Στη γειτονιά μου έχουν αρχίσει και ψήνουν από τη Μεγάλη Δευτέρα. Άλλες χρονιές τέτοια εποχή μοσχοβολούσαν οι γειτονιές από τις νεραντζιές και από τις γαζίες. Φέτος η τσίκνα μου θυμίζει τα Βλάχικα της Βάρης. Φοβούνται οι άνθρωποι, σου λέει δεν ξέρω αύριο αν θα ζω, ας πάω χορτασμένος. Είναι και ο εγκλεισμός, είναι και οι διαφημίσεις στην τηλεόραση, τα σουπερμάρκετ έχουνε λυσσιάξει ποιος θα δώσει το φτηνότερο αρνάκι, ξεχνάει ο κόσμος τη νηστεία. Πάει και αγοράζει μαντηλάκια και παϊδάκια! Να μου το θυμηθείτε, θα τη γλιτώσουμε από τον ιό και θα την πατήσουμε από τη χοληστερίνη!
Όταν είμαστε παιδιά, δεν υπήρχε περίπτωση να μη νηστέψουμε 40 μέρες πριν το Πάσχα. Οι φακές και τα φασόλια έδιναν και έπαιρναν. Όλη τη Μεγάλη Βδομάδα, τρώγαμε νερόβραστα, χωρίς λάδι, τη Μεγάλη Παρασκευή τρώγαμε μόνο λίγα πικρά χόρτα και μια κουταλιά ξύδι, για να νοιώσουμε την πείνα και τη δίψα του Χριστού.
Ο Χριστός, πριν ξεκινήσει το κήρυγμά του στους ανθρώπους, νήστεψε στην έρημο 40 μέρες. Κι όταν λέμε νήστεψε, νήστεψε τα πάντα ακόμα και το νερό. Είναι η ανώτατη μορφή νηστείας που ονομάζεται ξηρασία. Το σώμα στεγνώνει από τα υγρά του και ο οργανισμός βλέποντας τον κίνδυνο λιμοκτονίας, βάζει μπρος τις μυστικές του εφεδρείες. Από το σοκ της πείνας και της δίψας όλο το σύστημα αποτοξινώνεται και ανανεώνεται, ενώ η πνευματική εμπειρία που ζει αυτός που νηστεύει φαίνεται πως είναι θεϊκή στην κυριολεξία.
Ενώ νήστευε λοιπόν ο Χριστός στην έρημο, εμφανίστηκε ο Σατανάς και του είπε: “Αν είσαι ο υιός του Θεού, πες να γίνουν αυτές εδώ οι πέτρες καρβέλια ψωμί, για να χορτάσουν οι άνθρωποι.” Και τότε ο Χριστός του απάντησε ότι ο άνθρωπος δεν ζει μόνο από το ψωμί αλλά και από τη θέληση του Θεού. Αν το θέλει ο Θεός, μπορεί να ζήσει και χωρίς ψωμί, δίνοντας έτσι μεγαλύτερη σημασία στο πνεύμα παρά στο σώμα.
Ο Χριστός, σαν μύστης που ήταν, είναι πολύ πιθανό να νήστευε σε όλη τη διάρκεια της γήινης ζωής του. Όχι τόσο αυστηρά όπως στην έρημο, αλλά πρέπει να έτρωγε ελάχιστα. Στους μαθητές του όμως είχε δώσει οδηγία: “Οταν επισκέπτεστε κάποια πόλη και σας φιλοξενούν, τρώτε ότι σας προσφέρουν” πράγμα που δείχνει ότι δεν ήταν σχολαστικός σχετικά με το φαγητό. Κάποια στιγμή μάλιστα, όταν οι Φαρισαίοι κατηγορούν τους μαθητές του ότι δεν νηστεύουν, αυτός απαντά: “Ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον αλλά το εκπορευόμενον εκ του στόματος.” Πάντως, στα δείπνα που παρέθεταν οι φίλοι και οι κρυφοί οπαδοί του, φαίνεται πως έτρωγε κυρίως ψωμί, άζυμες πίτες, φυσικές τροφές, όπως λαχανικά, φασόλια και φακές, του άρεσαν τα φρούτα, ιδίως τα σύκα, και έπινε νερό αλλά και κόκκινο κρασί.
Είναι σίγουρο ότι ο Χριστός δεν έτρωγε κρέας. Πουθενά, καμιά πηγή, δεν αναφέρει ή υπονοεί ότι ήταν κρεατοφάγος. Αντίθετα, βλέποντας τις αναφορές που κάνει για τον εαυτό του, ότι είναι ο αμνός που θα θυσιαστεί, δείχνει μάλλον συμπάθεια προς τα αθώα σφάγια. Σίγουρα έτρωγε ψάρια. Οι περισσότεροι μαθητές του ήταν ψαράδες, οπότε μπορούσαν να έχουν ψάρι όποτε ήθελαν. Έχουμε επίσης ένα περιστατικό που δείχνει ολοκάθαρα ότι ο Χριστός έτρωγε ψάρι. Όταν ανασταίνεται και εμφανίζεται στους μαθητές του αυτοί τον νομίζουν για φάντασμα. Για να τους αποδείξει ότι είναι ζωντανός, παίρνει ένα κομμάτι ψάρι και λίγο ψωμί και αρχίζει να τα τρώει.
Την περίοδο του Πάσχα, χιλιάδες Ιουδαίοι από όλα τα μέρη του κόσμου, έρχονταν στην Ιερουσαλήμ για να εορτάσουν παραδοσιακά. Πάσχα στα εβραϊκά σημαίνει πέρασμα και η γιορτή γινόταν εις ανάμνησιν της Εξόδου από τη σκλαβιά της Αιγύπτου στη γη της Επαγγελίας. Εκείνη την ημέρα οι Εβραίοι, όσο φτωχοί και να ήσαν, έπρεπε να θυσιάσουν ένα αμνό στο ναό του Σολομώντος και όλα τα μέλη της οικογενείας τους να φάνε έστω και μια μπουκιά, όση η γροθιά ενός βρέφους. Από τις 12 το μεσημέρι της Πέμπτης μέχρι τις 5 το απόγευμα, χιλιάδες αμνοί, που ήταν αρσενικοί, ενός έτους και άμωμοι (χωρίς κουσούρια), σφάζονταν πάνω στο θυσιαστήριο.Ο ιερέας ράντιζε τους πιστούς με το αίμα, κρατούσε ένα καλό κοψίδι για το Ναό και το υπόλοιπο σφάγιο το έδινε πίσω. Οι πιστοί έπρεπε να ψήσουν τον αμνό σουβλιστό, προσέχοντας να μη σπάσει κανένα από τα οστά του. Το πασχαλινό δείπνο γινόταν την Παρασκευή από τις 7 το βράδυ μέχρι τα μεσάνυχτα και ο αμνός έπρεπε να καταναλωθεί ολόκληρος το ίδιο βράδυ και τυχόν υπολείμματα να καούν μέχρι το πρωί. Το δείπνο περιελάμβανε επίσης κόκκινο γλυκό κρασί, πικρά χόρτα και ένα χυλό με καρυκεύματα.
Ας έρθουμε τώρα στο Μυστικό Δείπνο. Τον είπαν Μυστικό, γιατί οι μαθητές τον ετοίμασαν με άκρα μυστικότητα, σύμφωνα με τις οδηγίες του Χριστού: “Θα πάτε στην πόλη και θα συναντήσετε έναν άνθρωπο που θα κρατάει μια στάμνα με νερό. Θα τον ακολουθήσετε και σε όποιο σπίτι μπει, θα μπείτε και εσείς και θα ρωτήσετε τον σπιτονοικοκύρη: O Διδάσκαλος ρωτάει, που θα φάει για το Πάσχα;” Εκείνος θα σας δείξει ένα μεγάλο δώμα, στρωμένο. Εκεί να ετοιμάσετε.” Πιθανότατα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, αυτός που ετοίμασε τον Δείπνο, ήταν κρυφός μαθητής του Χριστού. Μερικοί μελετητές υποθέτουν ότι ήταν ο Νικόδημος, αυτός που ζήτησε από τον Πιλάτο το νεκρό σώμα του Χριστού. Πήγε λοιπόν ο Πέτρος με τον Ιωάννη και όταν όλα ήταν έτοιμα, ειδοποίησαν τον Χριστό και τους άλλους μαθητές να έρθουν.
Εδώ πρέπει να πούμε ότι δεν κάθισαν όπως τους αναπαριστούν οι πίνακες ζωγραφικής, με τον Ιησού στη μέση ενός μακρόστενου τραπεζιού και τους μαθητές να τον πλαισιώνουν. Αυτό έγινε για λόγους καλλιτεχνικούς, για να μπορούμε να δούμε τα πρόσωπα και τις αντιδράσεις τους στην τελευταία αυτή συνάντηση. Την εποχή εκείνη έτρωγαν σταυροπόδι στο έδαφος, πάνω σε χαλιά και μαξιλάρια ή στην καλύτερη περίπτωση πάνω σε ντιβάνια και ανάκλιντρα. Καρέκλες δεν είχαν, ίσως όμως να υπήρχε ένα χαμηλό τραπέζι για να ακουμπούν τα υπόλοιπα φαγητά. Έτρωγαν με τα χέρια, τα οποία έπλεναν πριν το φαγητό. Όλα τα σκεύη, γαβάθες, πιάτα και ποτήρια, ήταν από πηλό.
Το δείπνο ξεκίνησε με τον Χριστό να πλένει τα πόδια των μαθητών σαν μια ένδειξη μεγάλης ταπείνωσης. Μετά άρχισαν να τρώνε τον άζυμο άρτο (χωρίς προζύμι, κάτι σαν τις αραβικές πίτες) και τα πικρά χόρτα. Η παράδοση επέβαλε να πιει κάθε ενήλικος άντρας τέσσερα ποτήρια κόκκινο γλυκό κρασί και ενδιάμεσα ο μικρότερος της παρέας να ρωτάει για τη γιορτή και ο μεγαλύτερος να απαντάει. Στο Μυστικό Δείπνο ο μικρότερος ήταν ο Ιωάννης και ο μεγαλύτερος ο Πέτρος. Μπορούμε να φανταστούμε την σκηνή, με τους πεινασμένους μαθητές να τρώνε τον αμνό και τον Χριστό σιωπηλό να τους παρακολουθεί. Ο ίδιος, στην ψυχολογική κατάσταση που βρισκόταν, δεν έφαγε όχι μόνο κρέας αλλά ούτε άγγιξε κάποιο από τα φαγητά. Το είχε πει εξ΄άλλου από την αρχή: “Λέγω γαρ υμίν ότι ουκέτι ου μη φάγω εξ΄αυτού έως ότου πληρωθεί εν τη βασιλεία του Θεού.” Κάποια στιγμή, στο τέταρτο ποτήρι, ενώ οι μαθητές θα είχαν έρθει πια σε κατάσταση ευθυμίας, “δεξάμενος ποτήριον ευχαριστήσας είπε: διαμερίσατε εαυτοίς, λέγω γαρ ότι ου μη πίω από του γεννήματος της αμπέλου έως όταν η βασιλεία του Θεού έλθη” Βλέπουμε δηλαδή να έχει κάνει “τάμα” ότι δεν θα φάει και δεν θα πιεί μέχρι να έρθει η βασιλεία του Θεού.
Μετά, “εταράχθη εν τη καρδία αυτού” και είπε: “Κάποιος από εσάς θα με προδώσει!” Έγινε μεγάλη αναστάτωση και για να δείξει τον προδότη πήρε και βούτηξε μια μπουκιά ψωμί, μέσα στο χυλό και το έδωσε στον Ιούδα. Όταν ο Ιούδας το πήρε και έφυγε, ο Χριστός έκοψε κομμάτια ψωμί και τα έδωσε στους μαθητές του λέγοντας: “Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το σώμα μου!” και μετά πήρε ένα ποτήρι κρασί και είπε: “Πίετε εξ΄αυτού πάντες, τούτο εστίν το αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.” Και τέλειωσε με την εντολή: “Tούτο ποιείτε εις εμήν ανάμνησιν…” Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια που είπε στο Μυστικό Δείπνο. Ταραγμένος, απελπισμένος, πεινασμένος, διψασμένος, γνωρίζοντας ποιο μαρτυρικό τέλος τον περιμένει, βγήκε να προσευχηθεί στον κήπο της Γεσθημανή ενώ οι μαθητές ζαλισμένοι από το κρασί, έγειραν πάνω στα μιντέρια.
Μετά, “εταράχθη εν τη καρδία αυτού” και είπε: “Κάποιος από εσάς θα με προδώσει!” Έγινε μεγάλη αναστάτωση και για να δείξει τον προδότη πήρε και βούτηξε μια μπουκιά ψωμί, μέσα στο χυλό και το έδωσε στον Ιούδα. Όταν ο Ιούδας το πήρε και έφυγε, ο Χριστός έκοψε κομμάτια ψωμί και τα έδωσε στους μαθητές του λέγοντας: “Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το σώμα μου!” και μετά πήρε ένα ποτήρι κρασί και είπε: “Πίετε εξ΄αυτού πάντες, τούτο εστίν το αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.” Και τέλειωσε με την εντολή: “Tούτο ποιείτε εις εμήν ανάμνησιν…” Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια που είπε στο Μυστικό Δείπνο. Ταραγμένος, απελπισμένος, πεινασμένος, διψασμένος, γνωρίζοντας ποιο μαρτυρικό τέλος τον περιμένει, βγήκε να προσευχηθεί στον κήπο της Γεσθημανή ενώ οι μαθητές ζαλισμένοι από το κρασί, έγειραν πάνω στα μιντέρια.
Ποιος ξέρει τι να έγινε το σπίτι του Μυστικού Δείπνου… Ίσως να είναι το ίδιο σπίτι που κρύφτηκαν οι μαθητές μετά την Ανάσταση “για τον φόβον των Ιουδαίων”. Το ποτήρι όμως που έδωσε ο Χριστός στους μαθητές να πιουν, το Άγιο Δισκοπότηρο , το Holy Grail, το πήρε σύμφωνα με την παράδοση ο Ιωσήφ ο Αριμαθείας, αυτός που κατέβασε το σώμα του Χριστού από το Σταυρό. Η παράδοση μάλιστα θέλει μέσα στο ποτήρι αυτό, να μαζεύει ο Ιωσήφ τον ιδρώτα και το αίμα του Χριστού. Μερικά χρόνια αργότερα ο Ιωσήφ ταξίδεψε στη Βρετανία και παρέδωσε το Άγιο Δισκοπότηρο στο κάστρο του Κορμπένικ όπου φυλασσόταν από τους απογόνους της Άννας, της γυναίκας του, οι οποίοι ονομάζονταν Βασιλείς του Δισκοπότηρου. Αιώνες μετά, το αναζήτησαν οι Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης του Βασιλιά Αρθούρου αλλά όταν κάποια στιγμή το εντόπισαν, το Άγιο Δισκοπότηρο εξαφανίστηκε στον ουρανό. Έτσι δημιουργήθηκε ο μύθος, ότι θα κατεβεί πάλι από τον ουρανό και θα δοθεί στους Άγγλους, αρκεί να βρεθεί ένας απόλυτα ευσεβής και αθώος άντρας να το παραλάβει, κάτι που δεν έχει συμβεί μέχρι σήμερα.
Σχόλια για αυτό το άρθρο