The Last ή Least of Us?
Ποιος να το έλεγε πως μια από τις πιο δυνατές και συναισθηματικά φορτισμένες σειρές των τελευταίων χρόνων, θα μετατρεπόταν – μόλις στη δεύτερη της σεζόν – σε άσκηση αντοχής και σύγχυσης για το κοινό της. Το The Last of Us, βασισμένο σε ένα από τα πιο λατρεμένα videogames όλων των εποχών, δεν είναι πια η σειρά που μας συγκλόνισε. Είναι μια σειρά που παλεύει να βρει ξανά τη φωνή της, παγιδευμένη ανάμεσα στην “κοινωνική αφύπνιση” και την αφηγηματική εξάντληση.
Η Ellie – κάποτε ένα σύμβολο σκληρής εφηβείας και ανεπιτήδευτης ανθρωπιάς – μοιάζει πλέον σαν σκιά του εαυτού της. Η ερμηνεία της Bella Ramsey φέρνει μια αποστασιοποιημένη, σχεδόν μονόχρωμη ηρωίδα, που περισσότερο λειτουργεί ως όχημα για ατζέντες παρά ως αληθινός χαρακτήρας. Οι αντιδράσεις του κοινού ήταν ηχηρές: από review bombing στο Rotten Tomatoes και το Metacritic, μέχρι κατακόρυφη πτώση στα νούμερα τηλεθέασης – 55% χαμηλότερα από τον τελικό της πρώτης σεζόν.
Το πρόβλημα δεν είναι η διαφορετικότητα, ούτε οι queer ιστορίες – που πάντα έχουν χώρο στη μυθοπλασία. Το πρόβλημα είναι όταν η αφήγηση γίνεται προσχηματική. Όταν η πλοκή διακόπτεται συνεχώς για να δούμε μονόλεπτες σκηνές ενδοσκόπησης χωρίς ρυθμό, χωρίς στόχο, χωρίς συνέπεια. Η σχέση της Ellie με τη Dina, για παράδειγμα, παρουσιάζεται σαν ένα ατελείωτο loop από “σήκω-κάθισε-παρεξήγηση-απολογητικό βλέμμα”, ενώ η επική και βίαιη δράση που χαρακτήριζε τη σειρά έχει σχεδόν εξαφανιστεί.
Η εισαγωγή της Abby – με όλο τον θόρυβο που την ακολούθησε – προσθέτει ακόμη ένα επίπεδο σύγχυσης. Με σώμα υπερ-στρατιωτικό και ψυχολογία θολή, μοιάζει να έχει έρθει από άλλη σειρά. Οι δημιουργοί φαίνεται να επιμένουν σε ένα «δύο κόσμοι, δύο ηρωίδες, δύο ηθικές» σχήμα, που όμως δεν υπηρετείται με σαφήνεια ούτε συναισθηματικό αντίκρισμα.
Εκεί που κάποτε το The Last of Us μας συνέθλιβε με την ωμή του ευαισθησία, τώρα μας κουράζει με τη δραματουργική του φλυαρία και μια αίσθηση υποχρεωτικής σοβαρότητας. Αντί να τιμήσει τις ρίζες του, τις θυσιάζει σε έναν τηλεοπτικό ακτιβισμό που μοιάζει περισσότερο με υποχρέωση παρά με όραμα.
Κάποτε παρακολουθούσαμε τη σειρά με το στομάχι σφιγμένο – σήμερα, περισσότερο με το τηλεκοντρόλ στο χέρι, έτοιμοι να κάνουμε skip. Αν η πρώτη σεζόν ήταν μαχαίρι στην καρδιά, η δεύτερη είναι ένα αργό ξεφούσκωμα.
Αναμένουμε να δούμε αν στην πορεία η σειρά θα επανασυνδεθεί με το κοινό της ή αν η μετάλλαξή της είναι πια μη αναστρέψιμη.
Σχόλια για αυτό το άρθρο