Μια φορά κι ένα καιρό ήταν μια κούτα γεμάτη στολίδια για το Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Είχαν περάσει τόσες εποχές, άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο κι ήρθε ο χειμώνας. Η ώρα δηλαδή που η κούτα βγαίνει απ’ το πατάρι για να λάμψουν τα στολίδια στα κλαδιά του δέντρου. Έτσι κι έγινε. Ο νοικοκύρης του σπιτιού, αφού στόλισε το δέντρο για τη μικρή του κόρη, τη Φωτούλα, φύλαξε την κούτα για να ξαναβάλει μέσα τα στολίδια όταν περάσουν οι γιορτές. Τότε όμως, θες από απροσεξία, θες από αφηρημάδα, έμεινε μέσα στο κουτί μια χρυσή μπαλίτσα . ¨Ωχ, ωχ τι ΄ναι και τούτο πάλι; Τι να κάνω εδώ μέσα κλεισμένη; Πρέπει να βγω από το κουτί, πρέπει να βγω από το κουτί!¨
Η μπαλίτσα δεν έβρισκε κανένα τρόπο για να βγει από εκεί και να συναντήσει τους φίλους της. Άκουγε τ’ άλλα στολίδια να γελούν, να μιλούν, να τραγουδούν και να είναι πολύ χαρούμενα που εκπλήρωναν την αποστολή τους, κρεμασμένα στο δέντρο. Ένιωθε απογοητευμένη, θλιμμένη, μόνη, λυπημένη και αδύναμη. Για να μην τρελαθεί από την αγωνία της, έκλεισε τα μάτια της κι έφερε στο νου της την εικόνα του δέντρου στολισμένο με τους φίλους της. Διασκέδαζαν πολύ κι άκουγε να ξεκαρδίζονται με τα αστεία που τους έλεγε το αστέρι στη κορυφή του δέντρου. Φαντάστηκε πως έμπαινε κι εκείνη σ’ ένα κλαδί και μοιράζονταν τη χαρά τους. Ήταν πολύ όμορφο που είχε αφήσει το σκοτάδι και βρίσκονταν ανάμεσα σε πολύχρωμα λαμπάκια και γυαλιστερές μπάλες σαν κι εκείνη.
Καθώς ζούσε την ιστορία της, ξέχασε πως βρισκόταν ακόμα μέσα στο κουτί. Λες και δεν την ένοιαζε πια αφού ταξίδευε με τη ψυχή της έξω απ’ αυτό κι ένιωθε ελεύθερη.Τότε η χρυσόσκονη που έντυνε τη μπαλίτσα, ξεπήδησε απ’ το κουτί σαν φως κι απλώθηκε παντού μέσα και έξω από το σπίτι.
Φώτισε κάθε γωνιά και σχημάτισε ένα χρυσό δρόμο στον απέραντο ουρανό που έφτανε ως την άλλη άκρη της γης. Το χρυσό της χρώμα γινόταν όλο και πιο δυνατό. Ολόκληρες πόλεις έλαμπαν με το φως της και οι άνθρωποι πίστεψαν πως κάποιο αστέρι είχε πλησιάσει πολύ τη γη. Η χρυσή σκόνη της μπαλίτσας συνέχιζε το ταξίδι της στα πέρατα του κόσμου. Η μικρή Φωτούλα είδε τη λάμψη από τη χρυσόσκονη και πίστεψε πως ήταν ο Άγιος Βασίλης που ήρθε με το δώρο της. Ακολούθησε τη χρυσή σκόνη που έβλεπε στον αέρα και βρέθηκε πάνω απ’ τη γνωστή μας κούτα. Κοιτούσε μαγεμένη τη χρυσόσκονη και το φως, να λαμπυρίζουν από μέσα. Και τότε αντίκρισε τη μπαλίτσα. Δάκρυα έτρεξαν στα μάγουλά της. Χρυσές ακτίνες διαπέρασαν τη καρδιά της κι ένιωσε μια πρωτόγνωρη ζεστασιά.
Θυμήθηκε τη φίλη της την Ουρανία και την ευχή που είχε κάνει για το δώρο που ήθελε από τον Αη- Βασίλη.
« Μια χρυσή μπαλίτσα που να λάμπει και να έχει ψυχή». Πολύ παράξενη ευχή, είχε σκεφτεί η Φωτούλα όταν το άκουσε, δεν μπορούσε να ζητήσει κάτι άλλο; αναρωτήθηκε. Γιατί στο σπίτι της η Ουρανία δεν είχε ούτε δέντρο ούτε άλλα στολίδια. Τι αξία να’ χει μια χριστουγεννιάτικη μπαλίτσα μόνο;
Όλα αυτά τα σκεφτόταν πριν δει τη μπαλίτσα. Τη στιγμή που τη βρήκε, η μόνη σκέψη που πρόλαβε να περάσει απ’ το μυαλό της ήταν η εξής:
«Είμαι σίγουρη πως αυτή η μπαλίτσα είναι για την Ουρανία. Θα την άφησε κατά λάθος σε μένα ο Άγιος Βασίλης. Έχει τόσα κι αυτός να μοιράσει, θα μπερδεύτηκε.»
Πήρε τη μπαλίτσα, η οποία δεν σταμάτησε να λάμπει και πήγε στο σπίτι της φίλης της να την χαρίσει. Η Φωτούλα έλεγε και ξανάλεγε ότι την έφερε ο Άγιος Βασίλης και είναι για την Ουρανία. Όμως, ήταν δική της ευθύνη να την παραδώσει.
«Αυτό είναι για σένα, το έστειλε ο Άγιος Βασίλης σε μένα και μου είπε να σου το φέρω» είπε η Φωτούλα. Η Ουρανία χοροπήδησε από χαρά μόλις είδε τη μπαλίτσα να λάμπει και να γεμίζει με φως όλο το σπίτι.
«Αυτή τη μπαλίτσα ονειρευόμουν, την έβλεπα στον ύπνο μου κάθε βράδυ. Μια χρυσή σκόνη με τύλιγε σα να ήταν αληθινή. Μου μιλούσε.. «μη στεναχωριέσαι Ουρανία, κάποιος τρόπος θα βρεθεί» μου έλεγε.
Η Φωτούλα ήταν τρισευτυχισμένη που είδε το πρόσωπο της Ουρανίας να λάμπει όπως κι η μπαλίτσα που τώρα καταλάβαινε πως έμεινε στο κουτί μέχρι να βρει το δικό της προορισμό. Κι αυτός δεν ήταν ένα Χριστουγεννιάτικο δέντρο όπως τα στολίδια οι φίλοι της, αλλά να πραγματοποιήσει μια αληθινή ευχή όπως αυτή της Ουρανίας που έβγαινε απ’ τα βάθη της ψυχής της. Αυτή ήταν η δική της αποστολή και ο μοναδικός τρόπος να βγει από το κουτί που ήταν κλεισμένη. Αν δεν είχαν συμβεί όλα αυτά , δεν θα είχε ταξιδέψει μέχρι το δρόμο των ονείρων και δε θα είχε συναντηθεί με το στολίδι που είχαν στη ψυχή τους τα δυο κοριτσάκια. Η Ουρανία δεν έβαλε ποτέ τη μπαλίτσα ξανά σε κουτί. Την είχε πάντοτε δίπλα της και μιλούσαν μαζί τυλιγμένες στη χρυσόσκονη των παραμυθιών και του ονείρου που τις έβγαζε έξω απ’ το κουτί της συνηθισμένης τους ζωής. Κάθε βράδυ από εκείνη τη μέρα, το φως της μπαλίτσας ταξίδευε με τη χρυσόσκονη στις ψυχές πολλών ανθρώπων και με το πέρασμά της έπεφτε πάνω τους και μαντέψτε…τα όνειρά ζωντάνευαν. Κανείς άλλος όμως δε γνώριζε τη δύναμη που έκρυβε αυτό το στολίδι στη καρδιά του εκτός από τη Φωτούλα, την Ουρανία και την ίδια τη μπαλίτσα. Βλέπετε το είχαν ανακαλύψει και στη δική τους καρδιά. Ήταν βέβαιες πως ένα τέτοιο στολίδι μπορούσε καθένας να το ανακαλύψει κι όποιος δεν το ξέρει… πάντα υπάρχει κάποιος τρόπος να το βρει.
Υ.Γ: Ένα παραμύθι φτιαγμένο από μένα. Ο δικός μου τρόπος να επαναπροσδιορίζω τις αλήθειες μου. Το αφιερώνω με πολλή αγάπη ιδιαίτερα: στη Λυδία και το Φύλακα Άγγελό της «Στολυδία» που μου έδωσε κουράγιο και δύναμη σε μια δύσκολη μέρα, στη νεραιδούλα Ελεάνα που αγαπά πολύ τη Σταχτοπούτα και με το μαγικό της ραβδί έκανε την κολοκύθα άμαξα, στο ρομαντικό Ορέστη που ονειρευτήκαμε όμορφα πράγματα όπως ο Πήτερ Παν και ταξιδέψαμε ως τη Χώρα του Ποτέ. Στις υπέροχες Μαριαλένια, Στελιάνα και Νέλη που έγραψαν το δικό τους παραμύθι και με συγκίνησαν βαθιά. Τα παιδιά είναι πιο ώριμα, πιο σοφά, πιο … σε όλα.. Μέσα τους γνωρίζουν για ποιο λόγο έχουν έρθει στη γη ως άγγελοι , το καθένα με τη δική του αποστολή . Νιώθω ότι μέρος της ήταν να συναντηθούμε για να φωτίσουν την καρδιά μου με ελπίδες στο όνειρο και το μελλοντικό όραμα της ανθρωπότητας. Ευαισθησία και ακεραιότητα. Μεγαλώνουν αγγελούδια ανάμεσά μας που θα φτιάξουν το δικό τους παραμύθι ακόμη κι αν χρειαστεί να τραβήξουν έναν διαφορετικό δρόμο από μας για να βγουν απ΄ το κουτί που τους έχουμε επιβάλλει. Όσοι οι άνθρωποι τόσοι κι οι δρόμοι!
Το σύμπαν γνωρίζει κι ο εαυτός μας περιμένει να κατανοήσουμε την πορεία μας.
Ρωτήστε τον κι έπειτα με ένθερμη υπομονή ακούστε τι θα σας απαντήσει.
Η « σωστή» απάντηση φέρνει πάντοτε γαλήνη κι εναρμονίζεται με το Είναι μας.
Χρόνια Πολλά.. με παραμύθια που γαληνεύουν την ψυχή μας. Φτιάξτε το δικό σας .
Σχόλια για αυτό το άρθρο