Πιο αξιοπρόσεκτη κι από τα φασίζοντα ένστικτα του ελληνικού εκλογικού σώματος είναι η έκπληξή του, όταν αυτά εκδηλώνονται. Οι Έλληνες μεγαλώνουμε με έναν κοινωνικό περίγυρο και μία παιδαγωγική φόρμουλα που από την αρχή ως το τέλος της ζωής μας γεννούν και εμπεδώνουν το μίσος, τη διαφθορά και τον θάνατο. Από τη φάση του μαθητή μέχρι εκείνη του ακαδημαϊκού πολίτη, η πονηριά, η καχυποψία, ο ανταγωνισμός, η φιλοδοξία, η ματαιοδοξία και ο αριβισμός είναι οι βασικές ηθικές παράμετροι που σφυρηλατούν προσωπικότητες και επανδρώνουν κοινωνίες. Οι μουλωχτοί βολεύονται, οι τραμπούκοι προάγονται και οι πλούσιοι εξουσιάζουν. Οι καλοί φυτοζωούν στην άκρη, ελπίζοντας είτε να αντισταθούν στη διάβρωση είτε να πεθάνουν αξιοπρεπώς κι εγκαίρως.
Γνωρίζουμε καλά τι μας περιβάλλει – η συνήθεια δεν μας στερεί την επίγνωση, απλώς αμβλύνει την ηθική αξιολόγηση του αίσχους σε πολύ τυπικό επίπεδο. Κάποια στιγμή σταματάμε να διαμαρτυρόμαστε για την περιρρέουσα αναξιότητα, η εθνική μας αδειοσύνη γίνεται κοινός τόπος, και περνάμε το υπόλοιπο της ζωής μας διαπραγματευόμενοι κομψεπίκομψα τη σαβούρα που μας κατακλύζει. Αναλύουμε τους δρασκελισμούς της κοινωνικοπολιτικής αθλιότητας, αναπτύσσουμε ολόκληρες επιστήμες πάνω στο γεγονός της επέλασής της, αλλά αγνοούμε επιμελώς ότι έρχεται κατά πάνω μας. Και όταν πια πάει να μας ισοπεδώσει, φερόμαστε σαν συφοριασμένοι σεισμόπληκτοι. Αυτό συνέβη και με τις προχθεσινές εκλογές. Μεγαλώνουμε δίπλα σε κωλόπαιδα που κλέβουν, βιαιοπραγούν και παρασιτούν.
Έχουμε δει πώς τους υποθάλπτουν οι μανάδες τους, πώς τους ανέχονται τα σχολεία τους, πώς τους φοβούνται οι γύρω τους, πώς τους συντηρεί η αδιάφορη κοινωνία που οι ίδιοι λυμαίνονται. Τους έχουμε δει να ανδρώνονται, να κάνουν οικογένειες, να μετουσιώνουν την παιδική τους παραβατικότητα σε ενήλικη καφρίλα και συγκαλυμμένη (ή μη) εγκληματικότητα. Ξέρουμε πώς ζουν, πού διασκεδάζουν, ποιους εκμεταλλεύονται, πώς επιβιώνουν, και ακόμη δεν έχουμε καταλάβει ότι αυτοί είναι ο κανόνας. Η ελληνική κοινωνία είναι δική τους, γι’ αυτούς είναι φτιαγμένη, στη μετριότητα του νου και τη νοσηρότητα του πνεύματός τους είναι προσαρμοσμένη.
Οι καλοί είναι οι παράταιροι σ’ αυτό το σκηνικό – κι αυτός είναι και ο λόγος που τα απογοητευτικά εκλογικά αποτελέσματα, για τα οποία όλοι έχουν κι από ένα απαξιωτικό παράπονο να κάνουν, είναι απολύτως φυσιολογικά και εύλογα. Κανείς δεν εξαπατά τον ελληνικό λαό, ο τελευταίος κάνει αυτό που έχει μάθει να κάνει, και ως προς αυτό οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε την ιστορική του συνέπεια. Επιβραβεύει τη μαγκιά-κλανιά, απολαμβάνει και εξασκεί τα προνόμια της βλακώδους αμάθειάς του και αντιδρά σε κάθε ερέθισμα με επιθετικότητα, γιατί έχει μάθει να ηδονίζεται απ’ τον χαμό που μπορεί να προκαλέσει και να αυτοπροσδιορίζεται μέσα από αυτόν.
Οι περισπούδαστοι μονόλογοι σχετικά με το κατάντημα της ελληνικής κοινωνίας “που εκλέγει μπράβους, φασίστες και ποδοσφαιριστές” είναι στην πραγματικότητα η πιο παράδοξη έκφανση του νεοελληνικού δράματος, ακριβώς επειδή αποτελεί το πιο άσχετο κεφάλαιο σε ένα έπος με πολύ συγκεκριμένο χαρακτήρα. Οι μπράβοι, οι φασίστες και οι ποδοσφαιριστές είναι οι πιο αντιπροσωπευτικοί αντικατοπτρισμοί του εκλογικού σώματος – δεν είναι τέρατα που επέβαλε κάποια σατανική φαντασία.
Είναι πολύ πιο απτοί και κανονικοί από τις εξαιρέσεις που τους αποστρέφονται, και κάπως έτσι, νομίζω, φωταγωγείται η πιο αλλόκοτη πτυχή της δημοκρατίας: Το γεγονός δηλαδή ότι δεν χρειάζονται συνωμοσίες και ύπουλες μηχανορραφίες για να περατωθεί ο αποτρόπαιος πολιτειακός μας ξεπεσμός. Αρκεί ένα αφοπλιστικά δημοκρατικό μέσο, οι εκλογές, για να λάμψει η αλήθεια σε όλο της το διαστροφικό μεγάλειο.
Λυπάμαι που η αλήθεια δεν μας βολεύει. Γι’ αυτό, μη σκούζετε, φίλοι και φίλες που κόπτεστε για την παρακμή, την οποία απ’ τα γεννοφάσκια σας βλέπετε να εξυφαίνεται σταδιακά και ανεμπόδιστα. Τίποτα δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά.
Πηγή: The Curly Diary#28, www.lifo.gr
Σχόλια για αυτό το άρθρο