Ε.Λ: Είναι μια πολυσύνθετη προσωπικότητα, που κουβαλάει τις «αμαρτίες» και τις συμπεριφορές ενός κόσμου, που δεν έχει αλλάξει τελικά τόσο όσο νομίζαμε. Η κόρη είναι ένας εντελώς αντίθετος χαρακτήρας από εμένα την ίδια. Αυτό και μόνον είναι μια πρόκληση.
-Ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια;
Λ.Λ: Η θεατρική μου συνέχεια θα εμπεριέχει έργα από το σύγχρονο θέατρο, κυρίως από νέους Έλληνες συγγραφείς.
Ε.Λ: Νέες συνεργασίες, νέα έργα. Θέατρο, θέατρο, θέατρο…
Σχόλια για αυτό το άρθρο